Η τελετουργία ως ερμηνευτικό εργαλείο

Η τελετουργία ως ερμηνευτικό εργαλείο

3' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δημήτρης Γιατρομανωλάκης, Παναγιώτης Ροϊλός: «Προς μια τελετουργική ποιητική». Μετάφραση: Εμμανουήλ Ιωάννης Σκούρας. Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», 2005.

Αρκετά απαισιόδοξα αλλά ρεαλιστικά η Τζίνα Πολίτη στον πρόλογο του βιβλίου της «Δοκίμια για το ιστορικό μυθιστόρημα» (Αγρα) παρατηρεί ότι «μαζί με τον χρόνο της μνήμης ακυρώνεται στην εποχή μας και ο χρόνος της προσμονής». Η τελετουργία, σχετιζόμενη ως δομή και με τους δύο απαιτεί επίσης, ως πρακτική, τον δικό της χρόνο «τέλεσης». Εχοντας απολέσει προ πολλού την πολυτέλεια να διαχειριζόμαστε έναν τέτοιο «πλεονάζοντα» χρόνο, στην έκταση τουλάχιστον που αυτό γινόταν στο απομακρυσμένο έως και το πιο πρόσφατο παρελθόν, παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια (παράδειγμα το ανά χείρας βιβλίο που αποτελεί καινοτομία για τον ελληνικό χώρο) τη «χρήση» της τελετουργίας ως μέρος ενός διεπιστημονικού εργαλείου ερμηνείας, ευελπιστώντας ότι, στο περιθώριο της επιστημονικής έρευνας, θα αναδειχθεί κάποια στιγμή, ως επαναποκτηθέν αγαθό, και η ψυχική ωφέλεια από την ύπαρξη της «άνεσης» του τελετουργικού χρόνου.

Το «ρηξικέλευθο» ανθρωπολογικό μοντέλο της «τελετουργικής ποιητικής», όπως χαρακτηρίζεται από τον προλογίζοντα την ελληνική έκδοση, διεθνούς κύρους ελληνιστή και ιδρυτή του μοναδικού στο είδος του Προγράμματος «Ανθρωπολογία και Κλασικές Σπουδές», Marcel Detienne, συνδυάζει ακριβώς την ανθρωπολογία με τις κλασικές σπουδές, στοχεύοντας, μεταξύ άλλων, στην ουσιαστικότερη ερμηνεία των λογοτεχνικών έργων.

Οι δύο συγγραφείς συνυπογράφουν το πρώτο από τα τέσσερα κεφάλαια, το οποίο αδίκως θα τρομάξει τον μη ιδιαιτέρως εξοικειωμένο με τη θεωρητική/επιστημονική γλώσσα αναγνώστη, καθώς τα υπόλοιπα τρία γίνονται πολύ ευκολότερα κατανοητά. Η εξέταση εννοιών και όρων και η θεμελίωση του ερευνητικού σχήματος που γίνεται εδώ καθιστούν ταυτόχρονα προφανή τη γερή εξάρτηση των δύο ερευνητών.

Το πρώτο ουσιαστικά μελέτημα, ενταγμένο στο βιβλίο ως δεύτερο κεφάλαιο, υπογράφεται από τον Δημήτρη Γιατρομανωλάκη και επιγράφεται: «Η τελετουργική ποιητική στην αρχαϊκή Λέσβο: Περικείμενο και λογοτεχνικό είδος στη Σαπφώ». Εδώ ο κλασικιστής, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins ανασκευάζει ορισμένες ευρέως αποδεκτές αντιλήψεις για το έργο και το ρόλο της Σαπφούς στην κοινωνία της εποχής της. Ετσι υποστηρίζει ότι η εφαρμογή ειδολογικών κατηγοριών στο έργο της, εκτός του ότι μπορεί να αποβεί παραπλανητική, ταυτόχρονα, προδίδει «μιαν ανιστορική επιβολή σύγχρονων επιστημονικών, αναλυτικών και εκ των προτέρων σχηματισμένων ιδεών πάνω στη ρευστότητα […] που χαρακτηρίζει τη λογοτεχνία σε παραδοσιακές και κυρίως προφορικές κοινωνίες». Θεωρεί, δε, ότι το γεγονός πως η Σαπφώ χρησιμοποιεί διάφορους τελετουργικούς τρόπους έκφρασης στη «λογοτεχνική» παραγωγή της δεν αποτελεί ένδειξη συγκεκριμένων τελεστικών πλαισίων, ενώ, πολύ περισσότερο από το να τη χρίει θρησκευτική ηγέτιδα, την αναδεικνύει ως «ατομική» δημιουργό που εγγράφεται στην τελετουργική ποιητική της κοινωνίας της.

Βυζαντινοί μυθιστοριογράφοι

Τα δύο επόμενα μελετήματα υπογράφονται από τον Παναγιώτη Ροϊλό, νεοελληνιστή, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Harvard. Στο πρώτο, ο συγγραφέας «επικεντρώνεται στη ρητορική και παρωδιακή επανενεργοποίηση όψεων του βυζαντινού εθιμοτυπικού αυλικού πρωτοκόλλου» στο μεσαιωνικό μυθιστόρημα Ροδάνθη και Δοσικλής του Θεοδώρου Προδρόμου. Αφού διευκρινίσει ότι τόσο οι βυζαντινοί μυθιστοριογράφοι του δωδέκατου αιώνα όσο και το κοινό τους προσλαμβάνουν τα μυθιστορήματα ως ρητορικά κυρίως έργα, ο Ροϊλός αποδύεται σ’ έναν ερευνητικό αγώνα, όπου ανιχνεύονται διακείμενα σχετικά με τη ρητορική αλλά και τη μαγειρική τέχνη, τα σεξουαλικά υπονοούμενα, τη θρησκευτική λειτουργική γραμματεία και τις κοσμικές τελετουργίες, ενώ παράλληλα αναλύεται ένα από τα πιο γκροτέσκα συμπόσια σε όλη την παράδοση του ελληνικού μυθιστορήματος. Ο συγγραφέας, μάλιστα, παρατηρεί ότι το γαστρονομικό θαύμα που συντελείται σε αυτό το επίσημο δείπνο έχει ορθά παραλληλιστεί με τα τεχνολογικά θαύματα που επιδεικνύονταν στους ξένους επισκέπτες στη βυζαντινή αυλή.

Ελληνικός μοντερνισμός

Το τελευταίο κεφάλαιο επιγράφεται «Τελετουργία και ποιητική στον ελληνικό μοντερνισμό» και εκφράζει εξαρχής σοβαρές επιφυλάξεις ως προς την ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού στη βούληση του μοντερνιστή καλλιτέχνη να διαποτίσει το καλλιτεχνικό του προϊον με την αμεσότητα των παραδοσιακών συστημάτων συμβολικής επικοινωνίας, καθώς οι ελιτίστικοι τρόποι έκφρασης που επιλέγονται βαθαίνουν αντί να γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ της κοινής γλώσσας και της καλλιτεχνικής ιδιολέκτου. Το μελέτημα εστιάζει στην ποιητική του Οδυσσέα Ελύτη και διερευνά «τους τρόπους με τους οποίους παραδοσιακές μορφές τελετουργικής λεκτικής συμβολοποίησης ενσωματώθηκαν στο έργο του Ελύτη και εναρμονίστηκαν με την μοντερνιστική αισθητική του». Η τελετουργική δομή εντοπίζεται σε έργα όπως το «Ασμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» ή, βεβαίως, το «Αξιον Εστί», ενώ το θέμα του poeta vates και της ποιητικής ως κατηγορίας της μεταφυσικής εντοπίζεται και στα μικρότερα σε έκταση έργα. Τέλος, η συχνή χρήση από τον Ελύτη επινοημένων λέξεων ή οιονεί μαγικών ρήσεων ανάγεται σε ένα τελετουργικό θρησκευτικό επίπεδο.

Πρόκειται, πράγματι, για ένα βιβλίο που αποκαλύπτει πρόσθετες, πολύτιμες οδούς ερμηνείας των πολιτισμικών στοιχείων. Οι επιστήμονες που θα θελήσουν να βαδίσουν στα ίχνη του θα πατήσουν σε στέρεο και πλούσιο έδαφος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή