Ο μεγάλος προάγγελος της Αναγέννησης

Ο μεγάλος προάγγελος της Αναγέννησης

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Τζότο κατέχει εξέχουσα θέση στην ιστορία της δυτικής ζωγραφικής, γιατί είναι εκείνος ο καλλιτέχνης που προετοίμασε τον δρόμο για τους μεγάλους ζωγράφους της Αναγέννησης. Σύμφωνα με τους ιστορικούς της τέχνης, είναι αυτός που άλλαξε την τέχνη της ζωγραφικής από ελληνική (δηλαδή βυζαντινή) σε λατινική και της έδωσε μοντέρνα μορφή. Με άλλα λόγια, εισάγει με το έργο του το μοντέρνο στοιχείο, το οποίο θα σημαδέψει, όχι μόνο την ίδια την τέχνη, αλλά και την καλλιτεχνική συνείδηση των νεότερων χρόνων.

Μαθητεία και δραστηριότητα

Κατά την πιο αξιόπιστη εκδοχή, ο Τζότο γεννήθηκε το 1267 και πέθανε 70 ετών, το 1337. Σε μικρή ηλικία μπαίνει ως μαθητευόμενος στο εργαστήριο του Φλωρεντινού ζωγράφου Τσιμαμπούε, όπου παραμένει μέχρι το 1288. Κάνει την καλλιτεχνική του εμφάνιση φιλοτεχνώντας μέσα στην τελευταία δεκαετία του 13ου αιώνα ένα κύκλο νωπογραφιών στη Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, στην Ασίζη. Με έδρα τη Φλωρεντία αναπτύσσει την καλλιτεχνική του δραστηριότητα, η οποία εξαπλώνεται σταδιακά σ’ ολόκληρη την ιταλική χερσόνησο.

Στο πρόσωπο του Τζότο εμφανίζεται για πρώτη φορά η εικόνα του περιζήτητου καλλιτέχνη και μοντέρνου επιχειρηματία. Είναι αυτός που έδωσε ώθηση στην αναδιοργάνωση των καλλιτεχνικών εργαστηρίων και ανταποκρίνεται σε παραγγελίες, όχι μόνο για τους Φραγκισκιανούς, αλλα και για πάπες και βασιλιάδες, από τη Ρώμη ώς την Αβινιόν, καθώς και στην ίδια τη Φλωρεντία.

Σημαντικά εικονογραφικά σύνολα του Τζότο που διασώζονται, είναι η Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου στην Ασίζη, το παρεκκλήσιο Σκροβένι στην Πάντοβα και η εκκλησία του Σάντα Κρότσε (Τιμίου Σταυρού) στη Φλωρεντία, πόλη που έμελλε να γίνει η πρώτη κοιτίδα της Αναγέννησης.

Ο τόμος – μονογραφία για τον Τζότο στη «Βιβλιοθήκη Τέχνης» της «K» περιλαμβάνει κείμενα της κριτικού τέχνης Maurizia Tarartes, ενώ το εισαγωγικό κείμενο με τίτλο «Τζότο: Κατανοώντας τον Δάσκαλο», το υπογράφει ο Isidro Bango Torviso, επίσης κριτικός τέχνης.

«Ηταν πράγματι ο ζωγράφος αυτός, όπως υποστηρίζουν οι σύγχρονοί του, ο πρώτος που καινοτόμησε ως προς την αναπαράσταση της φύσης; Οχι. Θεωρήθηκε από τους μεγάλους Αναγεννησιακούς ζωγράφους ως ένας από αυτούς; Οχι. Εντάσσεται ο «νατουραλισμός» του στο ίδιο πνευματικό κλίμα που εκπροσωπεί ο Φραγκίσκος της Ασίζης και η αγάπη του για τη φύση; Οχι. Απέναντι σ’ αυτά τα διαδοχικά «όχι» θα μπορούσε να διατυπωθεί ένα νέο ερώτημα· για ποιο λόγο εγχειρίδια και συγγράμματα επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο; Πολύ σύντομα ο Τζότο αναδείχθηκε σε μύθο και, αναγκαστικά, σαν τέτοιο θα πρέπει να τον αντιμετωπίσουμε», επισημαίνει στον πρόλογό του ο Τorviso.

Το παρεκκλήσιο Σκροβένι

«Ο Τζότο χρησιμοποεί εδώ μια γλώσσα «κοινή», όπως ο Δάντης στην ποίησή του. Αντικαθιστά τις ιερατικές και αφαιρετικές βυζαντινές μορφές με πρόσωπα «ζωντανά», παρμένα από την πραγματικότητα, βοσκούς και υφαντουργούς, υπηρέτες και εμπόρους, ανθρώπους καθημερινούς, εκφραστικούς, ντυμένους με ρούχα της εποχής. Ενας κόσμος όλο ζωντάνια, αρμονία και συνοχή, που αντλεί τα πρότυπά του από τη γλυπτική του Νικόλα Πιζάνο. O Τζότο εμπλουτίζει τα πρότυπα αυτά με μοτίβα από περιοχές πέραν των Αλπεων, ενώ την ίδια εποχή ο Τζοβάνι Πιζάνο δουλεύει στο ίδιο παρεκκλήσιο, φιλοτεχνώντας τα γλυπτά της αγίας τράπεζας. Αυτή η μετάβαση προς το «μοντέρνο», από το «ελληνικό» προς το «λατινικό» (θα μπορούσαμε να πούμε ακόμα και προς μια γλώσσα «κοινή», όπως αυτή του Δάντη) θεωρείται απ’ όλους τους σχολιαστές του, από τον Βοκάκιο ώς τον Πετράρχη και από τον Τσενίνι ώς τον Γκιμπέρτ, μείζονος σημασίας γεγονός».

(…) Ακόμα, ο Τζότο πειραματίζεται άφοβα με τεχνικές και «ειδικά εφέ», εισάγοντας εδώ διάφορες καινοτομίες σχετικές με τα υλικά, τις χρωστικές ουσίες, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αυτά «δουλεύονται». Αναμφίβολα έχουν χαραχθεί βαθιά στη μνήμη του τα ψηφιδωτά της Ρώμης και της Ραβέννας και τα έργα τέχνης από χρύσο της Βενετίας, την οποία σίγουρα επισκέφθηκε όσο βρισκόταν στην Πάδοβα». (Αποσπάσματα από το κείμενο της Maurizia Τarartes.)

Η μονογραφία για τον Τζότο της σειράς «Βιβλιοθήκη της Τέχνης» της «Κ» κυκλοφορεί σε περίπτερα και πρακτορεία Τύπου, το Σάββατο 3 Ιουνίου, στην τιμή των 5,90 ευρώ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή