Σάμπρα και Σατίλα: σπουδή στη βία

Σάμπρα και Σατίλα: σπουδή στη βία

2' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Στην αρχή σκοτώνεις απρόθυμα, την τρίτη, τέταρτη φορά είναι ευκολότερο. Μετά πια, το απολαμβάνεις». H κυνική, αποενοχοποιημένη κατάθεση ενός ανώνυμου εκτελεστή της αποτρόπαιας σφαγής στα παλαιστινιακά στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα μπροστά στον κινηματογραφικό φακό σοκάρει. Αλλά δεν ήταν αυτός ο στόχος της Μόνικα Μπόργκμαν, του Λόκμαν Σλιμ και του Χέρμαν Τάισεν. H «Σφαγή», η ελληνική πρεμιέρα της οποίας, απόψε στο «Αστυ», έφερε στην Αθήνα τη Γερμανίδα και μόνιμα εγκατεστημένη στη Βυρητό Μπόργκμαν, δεν εξελίχθηκε σ’ αυτό που θα περίμενε κανείς, ένα κινηματογραφικό χρονικό της φρίκης αλλά σε μία σπουδή πάνω στη βία.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τον Σεπτέμβριο του 1982, παραστρατιωτικοί εισέβαλαν στα παλαιστινιακά στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα στη Βηρυτό. Εκεί, για δύο νύχτες και τρεις μέρες γράφτηκε μία από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας. Βασανιστήρια, βιασμοί, ακρωτηριασμοί με θύματα ανυπεράσπιστους αμάχους. Οι περισσότεροι από τους δράστες ήταν μέλη των «Λιβανικών δυνάμεων», μιας φιλοšσραηλινής χριστιανικής παραστρατιωτικής ομάδας του Λιβάνου. Οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις, υπό την ηγεσία του σημερινού πρωθυπουργού του Ισραήλ Αριέλ Σαρόν, είχαν στρατοπεδεύσει κοντά στους καταυλισμούς. Οταν έπεφτε το σκοτάδι, οι Ισραηλινοί έριχναν φωτοβολίδες για να διευκολύνουν τους εισβολείς στο «έργο» τους.

Αμετανόητοι

Η εμπλοκή της Μπόργκμαν στα γεγονότα έγινε με την ιδιότητα της δημοσιογράφου. Σ’ ένα από τα πρώτα της ρεπορτάζ είχε καταφέρει να μιλήσει μ’ ένα Λιβανέζο ελεύθερο σκοπευτή. Τότε πρωτοαναρωτήθηκε: πώς κάποιος φτάνει σ’ αυτό το σημείο; Γιατί το κάνει, τι αισθάνεται και το κυριότερο: πώς συνεχίζει τη ζωή του; Πολλά χρόνια αργότερα, το 1999, το σχέδιο της ταινίας έπαιρνε σάρκα και οστά, χάρη σε μία τυχαία συνάντηση μ’ έναν εκτελεστή της Σάμπρα και της Σατίλα. Αυτό ήταν. «Το δυσκολότερο δεν ήταν να βρεις τους ανθρώπους για να σου μιλήσουν», δήλωσε χθες σε κεντρικό αθηναϊκό ξενοδοχείο, προσκαλεσμένη της εταιρείας «New Star» που έχει αναλάβει τη διανομή της ταινίας στην Ελλάδα. «Αλλά να καλλιεργήσεις μαζί τους ένα είδος εμπιστοσύνης. Και δεν ήταν κάτι εύκολο· έπρεπε να αισθανθούν πως δεν τους κρίνεις». Οπως εξήγησε η ίδια, οι έξι που δέχθηκαν να μιλήσουν στην ταινία συνεχίζουν σήμερα κανονικά τη ζωή τους στον Λίβανο. Δεν υπήρξαν δικαστήρια, ενώ το 1991 δόθηκε γενική αμνηστία.

Θέμα ταμπού

Δύο είναι τα πιο εντυπωσιακά συμπεράσματα της Μόνικα Μπόργκμαν, ύστερα από τρία χρόνια προετοιμασίας και γυρισμάτων. Πρώτον, η φοβερή ανάγκη των εκτελεστών να μιλήσουν, «για πρώτη, και ίσως, για τελευταία φορά». Και δεύτερον, η προσωπική της αίσθηση πως, παρά τους εφιάλτες και την κάπως αόριστη έκφραση λύπης (από έναν μόνο…) δεν εισέπραξε ειλικρινή ή έστω, προσχηματική, μετάνοια. H Μπόργκμαν αποδίδει την ανεξήγητη αυτή στάση στην απροθυμία της κοινωνίας του Λιβάνου να συζητήσει ανοιχτά γι’ αυτά τα θέματα. Ετσι εξηγείται και το γεγονός ότι η βραβευμένη στην Μπερλινάλε ταινία δεν θα προβληθεί στον Λίβανο· προγραμματίζεται μόνο μία μικρή ιδιωτική προβολή στη Βυρητό. «Το θέμα παραμένει ταμπού. Υπάρχει μία μερίδα κόσμου που πιστεύει ότι κοιτάζοντας πίσω, αναμοχλεύεις παλιά πάθη. Εμείς με την ταινία μας λέμε ακριβώς το αντίθετο: μόνον όταν κοιτάς κατάματα τις πληγές σου πηγαίνεις μπροστά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή