Υποθεσεις

5' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα κάστανα είναι του χειμώνα, ένα από τα σήματά του, τα καλαμπόκια είναι του καλοκαιριού. Κι όμως. Δεν ξενιζόμαστε ιδιαίτερα βλέποντας τον μεροκαματιάρη του δρόμου (που αναβαθμίζεται σε μικροβιοτέχνη, όταν προσλαμβάνει κάποιον μετανάστη για τη χειρωνακτική δουλειά και ο ίδιος επιστατεί εξ αποστάσεως) να ψήνει την ίδια στιγμή στην ίδια φουφού κάστανα και καλαμπόκια, στην Ομόνοια ή στην πλατεία Συντάγματος. Εικάζουμε βέβαια ότι με τις εισαγωγές της παγκοσμιοποιημένης αγοράς μας, ίσως και με τα θερμοκήπια και τις δυνατότητες της τεχνολογίας, που μπορεί να κρατήσει στην κατάψυξη μήνες και χρόνια κάποια προϊόντα και να τα κάνει να μοιάζουν «πιο φρέσκα κι από φρέσκα», δεν είναι δύσκολο να βρεθούν στο καταχείμωνο καρποί του θέρους. Αλλά ίσως αυτό ακριβώς είναι το αφύσικο: το ότι σιγά σιγά συνηθίσαμε και πια βλέπουμε σαν φυσικό το έκτακτο, το απροσδόκητο, το παράδοξο, ακόμα και το ανάποδο.

Τα σχολικά βιβλία θα συνεχίζουν να γράφουν ότι η αμυγδαλιά ανθίζει τον Φλεβάρη, τα καρπούζια βγαίνουν τον Αύγουστο και τα χελιδόνια επιστρέφουν την άνοιξη, και θα παραθέτουν παροιμίες και παλιά τραγουδάκια ή ποιήματα. Τα παιδιά όμως θα έχουν να αντιτάξουν τη δική τους πείρα, μικρή πλην ανατρεπτική: πάνε χρόνια τώρα που τα μανάβικα και τα τσαρδάκια έχουν καρπούζια από τις αρχές του Μάη, κι όχι εισαγόμενα αλλά «ελληνικά με τη βούλα», τα δέντρα ζαλίζονται από τα μπερδεμένα «γυρίσματα του κύκλου» κι ανθίζουν πριν από τα Χριστούγεννα, και τα χελιδόνια δεν επιστρέφουν επειδή, με συγχυσμένο το εποχολόγιο του οργανισμού τους, δεν μπήκαν στον κόπο να φύγουν. Γιατί λοιπόν να παραξενευτούμε που η ίδια φουφού ψήνει ταυτοχρόνως καλαμπόκια και κάστανα;

Μια φορά κι ένα καιρό, κι όχι στα παραμύθια, οι γεύσεις ήταν εναρμονισμένες με τον χρόνο τους, ήταν έγκαιρες δηλαδή. Φαίνεται όμως πως η λογική «φαστ» δεν αφορά μόνο την παρασκευή και την κατανάλωση του φαγητού, αλλά επηρεάζει και την ίδια τη διέλευση του χρόνου, επιταχύνοντάς την. Η φουφού, λοιπόν, με τον καινοφανή «δύο-σε-ένα» τρόπο της, είναι ένα ταπεινό, πάντως εναργές σύμβολο της σύμπτυξης των εποχών, της απαλοιφής ή τέλος πάντων της σύγχυσης των ορίων ανάμεσά τους. Διανύσαμε ήδη το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου, οι βιτρίνες των καταστημάτων και τα μπαλκόνια των πολυκατοικιών έσπευσαν να φορέσουν τον χριστουγεννιάτικο διάκοσμό τους, αλλά ο καιρός εξακολουθεί να είναι κάτι ανάμεσα σε φθινοπωρινό και ανοιξιάτικο. Απολαμβάνουμε βέβαια τις δυνατότητες που μας προσφέρει η χειμερινή λιακάδα, υπολογίζουμε, με γνήσια ή πλαστή οικολογική ευαισθησία, ότι με τέτοιες θερμοκρασίες μειώνεται η κατανάλωση πετρελαίου, αλλά μάλλον δεν μας περνάει από το μυαλό ότι, έτσι όπως πάνε τα πράγματα, δεν θα αργήσει η στιγμή που θα χρειαστεί να δώσουμε νέα σημασία σε παλαιές λέξεις.

Η «κακοκαιρία», επί παραδείγματι, λέξη με την οποία συνηθίζουμε να ονομάζουμε το ψύχος και τη βροχή, δεν προκαλεί οπωσδήποτε κακό (το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις το μεγεθύνουν οι «ανθρώπινες παρεμβάσεις») ούτε σ’ εμάς ούτε στην πλάση που μας φιλοξενεί. Κακό, στον πλανήτη και στους κατοίκους-χρήστες του, προκαλεί η απώλεια του φυσικού ρυθμού και της αρμονίας. Κατά την τυπική ορολογία, λόγου χάρη, η χιονόπτωση είναι μορφή κακοκαιρίας. Τώρα όμως μαθαίνουμε πόσο κακό είναι (κι όχι βέβαια για τα χιονοδρομικά κέντρα και τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, δεν είναι αυτό που ενδιαφέρει) το ότι δεν έχει πέσει ακόμα μια νιφάδα χιόνι στις αυστριακές Αλπεις (την ίδια στιγμή πληροφορούμαστε για τη ραγδαία μείωση του όγκου των παγετώνων της Αρκτικής, χιλιάδες χρόνια μετά τη δημιουργία τους). Ο λόγος, δυσοίωνα απλός: το φετινό φθινόπωρο ήταν το θερμότερο στην ιστορία των Αλπεων από τον καιρό που άρχισαν να καταγράφονται οι θερμοκρασίες, σύμφωνα μάλιστα με τις προβλέψεις, σε μια δεκαπενταετία δεν θα υπάρχει αξιόλογο επίπεδο χιονιού σε υψόμετρο κάτω των 1.500 μέτρων, εξαιτίας της υπερθέρμανσης.

Την υπερθέρμανση αυτή την αποκαλεί «πυρετό της Γης» ο Τζέιμς Λάβλοκ, ο εισηγητής της θεωρίας της Γαίας, σύμφωνα με την ανθρωπομορφική εικονοπλασία της οποίας, ο πλανήτης μας λειτουργεί σαν ένας ζωντανός υπεροργανισμός ικανός να αυτορρυθμίζεται χημικά και ατμοσφαιρικά· μέχρι τώρα, λέει η θεωρία, όσο οι παρενέργειες από τις παρεμβάσεις του εχέφρονος πιθήκου ήταν ηπιότερες, ο οργανισμός αυτός κατόρθωνε να αυτοθεραπεύεται, αλλά πλέον εισήλθε σε φάση μη αναστρέψιμη λόγω της κατάχρησης που ασκούν εις βάρος του όσοι τον αντιμετωτίζουν όχι σαν μετριοπαθείς ένοικοι, αλλά σαν άπληστοι και ανεύθυνοι ιδιοκτήτες. Μπορεί να φαίνεται παράδοξο, ωστόσο με τις δυσοίωνες προβλέψεις του Λάβλοκ, που τριάντα χρόνια πριν είχε εισπράξει αρκετή χλεύη από μέλη της επιστημονικής κοινότητας, συμφωνούν σήμερα σε μεγάλο βαθμό (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμφωνούν οπωσδήποτε και με τις θεωρητικές του αντιλήψεις) μετεωρολόγοι, βιοκλιματολόγοι αλλά και οικονομολόγοι και πολιτικοί, καθώς και οικολογικές οργανώσεις. Γνωρίσματα «σκοτεινής προφητείας» πλην απολύτως τεκηριωμένης είχε και η έκθεση που συνέταξε ομάδα οικονομολόγων της Παγκόσμιας Τράπεζας, με επικεφαλής τον σερ Νίκολας Στερν, για λογαριασμό της βρετανικής κυβέρνησης και με αντικείμενο τις συνέπειες του φαινομένου του θερμοκηπίου. Για τεράστιο περιβαλλοντικό, οικονομικό και κοινωνικό κόστος μιλούσε η έκθεση, με ορίζοντα το 2050, και για εκατομμύρια ανθρώπους που θα αναγκαστούν να γίνουν οικολογικοί πρόφυγες τις επόμενες δεκαετίες, αν δεν υπάρξει έγκαιρη και έμπρακτη μέριμνα ανάσχεσης.

Το τι φταίει λοιπόν, το τις πταίει μάλλον, για τις κλιματικές αλλαγές, για την προϊούσα ασάφεια στο πέρασμα από τη μια εποχή στην άλλη, καθώς και για τη δεινότητα με την οποία εκδηλώνονται πλέον φυσικά φαινόμενα που άλλοτε ήταν σαφώς ηπιότερα, δεν είναι άγνωστο. Αγνωστο είναι πότε το ευχολόγιο θα αντικατασταθεί από μέτρα οικουμενικής ισχύος που δεν θα τα περιφρονούν οι αποδεδειγμένα πρωταθλητές στην υπερπαραγωγή διοξιδίου του άνθρακα, οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η πρόσφατη συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών στο Ναϊρόμπι (6-17 Νοεμβρίου) με αντικείμενο τις κλιματικές μεταβολές και την αντιμετώπισή τους, είχε γεννήσει μεγάλες προσδοκίες, συν τοις άλλοις επειδή η Ευρωπαϊκή Ενωση εμφανιζόταν (στη ρητορική της) αποφασισμένη να δει το πρόβλημα όπως όντως είναι, δεινό και σημερινό, κι όχι μετρίως σοβαρό και μεθαυριανό. Ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, ας πούμε, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διεκήρυσσε (στην «Καθημερινή», στις 14 Νοεμβρίου) ότι «πρέπει τ ώ ρ α να δράσουμε προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα του αύριο». Ηταν μάλιστα βέβαιος ότι «η συνδιάσκεψη του Ναϊρόμπι θα διαπνέεται από τη νέα αποφασιστικότητα για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, με την επίτευξη μιας νέας συναίνεσης σχετικά με τις μελλοντικές ενέργειες. Η αντιμετώπιση του προβλήματος των κλιματικών μεταβολών αξίζει τη θέση του στην κορυφή του καταλόγου των θεμάτων προτεραιότητας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Ευρώπη έχει ιδέες, έχει εμπειρία και το όραμα να επιφέρει πραγματική αλλαγή».

Ούτε η «αποφασιστικότητα» της Ευρωπαϊκής Ενωσης ούτε το «όραμά» της έλαμψε στη δωδέκατη συνδιάσκεψη για την κλιματική αλλαγή, στο Ναϊρόμπι, όπως προσδοκούσε και διαβεβαίωνε ό κ. Μπαρόζο. Ελαμψε πάντως διά της απουσίας της η ελληνική κυβέρνηση, η οποία δεν εδέησε να εκπροσωπηθεί σε υπουργικό επίπεδο· είναι βλέπετε κι αυτή η περηφάνια που δεν επιτρέπει σ’ εμάς τους πρωταθλητές των ρύπων να συγχρωτιστούμε με κατώτερούς μας: κάθε Ελληνας παράγει 12,4 τόνους αερίων του θερμοκηπίου, υπερβαίνοντας κατά 12% τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Εν πάση περιπτώσει, στο Ναϊρόμπι σημειώθηκε ένα βήμα, ενώ χρειαζόταν άλμα: συμφωνήθηκε ότι πρέπει να μειωθούν κατά 50% οι αέριοι ρύποι, ωστόσο δεν ετέθη δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, ενώ και το επίπεδο χρηματοδότησης για το συμφωνηθέν «Ταμείο Προσαρμογής» κρίνεται ανεπαρκέστατο. Το χρήμα λίγο αλλά ο χρόνος ολίγιστος. Κι ας τρέφουμε την αυταπάτη ότι το 2050 είναι μιας άλλης χιλιετίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή