Επιλέγοντας ελεύθερα την αυταπάτη μας

Επιλέγοντας ελεύθερα την αυταπάτη μας

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Γιάννης Βαρβέρης

Πεταμένα λεφτά

εκδ. Κέδρος, σελ. 48

Η νέα ποιητική συλλογή του Γιάννη Βαρβέρη με τίτλο «Πεταμένα λεφτά», αποτελεί μια καλή αφορμή για τον αναγνώστη να επικοινωνήσει με τον στοχασμό του ποιητή, όπως αυτός εξελίσσεται σε μια περίοδο ποιητικής ωριμότητας (όρος με τον οποίο δηλώνεται ενδεχομένως η απώλεια της παιδικής ηλικίας μπροστά σε μια νέα νοηματοδότηση της προσπάθειας για ανάκτηση της καταγωγής, του προορισμού, ή και της μοίρας). Ο Γιάννης Βαρβέρης με σταθερό πλέον σκηνικό της ποίησής του την υπαινικτική αναφορά, ύστερα από τριάντα χρόνια παρουσίας στα νεοελληνικά γράμματα, μοιάζει να κερδίζει με τη νέα του αυτή συλλογή ένα προσωπικό στοίχημα: εκείνο που συνηγορεί υπέρ της ποιητικής αλήθειας ως γενικής εικόνας του κόσμου, μιας αλήθειας που εξάγεται τόσο μέσω της προβολής των ανθρωπίνων, όσο και μέσω της αποσιώπησής τους.

Αν και «ώριμος» ωστόσο, ο ποιητής, στον οποίο παρέχεται η δυνατότητα να καλεί το λόγο να πορεύεται προς τα ακρότατα σύνορά του και να κρυφακούει ακόμα και την αβυσσαλέα σιωπή, επιστρέφει στην παιδικότητα όχι προφανώς επειδή τη νοσταλγεί, αλλά επειδή επιδιώκει να ξεχάσει αυτό που είναι σήμερα, να το εξορκίσει αναστρέφοντας το χρόνο. Προχωρεί απελπισμένα, στα τυφλά, «απαθώς κατάκοπος», απελπισμένος και τρομάζει στη σκέψη της απώλειας του Αλλου, ενός «ανθρώπου άυλου», κρυφού από τη θέα των άλλων, ενός όντος, του οποίου η θέση του στο χώρο δεν ορίζει τη φυσική του ταυτότητα. Ισως να πρόκειται για τον αθέατο, τον κρυμμένο «εαυτό», που επιμένοντας σ’ ένα όνειρο, καθίσταται η σάρκα που «φτεροκοπά» χωρίς οδύνη.

Εικονογραφική φαντασία

Η πραγματικότητα, ασύλληπτη ενδεχομένως, φευγαλέα ή και εικονική, είτε ως «γυναίκα που κοίταζε φεγγάρια πανσελήνου», είτε ως «ψάρια που για μια άνωθεν μπουκίτσα δεν οσμίζονται το δόλιο προτηγάνισμα», ως «ενορίτες αγάπης, συνταξιούχοι οίκτου ή συνδρομητές εμπρησμού», είτε ως αναμενόμενο «βουητό πλήξης» προερχόμενο από τη νηστεία των παθών, συνεχίζει να πλέει ασταμάτητα μέσα σε στίχους, όπου η εικονογραφική φαντασία αιφνιδιάζει εισάγοντας τον αναγνώστη σε μια διηνεκή ροή σκέψεων.

Τα είκοσι εννέα ποιήματα της συλλογής του Γιάννη Βαρβέρη κατασκευάζουν ποιητικά το επικάλυμμα του κενού, της ερωτικής απουσίας, υφαίνουν το σάβανο που σκεπάζει το αντικείμενο του πόθου, ανέγγιχτο σήμερα και απλησίαστο, ένα μέρος ονείρου και αυτό. Ο έρωτας – οδύνη οδεύοντας στη σύγχρονη εποχή προς την καταστροφική του άλωση καθίσταται τελικά όνειρο, μια «ταραγμένη μακαριότητα», ένα «τρομαγμένο πανηγύρι», που όμως στο ποιητικό σύμπαν του Βαρβέρη λειτουργεί ως αυτάρκης κόσμος με τα δικά του μέσα αποδίδοντας ό,τι αυτάρεσκα καλύπτεται μέσα στη σύγχρονη (και αξιολύπητη) αστική νηφαλιότητα. Πρόκειται για μια φαινομενική μακαριότητα, οικειοθελώς υποχρεωτική στις μέρες μας, που με τον τρόπο της συμβάλλει στη διατήρηση της ετοιμότητας και της αισθαντικότητας του ποιητή συντελώντας έτσι στον εμπλουτισμό του επικοινωνιακού του κώδικα.

Υπάρχουν περίοδοι στην ιστορία, όπου όλα μοιάζουν να έχουν εξαντληθεί, όπου κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να δηλώσει ότι κερδίζει ή ότι χάνει και όπου οι άνθρωποι γνωρίζουν ότι τίποτε δεν διορθώνεται, εκτός πια κι αν αλλάξουν οι συνθήκες του ίδιου του παιχνιδιού. Κι ενώ οι περισσότεροι απορούν καθώς μοιάζουν ασφυκτικά κλεισμένοι σε μια εν πολλοίς ανόητη φάρσα, ο ποιητής έρχεται να μοιραστεί μαζί τους τη δυνατότητα που του παρέχεται να επιστρέφει, να ξαναρχίζει, να ξεπερνά «ψευδαισθήσεις αθανασίας» και συνακόλουθα «αγορασμένους συγγενείς» που «αθλούνται σε ανακαινίσεις» («χρυσές δουλειές της καλλονής/σε βάρος της μελέτης/ πούδρες εταίρες θέλγητρα καμώματα του δόλου/στα καταγώγια της αισθητικής/σε βάρος της αγάπης), όλα μια αυταπάτη, «πεταμένα λεφτά» (ο τελευταίος στίχος της συλλογής).

Η σύγχρονη πλάνη

Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι πουθενά στη συλλογή του Βαρβέρη δεν απαντά η συγκεκριμένη λέξη (αυταπάτη), λέξη που στην ποίηση του Αναγνωστάκη κυρίως και πολλών ποιητών της γενιάς του νοηματοδότησε την πλάνη (με ό,τι κι αν συνεπάγεται αυτή). Αντί για τον όρο αυτό ο Βαρβέρης χρησιμοποιεί όρους, όπως «νηστεία παθών», «ανέγγιχτο δίλημμα», «κωμική υποψία», «θηριώδης ευχή μιας δικαιοσύνης», «άγονη λατρεία», «πλήξη από τις απανωτές διασώσεις» εξασφαλίζοντας με τον τρόπο του την ένταση εικόνων που μπορεί μεν να παράγουν τη σύγχρονη αυταπάτη, αφήνουν όμως παράλληλα στον αναγνώστη ελεύθερο το δρόμο των επιλογών. Αρκεί να έχει αποφασίσει να συμπλεύσει με μια τόσο πλούσια ποιητική φαντασία, να περπατήσει στον ίδιο δρόμο με τον ποιητή ανταποκρινόμενος στο πνευματικό του κέλευσμα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή