Το κίτρινο της παράνοιας

4' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακόμη και εκείνοι που δεν τρέφουν κανένα ενδιαφέρον για την Τέχνη έχουν ακούσει για τον Βαν Γκογκ. Εχουν ακούσει για τα πάθη του, ότι έκοψε το αυτί του το τύλιξε σε ένα χαρτί εφημερίδας και το παρέδωσε σε μια από τις γυναίκες του τοπικού πορνείου. Δεν ήταν καμιά αξιοζήλευτη ζωή. Μόνο η μεταθανάτια φήμη του, αλλά και αυτή πώς θα μπορούσε να έρθει αν δεν είχε προηγηθεί αυτή η ζωή; Φαίνεται πως όλα πια είναι γνωστά για τον Βαν Γκογκ, όμως δεν παύουν καινούργια βιβλία να εμφανίζονται κάθε τόσο για τα πάθη και την τέχνη του.

Η έκρηξη των αντιθέτων

Το πρόσφατο βιβλίο του Μάρτιν Γκέιφορντ «The yellow house: Van Gogh, Gauguin and Nine Turbulent Weeks in Arles» (εκδ. Fig Tree, 368 σελ. 18,99 στερλίνες), επικεντρώνεται στις εννιά εβδομάδες που προηγήθηκαν της κρίσης του Βαν Γκογκ. Αναβιώνει και τις παραμικρές λεπτομέρειες της ζωής στο κίτρινο σπίτι της Αρλ. Εκεί, στην παλιά γαλλική πόλη κοντά στη μεσογειακή ακτή, ο Βαν Γκογκ φιλοδόξησε να αναστήσει μιαν αποικία καλλιτεχνών· ένα εργαστήρι του Νότου όπου όλοι οι μοντέρνοι ζωγράφοι θα δούλευαν μέσα στην ελευθερία που κομίζει το δυνατό φως του ήλιου. Μακριά από ακαδημαϊκές σχολές και συμβάσεις. Σαν πρώτο βήμα κατέκλυζε τον Γκογκέν επί πέντε μήνες με προσκλήσεις να κατέβει στην Αρλ και να γίνουν μαζί η βάση της καλλιτεχνικής αυτής αποικίας. O Γκογκέν, πέντε χρόνια μεγαλύτερος από τον Βαν Γκογκ και ηγέτης μιας ομάδας νέων καλλιτεχνών, ήταν απένταρος. Ετσι, τελικά αποδέχθηκε την πρόσκληση για το κίτρινο σπίτι. Επιθυμία του Βαν Γκογκ ήταν το σπίτι αυτό να γίνει ένα είδος μοναστικής κοινότητας, όπου θα γεννιόταν η νέα τέχνη. Το σπίτι όμως ήταν πρωτόγονο και δεν είχε μπάνιο. Οι δύο ζωγράφοι κατ’ αρχήν έπρεπε να μοιράζονται το ίδιο στούντιο την ημέρα και τη νύχτα, όπως ανακάλυψε ο Γκογκέν, ο Βαν Γκογκ για να πάει στο υπνοδωμάτιό του, έπρεπε να διασχίσει το δικό του. Οι τοίχοι του δωματίου του Βαν Γκογκ έσφυζαν από τη ζωή και τα χρώματα των εκπληκτικών νέων πινάκων του, με τους κήπους των γύρω κήπων και τα ηλιοτρόπια να λάμπουν μέσα σε ένα εκτυφλωτικό κίτρινο φόντο.

Στην αρχή ο Γκογκέν, καθώς γράφει ο Ρίτσαρντ Κορκ στον «Γκάρντιαν», δεν έδειξε να ενοχλείται από τις συνθήκες διαβίωσης. Πήρε τον ρόλο του μάγειρα και οι δύο άνδρες έκαναν τακτικές επισκέψεις στο πορνείο της Αρλ. Γρήγορα, όμως, ο Γκογκέν συνειδητοποίησε ότι ο συγκάτοικός του μετεωριζόταν πάνω στην άβυσσο της τρέλας. H ακριβής αιτία για την εσωτερική ταραχή του Βαν Γκογκ έχει υπάρξει θέμα πολλών συζητήσεων και εικασιών με διαγνώσεις που κυμαίνονται από γλαύκωμα, βαριά ηλίαση, αλκοολισμό (αψέντι), σύφιλη και σχιζοφρένεια. O Γκέιφορντ πιστεύει ότι ήταν η μανιοκατάθλιψη που στη διάρκεια των κρίσεών της ο πάσχων εισέρχεται σε μια κατάσταση όπου βρίσκονται ανάμικτα η ορμητική μανία με τους φόβους και το άγχος της κατάθλιψης.

Την κατάσταση αυτή του Βαν Γκογκ ενίσχυσαν και οι ειδήσεις από τον αδελφό του και έμπορο έργων τέχνης Τεό, ότι ο Γκογκέν είχε μόλις κερδίσει 500 φράγκα από την πώληση ενός, μεγάλων διαστάσεων, έργου του. Αυτό πίκρανε τον Βαν Γκογκ που δεν είχε μπορέσει να πουλήσει ούτε ένα έργο του. Εξαρτώμενος από την οικονομική βοήθεια του πιστού Τεό, ένιωσε ψυχικά και σωματικά λαβωμένος. Αλλωστε, οι δυο τους, Βαν Γκογκ και Γκογκέν, είχαν και αισθητικο-καλλιτεχνικές διαφορές για τις οποίες ο συγγραφέας είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικός. O τρόπος του Βαν Γκογκ ήταν η ζωγραφική με τον αυθορμητισμό της ζωής. Δουλεύοντας με την ανάμνηση των πραγμάτων, τον έκανε να χάνει τον προσανατολισμό του, ενώ αντίθετα ο πιο στοχαστικός Γκογκέν αξίωνε ότι «η τέχνη είναι αφαίρεση· αφαίρεση από τη φύση, ενώ ονειρεύεται εμπρός της». Οι διαφορές τους ήταν ισχυρές και ο Γκογκέν γρήγορα συνειδητοποίησε ότι «μεταξύ δύο τέτοιων ανθρώπων, ο ένας ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί και ο άλλος σιγανά βράζοντας μέσα του, δεν θα αργήσει να έρθει η σύγκρουση».

Ο συγγραφέας κατορθώνει να εισχωρήσει σε δύο τόσο σύνθετα πνεύματα, να αναλύσει τις σκέψεις, τους φόβους, τις φιλοδοξίες, τις φαντασίες τους με αξιοθαύμαστη καθαρότητα. Και ανιχνεύει πιθανές πηγές για την πράξη του Βαν Γκογκ σε ένα δημοσίευμα της «Φιγκαρό» για τον Τζακ τον Αντεροβγάλτη, ο οποίος πρόσφατα είχε μαχαιρώσει την Κάθριν Εντοους, κόβοντας και το ένα αυτί της.

Τον Δεκέμβριο ο Βαν Γκογκ ανέπτυξε τη συνήθεια να σηκώνεται νύχτα και να τριγυρίζει στην κρεβατοκάμαρα του Γκογκέν. Κάθε φορά ο Γκογκέν ξυπνούσε και τον ρώταγε «τι τρέχει Βενσάν», και εκείνος γύριζε στο δωμάτιό του. H κρίση κορυφώθηκε σε ένα καφενείο, όπου ο Βαν Γκογκ άδειασε ένα ποτήρι αψέντι στο πρόσωπο του Γκογκέν. Εκείνος το απέφυγε, σηκώθηκε τον άρπαξε και τον έβγαλε από το καφενείο. Δύο μέρες πριν από τα Χριστούγεννα η βία πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις. Μια βραδιά ο Βαν Γκογκ, όρμησε εναντίον του Γκογκέν στον σκοτεινό δρόμο και ύστερα γύρισε σπίτι. O Γκογκέν πήγε να μείνει στο ξενοδοχείο και ο Βαν Γκογκ αρπάζοντας το ξυράφι έκοψε το αυτί του, ραντίζοντας τριγύρω με αίμα. Το τύλιξε σε μια εφημερίδα και το πρόσφερε σε μια πόρνη, ονόματι Ραχήλ, ζητώντας της να το «φυλάξει προσεκτικά». Μετά εξαφανίστηκε, αλλά δεν πρόβαλε καμιά αντίσταση στους αστυνομικούς όταν εισέβαλαν στο σπίτι και τον πήγαν στο νοσοκομείο.

Λίγο τρελοί

Σε ντελίριο, επανειλημμένα ζήτησε τον Γκογκέν, αλλά εκείνος πιστεύοντας ότι μια επίσκεψή του θα χειροτέρευε την κατάσταση έφυγε για το Παρίσι τη μέρα των Χριστουγέννων. Δεν ξαναϊδώθηκαν ποτέ, αλλά θα ήταν λάθος να θεωρήσει τη συγκατοίκησή τους ως πλήρη καταστροφή. Οπως διασαφηνίζει ο συγγραφέας, στη διάρκειά της ο ένας ήταν κίνητρο για τη δημιουργία του άλλου. Πράγμα που συνόψισε ο ίδιος ο Βαν Γκογκ όταν αργότερα είπε: «O Γκογκέν και εγώ κατά βάση καταλαβαινόμαστε και αν είμαστε λίγο τρελοί, τι σημασία έχει;».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή