Ο Μαξ Βέμπερ έρχεται ξανά στην επικαιρότητα

Ο Μαξ Βέμπερ έρχεται ξανά στην επικαιρότητα

5' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Max Weber

Οικονομία και Κοινωνία – Κοινωνιολογικές Εννοιες

Μετάφραση – Εισαγωγή – Επιμέλεια: Θανάσης Γκιούρας

εκδ. Σαββάλας, σελ. 498

ΟΜαξ Βέμπερ (1864-1920) -πρωταγωνιστής στην ανάπτυξη της σύγχρονης κοινωνιολογίας, από τους ιδρυτές της «Ενωσης Γερμανών Κοινωνιολόγων»- συνέδεσε την ακαδημαϊκή του καριέρα με τη μακρόχρονη παρουσία του στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης και τη συγγραφική του δραστηριότητα με το έργο που, μετά το θάνατό του, έγινε γνωστό ως «Οικονομία και Κοινωνία» (Wirtschaft und Gesellschaft): το σημαντικότερο (παρότι ημιτελές) έργο της ωριμότητάς του. Το δίχως άλλο, η συγκεντρωτική έκδοση του έργου στα ελληνικά δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητη, παρά το γεγονός ότι αρκετά κείμενα του έργου είναι ήδη γνωστά στο κοινό από προηγούμενες εκδόσεις. Η έκδοση του «Οικονομία και Κοινωνία» από τον οίκο «Σαββάλα», υπό τη φροντίδα του καθηγητή Θανάση Γκιούρα, στηρίζεται στην εγκεκριμένη έκδοση των «Απάντων» του Γερμανού στοχαστή και περιλαμβάνει έξι τόμους: τον πρώτο «Κοινωνιολογικές Εννοιες» (είναι ο ανά χείρας τόμος), τον δεύτερο «Κοινότητες», τον τρίτο «Κοινωνιολογία της Θρησκείας», τον τέταρτο «Κοινωνιολογία του Δικαίου», τον πέμπτο «Κοινωνιολογία της Εξουσίας» και τον έκτο «Πόλεις».

Θύμα δύο πολέμων

Το «Οικονομία και Κοινωνία», μεταξύ άλλων, υπήρξε θύμα δύο πολέμων: του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου που διέκοψε βίαια την εκδοτική περάτωση των αρχικών σχεδίων του Βέμπερ και των συνεργατών του, και του Ψυχρού Πολέμου στο πλαίσιο του οποίου οι βεμπεριανές συλλήψεις χρησιμοποιήθηκαν ως οπλοστάσιο ενάντια στο μαρξιστικό στρατόπεδο ή, έστω, ως ανταπάντηση στη μαρξιστική θεωρία. Παρ’ όλα αυτά (εκτός ίσως από τα μαρξικά κείμενα και τη γραμματεία της μαρξιστικής παράδοσης στην Ευρώπη) υπήρξε το έργο που άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή στην ακαδημαϊκή εξέλιξη των κοινωνικών επιστημών του 20ού αιώνα στην Ευρώπη και στην Αμερική. Ο Βέμπερ, άλλωστε, γεφύρωσε την κοινωνιολογία του 18ου και 19ου αιώνα με την κοινωνιολογία του 20ού, χρησιμοποιώντας τις μοναδικές σε πλούτο οικονομικές και νομικές γνώσεις του για να συλλάβει και να ερμηνεύσει με πρωτοφανή ακρίβεια, έκταση και πρωτοτυπία τα ποικίλα φαινόμενα και να τα εντάξει στο πλαίσιο μιας «επιστήμης του πολιτισμού» – πράγμα που ελάχιστοι πέτυχαν μέχρι σήμερα. Πρόθεσή του ήταν η θεμελίωση της κοινωνικής επιστήμης στη βάση κατανόησης του κοινωνικού πράττειν -σε αντίθεση με τις μεσαιωνικές ή παραδοσιακές πρακτικές-, η ανάδειξη ορισμένων χρηστικών, ούτως ή άλλως, εννοιών και η ανάλυση των θεμελιωδών σχέσεων εντός της κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης και όχι απλά η ανάπτυξη κάποιου είδους μόνον «οικονομικής» ή μόνον «κοινωνιολογικής θεωρίας».

Η ιστορία

Για τον Βέμπερ η ιστορία ήταν «δρόμος που ο διάβολος τον είχε στρώσει με κατεστραμμένες αξίες». Η βαθιά κοινωνικοπολιτική κρίση που συγκλόνισε το δυτικό κόσμο -για να σταθούμε μόνο σε μερικά από τα σημαντικά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα μέχρι το 1920- ανακάμπτει σήμερα με άλλη ένταση και μορφή. Ποιος είναι εδώ ο ρόλος της κοινωνικής επιστήμης; Ο Βέμπερ έδωσε ένα επιπλέον μάθημα: Ουδέποτε λειτούργησε σαν «homo economicus» επιστήμονας, όπως αρκετοί σημερινοί «συνάδελφοί» του. Αντίθετα, με την επιστημονική του μεγαλοπρέπεια και τις ασυνήθιστες πνευματικές -αναλυτικές και συνθετικές- δυνάμεις, άνοιξε νέους μεθοδολογικούς δρόμους και δημιούργησε μια κοινωνική επιστήμη, η οποία συνδέθηκε με την ιστορία, δίχως να υπαχθεί συστηματικά σε κανένα από τα έως τότε γνωστά σχήματα – δηλαδή, το ζητούμενο σήμερα. Το έργο του είχε στόχο να αναδείξει τις ανθρώπινες δραστηριότητες στις διάφορες μορφές οικονομίας, δικαίου και κυριαρχίας και να τις ενσωματώσει σε ένα αυτόνομο σύστημα ερμηνείας του πολιτισμού και των αξιών που ενστερνίστηκαν οι άνθρωποι κατά τόπους και εποχές.

Επικρίθηκε ο Βέμπερ ως «αστός Μαρξ», αφού με την κοινωνιολογία του ξύπνησε αρκετούς από το όνειρο μιας κοινωνίας που θα αποτελούσε βάση μιας δυνητικής ζωής. Σήμερα, ωστόσο, που οι ουτοπίες έχουν αδειάσει την ουσία τους ο Βέμπερ εμφανίζεται επίκαιρος, ακριβώς γιατί μίλησε για τη δυτική κοινωνία μέσα από τις ερμηνείες και τις εκλογικεύσεις της, όπως αποτυπώνονται από τις εμπειρικές κοινωνικές επιστήμες και όπως εκφράζονται στην οικονομία και στην πολιτική (παραγωγή, εξουσία, κράτος, γραφειοκρατία). Είχε αναγνωρίσει εκ των προτέρων ότι η εκλογίκευση που εκπίπτει σε φορμαλιστικό ορθολογισμό δεν αποτελεί εγγύηση του θριάμβου που οι ποικιλώνυμοι «δημοκράτες της καλής θέλησης» αποκαλούν σήμερα φιλελεύθερες αξίες. Είχε αναγνωρίσει με απαισιοδοξία την προοδευτική επέκταση της γραφειοκρατικής οργάνωσης και, ειδικότερα, σαν δημοκράτης πολιτικός βίωσε την απογοήτευση από την τρέχουσα πολιτική του καιρού του. Σημαντικά ωστόσο ερωτήματά του στη σημερινή φάση εξέλιξης του κόσμου παραμένουν ανοιχτά: Ποιες είναι οι δικλίδες νομιμοποίησης της εξουσίας; Εχει «ξεμαγευτεί» τελικά ο κόσμος; Ποια η έκταση της σαγήνης που ασκεί σήμερα η θρησκεία στις σχέσεις και την κοινωνικοπολιτική δράση ατόμων και συνόλων;

Ο Βέμπερ γνήσιος «απόγονος» του Μακιαβέλι και ομόχρονος του Νίτσε, είχε διερωτηθεί σχετικά με το πώς μπορεί να είναι κάποιος «εντός πολιτικής», με ποιους όρους, με ποιες αξίες και με ποια δράση. Πώς μια κοινωνία θα μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στα παγκόσμια τεκταινόμενα; Πώς συνδέονται το γόητρο, ο πολιτισμός και η ισχύς; Πώς επανεξετάζεται το σύγχρονο οργανωτικό μοντέλο διακυβέρνησης; Ποια τα όρια της εμπορευματοποίησης των δημόσιων αξιωμάτων και των λειτουργημάτων; Ξαναδιαβάζοντας κανείς τον Βέμπερ, λιγότερο θα πρέπει να ενδιαφερθεί για τον ακαδημαϊκό χαρτοπόλεμο που προκάλεσε η «Οικονομία και Κοινωνία» και «Η Προτεσταντική Ηθική» και περισσότερο θα πρέπει να θυμάται ότι η σκέψη του, και γενικότερα αυτού του είδους η σκέψη, ουδέποτε προσφέρθηκε για επεξεργασία κάποιας ορθοδοξίας – εκτός κι αν θεωρήσουμε την ορθοδοξία ως άρνηση όλων των ορθοδοξιών. Την πρωτοβουλία αυτή άξιζε να την αναλάβει κάποιος, εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Καθώς φαίνεται στη χώρα μας αρχίζει να διαμορφώνεται επιτέλους ένα πιο ξεκάθαρο τοπίο με τις εκδόσεις κλασικών έργων.

Θεμελιωτής της σύγχρονης κοινωνιολογίας

Ο Μαξ Βέμπερ γεννήθηκε το 1864. Υπήρξε γόνος ευκατάστατης οικογένειας με ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή της Γερμανίας. Ο πατέρας του ήταν μέλος του Ράιχσταγκ με το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα. Σπούδασε νομικά και οικονομία στα Πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης, του Βερολίνου, του Γκαίτινγκεν και δίδαξε στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου, του Φράιμπουργκ και της Χαϊδελβέργης όπου διαδέχθηκε τον Knies. Το 1897 κλονίστηκε από σοβαρή νευρική υπερκόπωση. Διατήρησε τον τίτλο του καθηγητή μέχρι το 1919. Ο ρόλος του ήταν καθοριστικός στη θεμελίωση της σύγχρονης κοινωνιολογίας. Εκτός από το επιστημονικό του έργο σημαντική υπήρξε η συνεισφορά του στο φιλειρηνικό κίνημα του Α΄ Π.Π. Συνεργάστηκε στη σύνταξη του προσχεδίου του «Συντάγματος της Βαϊμάρης», εκ των ιδρυτών του Γερμανικού Δημοκρατικού Κόμματος, υπήρξε έντονος επικριτής του Κάιζερ Γουλιέλμου Β΄, των γιούνκερ και των στρατοκρατών αριστοκρατών που υποστήριζαν τον Κάιζερ. Μοίρασε τη ζωή του μεταξύ επιστήμης και υψηλής πολιτικής. Πέθανε το 1920.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή