Τόσο κοντά και τόσο μακριά

4' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H Ρώμη, σαν όλες τις αρχαίες και σύγχρονες πόλεις βρίσκεται πάντα κοντά και μακριά στον άνθρωπο. Και αν φαίνεται να είναι την ίδια στιγμή, μακρινή και κοντινή, μόνο όσοι τη βλέπουν ή τη ζουν από κοντά μπορούν να το νιώσουν αυτό.

Ουρανός και γη

Αλλοι προσέχουν το χώμα, στη γήινη διάστασή της και άλλοι τον ουρανό, την ουράνια πλευρά της. O Ντάντε, ο Μοντέν, ο Μπάιρον, ο Ζολά, ο Γκαριμπάλντι ένιωσαν να τους πλακώνει η πνιγηρή της ατμόσφαιρα, οι ατμοί της γης της, ο βαρύς, αρρωστημένος αέρας του Τίβερη και των βάλτων Πόντινε. Αλλοι είδαν τη διαφάνειά της. Το Κάμπο ντέι Φιόρι στον, σε χρώμα λεμονιού, ηρωικό ορίζοντα, τη ρόδινη όψη του θόλου του Αγίου Πέτρου, τον μαγικό ουρανό.

Η Ρώμη, όμως, έχει και μια άλλη διάσταση. Την πνευματική. Εδρα των διαδόχων του Αποστόλου Πέτρου, ο βράχος που πάνω του χτίστηκε η χριστιανική εκκλησία, είναι όλα τούτα πράγματα που συμβάλουν καίρια στη δημιουργία της μαγείας την οποία ασκεί. H πνευματικότητά της εδράζεται και σε φυσικά σύμβολα.

Στη διάρκεια του λοιμού και τη μετακίνηση της Παπικής έδρας στην Αβινιόν της Γαλλίας τον 14ο αιώνα, η Ρώμη συρρικνώθηκε σε δύο μέρη: την ερημιά, μια εξωτερική περιφέρεια γεμάτη σπασμένες αψίδες, άδεια σπίτια κι εγκαταλελειμμένους αγρούς· και την κατοικημένη περιοχή, ένα μικρό πυρήνα οικισμών, προσκολλημένων στις όχθες του Τίβερη ζώντας με την ελπίδα καλύτερων καιρών. Δύο αιώνες αργότερα, άρχισαν να εισέρχονται πάλι το πνευματικό και το εγκόσμιο, με την αρχή της Αντιμεταρρύθμισης και την επιστροφή της Παπικής έδρας. H μεταβολή αυτή που έγινε αμέσως αισθητή ως ανάπτυξη της οικονομικής ζωής απέληξε σε μια μεγάλη διεύρυνση της κατοικημένης περιοχής. Συνέπεσε και με τις απαρχές της Αναγέννησης και την αυξημένη προσέλευση καλλιτεχνών στην πόλη.

Στο βιβλίο του «Οι οικογένειες που έκαναν τη Ρώμη» (Τσάτο εν Γουίντος, 418 σελ., 20 στερλίνες), ο Καναδός ιστορικός και μέλος της Βρετανικής Σχολής της Ρώμης, Αντονι Ματζανλάτε, χαρτογραφεί το δίκτυο των πατρώνων, οι οποίοι ενίσχυσαν τους καλλιτέχνες που με το έργο τους μεταμόρφωσαν τον ορίζοντα της Ρώμης. Τους Κολόνα που έχτισαν μία από τις μεγαλοπρεπέστερες πινακοθήκες της Ρώμης, σε στυλ μπαρόκ, τους Ντέλα Ρόβερε (οι ανιψιοί τους, οι nipoti, έχαιραν τέτοιας παπικής εύνοιας ώστε γέννησαν τη λέξη «νεποτισμός»), τους Φαρνέζε που το παλάτσο τους είναι σήμερα η γαλλική πρεσβεία, τους Μποργκέζε πάτρωνες του Τζιανλορέντσο Μπερνίνι, τους Παμφίλι, προστάτες του Φραντσέσκο Μπορόμινι και τους Τζίγκι και τους Μπαρμπερίνι, των οποίων το μεγαλόπρεπο παλάτσο σ’ ένα χαρακτικό του Τζιουζέπε Βάζι (18ος αιώνας) φαίνεται μαγικά να δεσπόζει πάνω στην πλατεία εμπρός του και ταυτόχρονα, να αποτραβιέται.

Ο Μπερνίνι και ο Μπορόμινι, δύο από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της Αναγέννησης και πώς η αντιπαλότητα μεταξύ τους απέληξε στη μεταμόρφωση της Ρώμης, είναι το θέμα του βιβλίου του Τζέικ Μορισέι «Μεγαλοφυΐες του σχεδίου» (Γουίλιαμ Μόρου, 336 σελ., 24,95 δολ., Ντάκγουερθ, 20 στερλίνες). Οι δυο τους, καθώς γράφει ο «Εκόνομιστ» δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο διαφορετικοί, ακόμη και αν το ήθελαν. O Μπερνίνι ήταν ευγενής, χαρίεις, διπλωμάτης, ο Μπορoμίνι δύσκολος, εριστικός, εύθικτος. O πρώτος επέζησε δέκα παπών, δημιούργησε και πέθανε στο σπίτι του, το 1680, στα 81 χρόνια του. O δεύτερος, έπειτα από μια δεκαετία ερίδων και απογοητεύσεων με τους πατρώνες του, αυτοκτόνησε πέφτοντας πάνω στο ξίφος του. Οι ανομοιότητες ήταν δημιουργικά κίνητρα μεταξύ των δύο ανδρών. O ένας παρακολουθούσε τη δημιουργία του άλλου. O ναός του Αγίου Ανδρέα του Μπερνίνι, στο Κιρινάλιο, βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τον Αγιο Κάρολο του Μπορόμινι. Και συνεργάστηκαν στην αποπεράτωση και τη διακόσμηση της βασιλικής του Αγίου Πέτρου και υπήρξαν ακόμη και εμπορικοί συνεταίροι για ένα διάστημα. Και έτσι τους θυμούνται παρά τις διαφορές τους· μαζί.

Δύο αιώνες αργότερα ο Γκαριμπάλντι, ο αρχιτέκτονας του ιταλικού Ριζορτζιμέντο έβλεπε απογοητευμένος τη Ρώμη να μένει έξω από το εκκενωμένο ιταλικό κράτος. Το 1871, ο γαλλοπρωσικός πόλεμος έθεσε τέλος στην υποστήριξη της Γαλλίας προς την παποσύνη που επέτρεψε στη Ρώμη να απορροφηθεί εντός του ιταλικού χώρου. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Γκαριμπάλντι εγκαταλείποντας τη νησιωτική κατοικία του στη Μεσόγειο, κήρυξε ένα νέο σκοπό, την υπόταξη της γης της Αιωνίας Πόλης. Να διώξει τον Τίβερη από τη Ρώμη και να χτίσει πάνω του μια παρισινού τύπου λεωφόρο – ένα νέο θαύμα του κόσμου.

«Ρώμη ή θάνατος. Οι εμμονές του στρατηγού Γκαριμπάλντι» είναι ο τίτλος του βιβλίου του Ντάνιελ Πικ (Τζόναθαν Κέιπ, 288 σελ., 16,99 στερλίνες). O συγγραφέας, ψυχαναλυτής και καθηγητής της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, ψάχνει να βρει τα βαθύτερα κίνητρα της επιθυμίας του Γκαριμπάλντι να εξαγνίσει τη Ρώμη. Αποκαλύπτει συνειδητά ή υποσυνείδητα στοιχεία, όπως την αποτυχία του να κάνει την πόλη πρωτεύουσα του νεογέννητου κράτους και την οργή του εναντίον του παπικού κατεστημένου, το οποίο, καθώς πίστευε, πρόδωσε την πόλη όταν ο Τίβερης την πλημμύρισε τη μέρα των Χριστουγέννων 1870.

Δημιουργικές εμμονές

Οι φιλοδοξίες του Γκαριμπάλντι, έγκυρες ή όχι, ανακόπηκαν από την πολιτική αδυναμία, την κοντοφθαλμία και την οικονομική δυσπραγία. H επιμονή του όμως σε ό,τι πέτυχε ή απέτυχε, βοήθησε στο να γίνει η Ρώμη μοναδική, όπως στο παρελθόν είχε κάνει η επιμονή και η αντιπαλότητα του Μπερνίνι και του Μπορόμινι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή