«Το σύνδρομο Αλίκη Βουγιουκλάκη»

«Το σύνδρομο Αλίκη Βουγιουκλάκη»

4' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τέρι Τζόνσον

Ηysteria

Σκηνοθ.: Κων. Αρβανιτάκης

Θέατρο Βρετάνια

Μισο-αστεία μισο-σοβαρά η Αλίκη Βουγιουκλάκη έλεγε πως ο Λάκης Λαζόπουλος υπέφερε από ένα «σύνδρομο Βουγιουκλάκη». «Θέλει πολύ να μου μοιάσει!», έλεγε. Ηταν τότε -ου, πριν από πολύ περισσότερα από δέκα χρόνια…- που ο Λάκης Λαζόπουλος επέλεξε να παίξει τη «Λυσιστράτη» όπως άλλωστε και η Αλίκη. Υπήρξε μάλιστα και μια συνέντευξή του -δεν θυμάμαι ακριβώς πού και πότε- όπου νομίζω πως ο Λαζόπουλος πέταγε κάποιες φαρμακερές σπόντες για την Αλίκη. Αργότερα έγιναν στενοί φίλοι, η Αλίκη «έφυγε» και ο Λάκης έγινε ο σούπερ-σταρ που είναι τώρα.

Με την φετινή παράσταση «Hysteria» του Τέρρυ Τζόνσον όπου ο Λαζόπουλος εμφανίζεται ως ο πατέρας της σύγχρονης ψυχιατρικής ανάλυσης, ως ο Σίγκμουντ Φρόιντ και μάλιστα σε ώριμη ηλικία, κι όπου πριν σηκωθεί η αυλαία μία φωνή προειδοποιεί το κοινό τι περίπου να περιμένει (πάντως σίγουρα όχι τον «κλασικό» Λαζόπουλο όπως τον γνωρίζει από την τηλεόραση), θυμήθηκα μία ανάλογη περίπτωση με την Αλίκη Βουγιουκλάκη.

«Εκτός προγράμματος»

Ηταν η εποχή που το θρυλικό ζευγάρι Παπαμιχαήλ – Βουγιουκλάκη είχε ξανασμίξει στη σκηνή παίζοντας το «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» ένα έργο που ήταν μεν κωμωδία -του Βρετανού Ουίλι Ράσελ- όμως με, ας πούμε, υψηλούς στόχους μια κι απευθυνόταν σ’ ένα κοινό που ήξερε από λογοτεχνία. Στο έργο γίνονταν αναφορές σε πολλούς κλασικούς συγγραφείς και φιλοσόφους. Οταν το έργο πήγε περιοδεία στην ελληνική επαρχία (άρχισε θυμάμαι από την Καβάλα) η τετραπέρατη Αλίκη συμπέρανε μετά την πρεμιέρα πως η παράσταση -όπου μία απλοϊκή κομμώτρια μεταμορφωνόταν σε μια κουλτουριάρα με αξιώσεις- ήταν δυσνόητη και δύσκολη για το κοινό. Τι έκανε; Από την άλλη μέρα, πριν «σηκωθεί» η αυλαία, εμφανιζόταν «εκτός προγράμματος» με μια βαρύτιμη τουαλέτα και με κοσμήματα που έλαμπαν (έτσι μήπως δεν προτιμούσε να τη δει το κοινό «της»;) και μιλούσε απευθείας στους θεατές εξηγώντας το έργο και το μήνυμά του. Εχοντας, λοιπόν, απολαύσει αυτό που ήθελαν να δουν, οι θεατές μπορούσαν να παρακολουθήσουν πλέον μια παράσταση όπου δεν υπήρχαν βέβαια ούτε τα επίσημα βραδινά φορέματα ούτε και τα φτερά. Και η παράσταση τριγύρισε δύο φορές την Ελλάδα με τεράστια εισπρακτική επιτυχία.

Τώρα, η από μεγαφώνου εισαγωγή μού θύμισε την παλιά εκείνη περίπτωση. Κι όταν άνοιξε η αυλαία αποκαλύπτοντας έναν σιωπηλό γηραιό κύριο με μούσι σε μία πολυθρόνα, από πίσω μου άκουσα μια νεανική φωνή να καθησυχάζει την συντροφιά του: «Δεν είναι αυτός ο Λαζόπουλος! Περίμενε!».

Κι όμως ήταν ο Λαζόπουλος. Αντε να πω και μια άλλη περίπτωση όταν ο Λ.Λ. ήταν ο Μέκι Μέσερ στην μεγαλόπνοη παράσταση της «Οπερας της Πεντάρας» του Μπρέχτ και Βάιλ σε σκηνοθεσία Ζιλ Ντασέν και με πολύ μεγάλα και άξια ονόματα ερμηνευτών. Ο κόσμος περίμενε προφανώς κι εκεί κάτι άλλο. Πάλι θυμάμαι δύο νεαρές πίσω μου που δυσφορούσαν. «Μην ανησυχείς», είπε η μία, «Να τώρα θα βγεί ο Λαζόπουλος και να δεις τι γέλιο θα πέσει!»

Τα λέω τώρα όλ’ αυτά για να δείξω σε τι είδους γνήσια τραγικές καταστάσεις μπορούν να βρεθούν ερμηνευτές σαν την αξέχαστη πάντα Βουγιουκλάκη, ή τώρα τον Λαζόπουλο καλή ώρα, έτσι και κάνουν την παραμικρή προσπάθεια να βγουν εκτός ενός πετυχημένου εαυτού, τον οποίον έχει συνηθίσει κι αποδεχτεί το κοινό. Το ρίσκο που παίρνουν επάνω τους είναι τεράστιο.

Γνήσιος Φρόιντ

Και ο Λάκης Λαζόπουλος εδώ πέτυχε. Οπως άλλωστε είχε πετύχει και με τον Αριστοφάνη το περασμένο καλοκαίρι. Ο Σίγκμουντ Φρόιντ του ήταν ακριβώς εκείνη η γεροπαράξενη προσωπικότητα με τη μεγάλη δόση ενός γλυκόπικρου χιούμορ που επιθύμησε ο 51χρονος συγγραφέας Βρετανός Τέρρυ Τζόνσον, ο οποίος έχει αποσπάσει πολλά δικαίως αποκτηθέντα βραβεία για τη συγγραφή κωμωδιών υψηλού επιπέδου. Δηλαδή, ουδεμία σχέση με εκείνα τα ευθυμογραφήματα του Ρέι Κούνεϊ…

«Ιούλιος 1938. Μία βροχερή νύχτα στο Χάμστεντ…». Μία νεαρή της οποίας η μητέρα ήταν υπό την παρακολούθηση του Φρόιντ, εισβάλλει στο σπίτι του. Αργότερα εισβάλλει και ο ζωγράφος Σαλβαντόρ Νταλί. (Προσωπική σημείωση: θυμάμαι μία παραμονή πρωτοχρονιάς -70, 71;- στο σπίτι του Βαγγέλη Παπαθανασίου στο Παρίσι, όπου τιμώμενο πρόσωπο ήταν ένας γερασμένος πια Νταλί. Ηταν και ο Γιάννης Τσαρούχης εκεί.) Ο Εβραίος γιατρός Γιαχούντα (εδώ ένας απολαυστικός Μπάμπης Γιωτόπουλος, ο μόνος που θα μπορούσε να σταθεί ψύχραιμα ισάξιος ανάμεσα στα ιερά τέρατα, Λαζόπουλο και Ακη Σακελλαρίου) ως στενός φίλος του Φρόιντ δεν εισβάλλει -υπάρχει δικαιωματικά και μόνιμα στον περίγυρο του ψυχαναλυτή.

Καλό θα ήταν να γνωρίζει κανείς μερικά πράγματα για την ιστορία της ψυχανάλυσης και τον πόλεμο ανάμσα σε Φρόιντ και Γιούνγκ. Ομως και τίποτα να μη γνωρίζει, η ορθολογο-αναρχο-σουρεαλιστική πλοκή η οποία περπατάει πάνω στα χνάρια μιας πάλαι ποτέ ψυχο-σεξουαλικής επιστήμης, όπως και πάνω στους καμβάδες σουρεαλιστών εικαστικών δημιουργών οι οποίοι ζούσαν ακριβώς όπως και ζωγράφιζαν, και επίσης επάνω στα τόσο οικεία μας ταλέντα, ενός Ακη Σακελλαρίου, ενός Λάκη Λαζόπουλου κι ενός Μπάμπη Γιωτόπουλου δημιουργεί τη φρενίτιδα την οποία ο Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης με την σκηνοθεσία του τροχονόμησε τόσο μαεστρικά.

Ενδεχομένως, η Φαίη Ξυλά ως η νεαρή Τζέσικα να εμφανίζεται ως υπερβολικά νευρωτική, όμως αυτό είναι κάτι που μπορεί να το κρίνει καλύτερα ένας ψυχίατρος παρά ένας κριτικός. Και μπορεί ο Ακης Σακελλαρίου να υπήρξε πιο συνεπής στους παραπλήσιους ρόλους του στην «Κατάρα της Ιρμα Βέπ» ή στο «Τέλος του Οίκου Ασερ», ή ακόμα και ο Λάκης Λαζόπουλος να γλίστρησε μερικές φορές προς την υπεροψία μιας χήρας Μίτσι, όμως αυτές είναι λεπτομέρειες που δεν αλλάζουν αποφασιστικά το ισοζύγιο μιας καλής παράστασης. Στα θετικά στοιχεία που συμβάλλουν στο τελικό σύνολο πρέπει να προσθέσει κανείς τις γεμάτες χιούμορ εικαστικές παρεμβολές του σκηνογράφου Γιώργου Γαβαλά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή