Αποτυπωματα

2' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εξωτική ηχεί στα αυτιά μας η λέξη «ξεροβόρι», που τόσο συχνά τη συναντάμε στα ρεμπέτικα τραγούδια που μιλούν για τη φτώχεια, το κρύο και την αγάπη. O φετινός χειμώνας, με τις εφιαλτικές τιμές του πετρελαίου, δίνει καινούργιο νόημα στις ξεχασμένες λέξεις.

Πολλοί έχουν ακούσει την ιστορία για το ξυπόλυτο γυφτάκι που τουρτουρίζει και τραβάει το μανίκι της φανέλας του, προσπαθώντας να το ξεχειλώσει ώστε να φτάσει μέχρι τον καρπό:

«Απέ Μάη, πατέρα, απέ Μάη», λέει αβέβαια, δηλαδή τον Μάιο θα γλυκάνει ο καιρός, θα ζεσταθούμε. Οπως μάθαμε να ζούμε με το νέφος, έτσι πρέπει να μάθουμε να ζούμε με το κρύο. Οταν όμως κάποιοι (πολλοί ή λίγοι, τι σημασία έχει;) κρυώνουν επειδή δεν έχουν χρήματα για πετρέλαιο, η παγωνιά απλώνεται παντού, η κοινωνία μας μπάζει από παντού.

Στα χρόνια της Κατοχής ήταν πολύ αγαπητό το τραγούδι του Τούντα «Μπήκε ο χειμώνας και ο κοσμάκης τάχει χάσει/και παλτουδιά καινούργια πρέπει να αγοράσει», ένα τραγούδι που επιβίωσε και σε πιο χορτάτους καιρούς. Εδώ «το πιο θερμό καλοριφέρ» είναι τα φιλιά, ενώ το μαγκάλι ομοιοκαταληκτεί με την αγκάλη. Ισως οι υποχρεωτικοί χειμερινοί εναγκαλισμοί να μειώσουν την υπογεννητικότητα και οι «τρίτεκνες» οικογένειες (άλλη μια λέξη των ημερών) να γίνουν με το σπαθί τους πολύτεκνες, ώστε να τύχουν των σχετικών προνομίων.

Κάποτε οι φεμινίστριες έκαιγαν συμβολικά τα σουτιέν τους, οι αδιόριστοι επιστήμονες πυρπολούσαν τα πτυχία τους, άραγε τώρα οι κρυόπληκτοι θα καίνε συμβολικά το παλτό τους στον βωμό της ισχυρής οικονομίας;

Η αναλγησία ή η κοινωνική ευαισθησία, που υποτίθεται ότι χαρακτηρίζουν ή δεν χαρακτηρίζουν την κυβέρνηση (ανάλογα με το αντιπολιτευτικό ή συμπολιτευτικό βλέμμα του καθενός), δεν είναι αυταπόδεικτα ψυχικά γνωρίσματα, αλλά ψυχρές επιλογές στο πλαίσιο οικονομικών πολιτικών και συμφερόντων.

Οι εργαζόμενοι δεν θα έπρεπε να είχαν ανάγκη από επίδομα θέρμανσης. O κατώτατος μισθός θα έπρεπε από μόνος του να καλύπτει τις βασικές ανάγκες – και η ζεστασιά δεν είναι πολυτέλεια, έστω και αν στη χώρα μας δεν επικρατούν πολικές θερμοκρασίες. Πώς είναι δυνατόν να επιστρέφουμε στην προ του Διαφωτισμού εποχή και να βαφτίζουμε επίδομα, δηλαδή προσφορά του φιλόπτωχου κρατικού ταμείου, κάτι που ήδη από τον 18ο αιώνα έχει αναγνωριστεί: ότι κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα στη «Ζωή, την Ελευθερία και την επιδίωξη της Ευτυχίας»;

Επίδομα θέρμανσης, ανεργίας και μελαγχολίας; Η κοινωνία των επιδομάτων δεν μπορεί παρά να είναι μια κοινωνία σε κρίση, όπου οι εργαζόμενοι θα είναι όμηροι ή ικέτες μιας «επιδοματικής» πολιτικής. Δεν θα έπρεπε να μιλάμε για επιδόματα, αλλά για αυτονόητες ανάγκες και αγαθά. Πώς μπορεί στην εποχή του θριάμβου της επιστήμης και της τεχνολογίας να υπάρχουν άνθρωποι (και όχι σπουργίτια, όπως στα σχολικά αναγνωστικά) που κρυώνουν; Πώς μπορεί η βαρβαρότητα, η αποκτήνωση να είναι το τίμημα της ανάπτυξης;

Στα ρεμπέτικα και στα λαϊκά τραγούδια δεν θα συναντήσουμε τις λέξεις «επίδομα θέρμανσης» ή «ανταγωνιστικότητα», όμως θα βρούμε την ελπίδα, τη λαχτάρα για ζωή, την ειρωνεία, την αισιοδοξία, τη φαντασία και τη μαχητικότητα – πράγματα που σήμερα φαίνονται θαμμένα στους πάγους· αλλά, ποιος ξέρει, ίσως «απέ Μάη» να φανερωθούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή