Ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία

Ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία

5' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«H κόλαση είναι οι άλλοι», «ο υπαρξισμός είναι ένας ανθρωπισμός», «η ύπαρξη προηγείται της ουσίας», «ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος»: Αυτά είναι μερικά παραθέματα από το πολυσχιδές έργο του μεγάλου Γάλλου φιλοσόφου Ζαν-Πολ Σαρτρ. Τις φράσεις αυτές ακούμε συχνά από τα χείλη όλων εκείνων που αναφέρονται στη σκέψη του Σαρτρ. Είναι οικεία ακούσματα, είναι φράσεις που ενδεχομένως θα λέγαμε και εμείς στις καθημερινές κουβέντες μας.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά με το επιστημολογικό μέγεθος και το θεωρητικό βάρος του φιλοσόφου Σαρτρ. O Bernard-Henry Levy έχει σπεύσει εγκαίρως και με το βιβλίο του: «O αιώνας του Σαρτρ. Φιλοσοφική έρευνα» (2000 – κυκλοφορεί στα ελληνικά στις εκδόσεις «Scripta») και έχει αναγορεύσει τον Σαρτρ ως τον μεγαλύτερο φιλόσοφο του εικοστού αιώνα. Πράγματι μπορεί κανείς ως φιλοσοφικός ερευνητής να συναγωνιστεί τον άλλο εταίρο του σε χαρακτηρισμούς και να πλειοδοτήσει σε προσδιορισμούς. Ενα, όμως, είναι βέβαιο: ο Σαρτρ με το έργο του και την προσωπικότητά του σφράγισε τον εικοστό αιώνα στο επιστημολογικό, στο φιλοσοφικό και στο ρητορικό επίπεδο.

Οσον αφορά στην επιστημολογική προβληματική της εποχής του ο Σαρτρ είναι πεπεισμένος ότι η επιστήμη παρά τις τεράστιες προόδους που έχει κάνει δεν έχει δημιουργήσει τις συνθήκες για την απελευθέρωση του ανθρώπου. O ίδιος ο φιλόσοφος έζησε τη φρίκη των ναζιστικών στρατοπέδων και τη θηριωδία του πολέμου. Οι εμπειρίες του αυτές «μεταφράζονται» σε θεωρητικές προτάσεις, στις οποίες υπερασπίζονται την «εσωτερική σχέση», δηλαδή τη σχέση του ατόμου με τον εαυτό του. Θεωρεί ότι η επιστημονική πρόοδος στον βαθμό που δεν συνδέεται με την εσωτερική ενδοσκόπηση, παραμένει έωλη και μετέωρη. H επιστημονική πρόοδος χωρίς πραγματολογικές δεσμεύσεις υποθηκεύει τις ανθρώπινες δυνατότητες για την ιστορική ανάπτυξη.

Στη «χώρα» της φιλοσοφίας οι επιδόσεις του Σαρτρ είναι μοναδικές. Στα έργα του: «Το Είναι και το Μηδέν. Δοκίμιο Φαινομενολογικής Οντολογίας» (1943) και «Κριτική του διαλεκτικού Λόγου» (1960) συνοψίζονται οι θεωρητικές ιδέες του για τον άνθρωπο, την κοινωνία, το άτομο και την ιστορία. O Σαρτρ επηρεασμένος από τον Χέγκελ, τον Χάιντεγκερ διατυπώνει τη φιλοσοφική θεωρία του για δύο τύπους του Είναι: ο ένας αφορά στην εξω-ανθρώπινη ύπαρξη και ονομάζεται «καθ’ αυτό είναι» (l’ etre en soi) και ο άλλος αναφέρεται στον άνθρωπο και ονομάζεται «δι’ εαυτό είναι» (l’ etre pour soi). Στους δύο αυτούς τύπους τού είναι ή της ύπαρξης θεμελιώνεται η ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας.

Σχετικά με τον άνθρωπο η φιλοσοφική προβληματική του Σαρτρ είναι ανεξάντλητη στον βαθμό που ισχυρίζεται ότι η «ύπαρξη προηγείται της ουσίας». O άνθρωπος ως ον θα υπάρξει κατ’ αρχήν και στη συνέχεια μέσω των εσωτερικών μηχανισμών του θα ξεδιπλώσει τις εσωτερικές δυνάμεις του, θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για να μετασχηματισθεί η άμεση, δεδομένη ύπαρξη σε ουσία.

Ο Σαρτρ θεωρείται, και δικαίως, ως ο κατεξοχήν φιλόσοφος του υπαρξισμού. Πολλοί ερευνητές προσπάθησαν να εντάξουν τον θεωρητικό προβληματισμό του Σαρτρ σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη στην κλασική εκδοχή του υπαρξισμού, την οποία αντιπροσωπεύει ο Γερμανός φιλόσοφος Χάιντεγκερ. H επιστημολογική αυτή επιχείρηση είναι λανθασμένη, στον βαθμό που αγνοεί ότι ο Σαρτρ πριμοδότησε την επονομαζόμενη «εσωτερική σχέση» ως την κατεξοχήν πραγματολογική προϋπόθεση για την επαναστατική κοινωνική προοπτική. Ποτέ δεν υπήρξε για τον Σαρτρ ο υπαρξισμός επιστημολογικός αυτοσκοπός. Αντιθέτως θεωρήθηκε ως η πραγματολογική αφετηρία για τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις.

Το φιλοσοφικό αυτό πρόβλημα με τη σειρά του αποτέλεσε την αφετηρία για τον θεωρητικό στοχασμό πάνω στη σχέση της φιλοσοφίας με τη λογοτεχνία. Στο σημείο αυτό αξίζει να σταθεί κανείς με ιδιαίτερη προσοχή. H διάκριση ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία στην περίπτωση του Σαρτρ δεν υφίσταται. Μπορεί ο στοχαστής Σαρτρ να έχει γράψει καθαρόαιμα φιλοσοφικά δοκίμια, θεατρικά έργα, αυτοβιογραφικές σημειώσεις κ.ά. αλλά πάντοτε γνώριζε ότι ο τελικός τύπος έκθεσης των ιδεών του εξαρτάται από τον αναγνώστη, ο οποίος θα δημιουργούσε τελικά και τον υπό διαμόρφωση λογοτεχνικό τύπο. O Σαρτρ γνώριζε καλύτερα από κάθε άλλο φιλόσοφο ή στοχαστή της ευρωπαϊκής γραμματείας (π.χ. Ντεκάρτ, Χέγκελ, Νίτσε, Χάιντεγκερ κ.ά.) ότι τον τελικό λόγο στην ανάγνωση του κειμένου έχει ο αναγνώστης και όχι ο συγγραφέας. Πίστευε ότι δεν μπορεί να υπάρξει κείμενο χωρίς αναγνώστη.

Στη δεδομένη τυπολογία των κειμένων τα έργα του Σαρτρ εντάσσονται στα φιλοσοφικά δοκίμια, στα θεατρικά έργα ή στις αυτοβιογραφικές σημειώσεις. Τίποτε ωστόσο απ’ όλα αυτά δεν ισχύει. Και τούτο επειδή υπερισχύει η επιστημολογική αγωνία του συγγραφέα να διατυπώσει τις ιδέες του σε μια λογοτεχνική μορφή, η οποία δεν θα τις προδίδει. Από την άλλη η ενδολογοτεχνική ένταση ανάμεσα στον τύπο έκθεσης των ιδεών και το ίδιο το περιεχόμενο των ιδεών δεν αντιμετωπίζεται από τον Σαρτρ ως φορμαλιστικό ζήτημα, αλλά ως το κατεξοχήν πρόβλημα της εποχής του, του εικοστού αιώνα, ο οποίος ενώ έχει γίνει ο κληρονόμος του πολιτικού διαφωτισμού των 18ου και 19ου αιώνων βυθίζεται στη βαρβαρότητα.

Η αγωνιώδης προσπάθεια του Σαρτρ να βρει τους κατάλληλους τύπους έκθεσης των φιλοσοφικών ιδεών του και η πολιτική του δράση στους δρόμους αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. O επαναστάτης Σαρτρ από τη μια και ο λογοτέχνης Σαρτρ από την άλλη αντιπροσωπεύουν συμπληρωματικές φιγούρες ενός διανοούμενου που δεν πρόκειται ποτέ πια να υπάρξει. Ωστόσο, η προβληματική για τη λογοτεχνική μορφή και τον λογοτεχνικό τύπο έκθεσης των θεωρητικών ιδεών του αποτελούν την ανεξαργύρωτη επιστημολογική υποθήκη του ίδιου του φιλοσόφου.

Εμείς τιμάμε τον φιλόσοφο Σαρτρ και η Σουηδική Ακαδημία τίμησε το 1964 τον λογοτέχνη Σαρτρ. Ας σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Σαρτρ δεν αποδέχθηκε την τιμή αυτή. O ίδιος ο Σαρτρ προσπάθησε να προσκομίσει μπροστά μας τα ίδια τα πράγματα και αγνόησε τις λέξεις. Αυτή η ρητορική επιχείρηση αποτελεί και το μέγιστο μάθημα της φιλοσοφίας του. Τελικά, κατά τον Σαρτρ, δεν υφίσταται καμιά ειδολογική διάκριση ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία. Φιλοσοφία, ποίηση, θέατρο, δοκίμιο, μυθιστόρημα είναι είδη λογοτεχνίας ή τύποι έκθεσης ιδεών, αλλά για τον στοχαστή Σαρτρ είναι τα κύματα που αναδιπλώνονται για να αποκρούσουν τον θυμό της σκέψης. Είναι τα στοιχεία της σκέψης που δεν αντέχουν το φορτίο των ιδεών.

Ο Σαρτρ αντιπροσωπεύει τον μαχητικό εκείνο στοχαστή που τα έβαλε με όλους και με όλα. Επεδίωξε να γίνει δημιουργός στην περιοχή της σκέψης, όπου καθετί καίγεται στη φλόγα της γνώσης. Αφησε πίσω του τη μεγάλη επιστημολογική παρακαταθήκη, σύμφωνα με την οποία η λογοτεχνία ως μετακριτική της γλώσσας είναι δυνατή μόνον ως φιλοσοφία, η οποία με τη σειρά της ως «ιδέα» ή ως «έννοια» κατά τον Χέγκελ, μπορεί να μετασχηματίσει τη γνώση του κοινού νου σε αυτοσυνείδηση της εποχής μας. Τελικά, ο στοχαστής Σαρτρ κάθησε κατά τη θεωρητική και πολιτική διαδρομή του «ανάμεσα σε δύο καρέκλες», ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία. Το δημιούργημα αυτής της επιλογής του είναι το ανεξαργύρωτο συγγραφικό έργο του.

* O κ. Θ. Γεωργίου διδάσκει επιστημολογία και πολιτική φιλοσοφία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή