Μια νέα καφκική ζωή

3' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οσοι γνώρισαν τον Φραντς Κάφκα περιγράφουν τα μάτια του διαφορετικά. O ένας λέει ότι ήταν γαλάζια, στην απόχρωση του ατσαλιού, ο άλλος ότι ήταν γκρίζα και ο τρίτος, πως ήταν καφετιά. Από κανέναν όμως δεν διέφυγε η εντύπωσή τους, όπως και από όλους τους επιγενόμενους που τον βλέπουν στις λιγοστές φωτογραφίες του σύντομου βίου του. Βαθιά και ρεμβαστικά, κυριαρχούν πλάι στα μυτερά αυτιά του, που του δίνουν την όψη αυτού που στα τσεχικά σημαίνει το όνομά του – απομοναχό κοράκι.

Μοιραίος διχασμός

Παρόμοια και με την πόλη του την Πράγα που έχει ταυτιστεί μαζί του (ή το αντίστροφο), όπως η Αλεξάνδρεια του Κωνσταντίνου Καβάφη, το Δουβλίνο του Τζέιμς Τζόις, το Μπουένος Αϊρες του Μπόρχες, η Τεργέστη του Ιταλο Σβέβο, το Παρίσι του Μποντλέρ. Αλλη η Πράγα του Κάφκα και άλλη η σημερινή. H σημερινή είναι αυτή που ψάχνουν να βρουν στους δρόμους και τα σοκκάκια της, μετά το 1989, οι νεαροί αναγνώστες του, που μέσα στον βρασμό της νιότης τους, συγχέουν την ποίηση με την πραγματικότητα, κάτι που ο ίδιος ουδέποτε επέτρεψε στον εαυτό του? εκείνη που σιγά σιγά αναδύεται μέσα από τις σελίδες του, ανήκει στην ποιητική σφαίρα.

Ποιος όμως, χάριν περιεργείας, ήταν ο Φραντς Κάφκα και η πόλη του; Αυτό προσπαθεί να ανακαλύψει και να μεταδώσει ο βιογράφος Νίκολας Μάρεϊ στη βιογραφία του «Κάφκα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα (Λιτλ Μπράουν, 440 σελ., 22,50 στερλίνες).

Το συγκεκριμένο υποτίθεται ότι είναι το αντίθετο του αόριστου. Μπορεί όμως το αόριστο να είναι πολύ συγκεκριμένο. Το επίθετο «καφκικός», ένας από τους νεολογισμούς στους οποίους αρεσκόταν ο 20ός αιώνας, είναι μια πολύ συγκεκριμένη λέξη με εντελώς αόριστο περιεχόμενο. Αυτή η οδός, μεταξύ του συγκεκριμένου και του αόριστου, είναι εκείνη που επιχειρεί να διανύσει, ο βιογράφος, με πίστη και ειλικρίνεια, καθώς γράφει η Κέλι Γκρόβιερ στην «Ομπζέρβερ».

Ο Φραντς Κάφκα ήταν παιδί εβραιογερμανικής οικογένειας της Πράγας, που είχε ισχυρή στα γράμματα και τη μουσική, κυρίως, γερμανόφωνη παροικία. Το εβραϊκό τμήμα της ανθούσε στο εμπόριο, ο πατέρας του Φραντς, Χέρμαν, ήταν έμπορος όπως και οι συγγενείς του, και εκεί ήδη ανιχνεύονται οι πρώτοι σπόροι του διχασμού του γιου και της σύγκρουσης με τον πατέρα του. O βαρύς και αδυσώπητος τρόπος του πατέρα είχε σκληρό αντίκτυπο στην πιο ντελικάτη, ανήσυχη και δημιουργική ψυχή του γιου. O Χέρμαν Κάφκα δεν ήταν ανάλγητος πατέρας, απλώς ήθελε να επιβάλει, όπως όλοι σχεδόν οι πατέρες, στον γιο τους αυτό που πίστευε ακράδαντα πως ήταν καλό για κείνον. Στα μάτια των άλλων, ο Φραντς Κάφκα ήταν ένας χαρισματικός νέος, ιδιαίτερα αποδεκτός κοινωνικά με αέρα συμπεριφοράς και εξαιρετικούς τρόπους.

Στα δικά του τα μάτια, ήταν μια απελπισία. Τη μέρα ήταν δικηγόρος σε μια ασφαλιστική εταιρεία, είχε σπουδάσει νομικά που δεν ήθελε, με μόνη παρηγοριά του ότι και ο Γκαίτε είχε κάνει το ίδιο εξαναγκασμένος. O Γκαίτε, πλην από Γκαίτε, έγινε και υπουργός, κάτι που ο ίδιος θα το θεωρούσε σαν το τρομερότερο αστείο που θα μπορούσε να του γίνει. Τα βράδια έγραφε παθιασμένα, η μόνη δραστηριότητα που πίστευε ότι δικαιολογούσε την παρουσία του στον κόσμο. Εκτός από τα γνωστά έργα του, έγραψε και αμέτρητα γράμματα, σε γυναίκες κυρίως που προσπαθούσε ειλικρινώς να εξηγήσει τον εαυτό του. Προτιμούσε γυναίκες που δεν τον καταλάβαιναν, δεν συμμεριζόταν τον ίδιο κόσμο, δίχως να φταίνε διόλου γι’ αυτό. Εάν τον συμμεριζόταν, πιθανόν να μην του έκαναν. Πάνω από 50 έγραψε μέσα σ’ ένα μήνα, στη Φελίτσια Μπάουερ από το Βερολίνο, την οποία γνώρισε μια φορά και ζήτησε σε γάμο δύο, δίχως καμιά να τελεσφορήσει, εξαιτίας του. Τα γράμματά του σ’ αυτήν που εκδόθηκαν σ’ έναν επιβλητικό τόμο, το 1979, ξεπερνούν τις 250 χιλιάδες λέξεις. Αναρωτιέται κανείς πώς θα ήταν για μια γυναίκα που δεν ήταν προικισμένη με το χάρισμα της λογοτεχνικής συγκίνησης (κι ο Κάφκα παρέμενε δημιουργικός συγγραφέας ό,τι κι αν έγραφε, δίχως να το επιδιώκει) να τα διαβάζει.

Σε μια τέτοια κρίση απελπισίας, που την προκαλούσε ο εσωτερικός του διχασμός, κάνει την εμφάνισή του στο έργο του και η ιδέα της αυτοκτονίας, ως εκπλήρωση του δρόμου. Στο διήγημα «Ενα όνειρο», ο ήρωας Γιόζεφ K. συναντά σ’ ένα νεκροταφείο έναν επιγραφοποιό που χάραζε με χρυσά γράμματα την επιφάνεια ενός τάφου. Σιγά σιγά ο K. συνειδητοποιεί πως ο τάφος είναι για κείνον και αρχίζει να σύρεται εντός του.

Ο ίδιος πεθαίνει στα 44 του, από φυματίωση, σ’ ένα θεραπευτήριο της Βιέννης, και στα χαρτιά του ζητούσε από τον φίλο του Μαξ Μπροντ να κάψει τα γραφτά του. O Μπροντ δεν το έκανε, και λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του ο Κάφκα άρχισε να θρυλοποιείται.

Η άλλη άποψη

Ο συγγραφέας συνειδητά αδιαφορεί για τους θρύλους και αφιερώνει την ίδια συγκέντρωση και χώρο στους μυθοποιούς και στους απομυθοποιούς. Σε αυτούς ανήκει και ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, που θεωρεί τον Κάφκα φυσαλίδα του αστικού κόσμου της Πράγας και ο Εντμουντ Γουίλσον, για τον οποίο τα γραφτά του είναι η ατελώς εκφρασμένη ύστατη ανάσα μιας ποδοπατημένης ψυχής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή