Το δώρο και το μαστίγιο

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τρούμαν Καπότε

Αλλες φωνές, άλλοι τόποι

μετ. Αχιλλέας Κυριακίδης

εκδ. Μεταίχμιο

Οταν οι προσευχές εισακούονται

μετ. Γιούρι Κοβαλένκο

εκδ. Καστανιώτη

«Αισθάνομαι ότι ουδέποτε έζησα ένα ήρεμο δευτερόλεπτο στη ζωή μου, αν εξαιρέσεις την περιστασιακή επίδραση των ηρεμιστικών», έγραφε ο Τρούμαν Καπότε, ο συγγραφέας του ντελικάτου και μελαγχολικού «Πρόγευμα στο Τίφανι’ς» και του σκληρού όσο και καινοτόμου «Εν Ψυχρώ», λίγα χρόνια πριν από τον (όχι και τόσο αιφνίδιο) θάνατό του, τον Αύγουστο του 1984, από προβλήματα στο συκώτι κι ένα μοιραίο κοκτέιλ ναρκωτικών και αλκοόλ.

Είκοσι ένα χρόνια μετά και με αφορμή την επανέκδοση στα ελληνικά, από μια συγκυρία της τύχης, του πρώτου και του τελευταίου του ημιτελούς μυθιστορήματος, ίσως είναι μια καλή ευκαιρία να ξαναδεί κανείς το «φαινόμενο Τρούμαν Καπότε».

Παιδί-θαύμα

Γεννημένος το 1924 στη Νέα Ορλεάνη, ο Τρούμαν Στρέκφους Πέρσονς, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, περνάει τα παιδικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη και στο Κονέκτικατ. Στα δεκαέξι του παρατάει το σχολείο και πιάνει δουλειά στο περιοδικό New Yorker ως κλητήρας, ώσπου το 1944 δημοσιεύει το πρώτο του διήγημα «Μύριαμ». Το 1948, σε ηλικία είκοσι τεσσάρων ετών, εκδίδει το πρώτο του μυθιστόρημα «Αλλες φωνές, άλλοι τόποι», αποσπώντας εξαιρετικά εγκωμιαστικές κριτικές και χαιρετίζεται ως το παιδί-θαύμα της αμερικανικής λογοτεχνίας.

Ενας κόσμος σε παρακμή κι ένα μικρό αγόρι που μεγαλώνει προσπαθώντας να υπάρξει σε αυτόν τον γυμνό και αποξενωμένο κόσμο του αμερικανικού Νότου, αποτελoύν τον καμβά στον οποίο ξετυλίγεται η γοητευτική και ονειρική αφήγηση του Τρούμαν Καπότε για τους τόπους της παιδικής του ηλικίας.

«Εγώ έκανα επιτυχία το «Αλλες φωνές, άλλοι τόποι»», έλεγε, το 1960, στον φίλο του συγγραφέα Τζον Νόουλς. «Μόνος μου άνοιξα τον δρόμο στην καριέρα μου. Εγινα εγώ θέμα συζήτησης κι έκανα και το βιβλίο μου θέμα συζήτησης. Αν δεν θες το μυθιστόρημά σου να πέσει σαν βοτσαλάκι στον ωκεανό και να ξεχαστεί μονομιάς, πρέπει μόνος σου να δημιουργήσεις την επιτυχία».

Το πρόβλημα όμως ήταν ότι, επιβάλλοντας υπερβολικά τον εαυτό του ως θέμα συζήτησης, κατάφερε να επιφέρει ακριβώς τα αντίθετα, όπως ήταν φυσικό, αποτελέσματα ως προς το έργο του. Ο Καπότε από τρομερό παιδί των αμερικανικών γραμμάτων και συγγραφέας πρώτης γραμμής (ειδικά μετά την έκδοση του «Εν Ψυχρώ» και την τεράστια απήχηση που είχε καλλιτεχνικά και εμπορικά), γίνεται σούπερ κοσμικός -πρωτοσέλιδο των εφημερίδων και των περιοδικών, τα οποία τον αντιμετωπίζουν ως αστέρα των ντισκοτέκ, κουτσομπόλη, «αδερφή», φίλο πλουσίων, χαπάκια και μέθυσο- και πολύ συχνά δυστυχώς ένας (όχι και τόσο άδολος) διασκεδαστής της υψηλής κοινωνίας, της οποίας τόσο πολύ επιθύμησε και πάσχισε να γίνει επίλεκτο μέλος.

Στον κάλαθο αχρήστων

Το αν τελικά τα κατάφερε ή όχι, αποδείχθηκε όταν δημοσίευσε στο περιοδικό Esquire τα πρώτα σκανδαλώδη κεφάλαια του μυθιστορήματος «Οταν οι προσευχές εισακούονται» -ένα gossip μείγμα κακίας, αδιακρισίας, κουτσομπολιού και κατινιάς, αλλά συγχρόνως εκπληκτικού λογοτεχνικού στυλ και υποφώσκουσας μυθοπλασίας- και με το τι ακολούθησε εν συνεχεία. Η υψηλή κοινωνία, η οποία με τόση ευκολία και «γενναιοδωρία» τον είχε αγκαλιάσει πριν από κάμποσα χρόνια, ήταν τώρα αυτή που με την ίδια ευκολία τον πετούσε στον κάλαθο των αχρήστων σαν ένα κακό, ενοχλητικό και μαρτυριάρικο παιδί, που χώνει τη μύτη του σε ξένες υποθέσεις και δεν αξίζει τον κόπο να ασχολείται πια κανείς μαζί του, εφόσον ούτως ή άλλως δεν ήταν ποτέ σαρξ εκ της σαρκός της, αλλά ξένο σώμα.

Το μικρό αγόρι του «Αλλες φωνές, άλλοι τόποι» είναι ίσως το ανεστραμμένο είδωλο του νεαρού ήρωα στο «Οταν οι προσευχές εισακούονται»: ένα είδος αρσενικής πόρνης, ένας τυχοδιώκτης φέρελπις συγγραφέας που δεν έχει την ελάχιστη ηθική αναστολή να κοιμηθεί με άντρες και γυναίκες «για σοκολάτες», ήδη από την προεφηβική του ηλικία, και αργότερα, προκειμένου να επιβιώσει και να αποκτήσει μια θέση στα κοσμικά σαλόνια και στους κύκλους των διανοουμένων της Νέας Υόρκης. Η πτώση, ωστόσο, είναι αναπόφευκτη. Ο μικρός Τζόελ Χάρισον Νοξ και ο νεαρός Π. Μπ. Τζόουνς -οι δύο όψεις, εντέλει, της περσόνας του Τρούμαν Καπότε-, με άλλους όρους ο καθένας, θα ακολουθήσουν τις λάμψεις τους πέφτοντας σαν μακρινά αστέρια από έναν ολοφώτεινο πλην αφιλόξενο ουρανό.

Ποιοι εσωτερικοί δαίμονες και ποιο αδηφάγο αίσθημα ματαιοδοξίας οδήγησαν τον Τρούμαν Καπότε -τον έναν ίσως από τους δύο μεγαλύτερους μεταπολεμικούς συγγραφείς της Αμερικής (ο άλλος είναι προφανώς ο Νόρμαν Μέιλερ, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, οφείλει ουκ ολίγα στον άσπονδο φίλο του Τρούμαν για την επινόηση του «δημοσιογραφικού μυθιστορήματος») και πάντως ανυπέρβλητο στυλίστα- από τους ανοιχτούς ορίζοντες του αμερικανικού Νότου στον jet set μικρόκοσμο του Μεγάλου Μήλου και την αυτοκαταστροφή, δεν έχει μεγάλη σημασία για όσους επιμένουν να διαβάζουν τα βιβλία του σαν προσευχές. Είτε εισακούστηκαν είτε όχι.

«Οταν ο Θεός σού δίνει ένα δώρο, σου δίνει μαζί κι ένα μαστίγιο. Και το μαστίγιο προορίζεται αποκλειστικά για το αυτομαστίγωμά σου», έγραφε ο Τρούμαν Καπότε στον πρόλογο του τελευταίου ολοκληρωμένου του βιβλίου «Μουσική για χαμαιλέοντες». «Στο μεταξύ, βρίσκομαι εδώ, μόνος στη σκοτεινή μου τρέλα, με την τράπουλά μου – και φυσικά με το μαστίγιο που μου έδωσε ο Θεός».

* Ο Θάνος Σταθόπουλος είναι συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή