H ζωή στα πορτρέτα του Ντέιβιντ Χόκνεϊ

H ζωή στα πορτρέτα του Ντέιβιντ Χόκνεϊ

4' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Χόκνεϊ και μόνο με τα πορτρέτα που έχει ζωγραφίσει θα μπορούσε να γεμίσει μια ολόκληρη αίθουσα εκθέσεων. Αυτό σχεδόν συμβαίνει με την έκθεσή του «Πορτρέτα», στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου. Μορφές μέσα από 50 χρόνων ζωή και δραστηριότητα -συγγενείς, φίλοι, εραστές, γνωστοί- μοιάζουν να βρίσκονται συγκεντρωμένες για ένα τεράστιο πάρτι. Οι περισσότεροι τουλάχιστον δείχνουν να περνούν καλά. Και ο δημιουργός και πλάστης τους, 70 χρόνων σήμερα, ακόμη συνεχίζει.

Διαύγεια και ισορροπία

Ο Χόκνεϊ είναι δημοφιλής ζωγράφος και, για τα όρια και τους στόχους του, το αξίζει, όπως γράφει η Λόρα Κάμινγκ στην «Ομπζέρβερ». Ποιος άλλος έχει δημιουργήσει εικόνες σαν το «Ο κύριος και η κυρία Κλαρκ και ο Πέρσι», εμβλήματα του στυλ (του οράματος για πολλούς) στη δεκαετία του 1970, με το πλούσιο χαλί, τα παντελόνια καμπάνα και ένα γάμο που μπορεί ή δεν μπορεί να κρατήσει; Αν ο Χόκνεϊ, τις τελευταίες δεκαετίες τουλάχιστον, μοιάζει να μη θέλει να δει τις σκοτεινές γωνιές της ζωής, είναι επιλογή του. Δεν είναι Λούσιαν Φρόιντ, το μόνο κοινό που έχουν είναι η φήμη, για εντελώς διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Ο ξανθός που μοιάζει να έχει τον ήλιο στο κεφάλι, έστω κι αν τα μαλλιά του είναι βαμμένα, είναι ο Χόκνεϊ.

Τούτη η έκθεση, όμως, φέρνει και μερικές εκπλήξεις. Ξεκινάμε ένα πορτρέτο του πατέρα του, μια σκοτεινή, βλοσυρή μορφή όπου η γραμμή της τσάκισης του παντελονιού συνεχίζει αυτή των προσεκτικά ευθυγραμμισμένων χεριών· και με μια αυτοπροσωπογραφία σε ηλικία 17 ετών που θα μπορούσε να ήταν Σίκερτ χειμωνιάτικου καιρού. Ενδιαφέρουσα σε αυτό το νεανικό, αλλά ολοκληρωμένο έργο, είναι η αντίθεση ανάμεσα στα απρόσωπα, τεράστια γυαλιά (που στο μέλλον θα γίνονταν το σήμα κατατεθέν της μορφής του) και στον έντονο, α λα Βαν Γκογκ, κίτρινο τοίχο.

Τον υψηλό βαθμό της τεχνικής δεξιοσύνης του Χόκνεϊ, δείχνει το πορτρέτο του Γ. Χ. Οντεν, όπου με μονοκοντυλιά σχεδόν αποδίδει λιτά και πυκνά το τσαλακωμένο κοστούμι, τα βαθιά μάτια σχεδόν θαμμένα μέσα στις χαρακιές του προσώπου και το αποτσίγαρο που κρέμεται στα δάχτυλα. Λίγα δείχνονται, αλλά πολλά σημαίνονται για τον άνθρωπο και τον ποιητή.

Οι πίνακες της εποχής εκείνης, τέλος δεκαετίας του 1960, αρχές της δεκαετίας του 1970, είναι διαυγείς, ήρεμοι, αρμονικά ισορροπημένοι. Υπάρχουν αναφορές στους μεγάλους δασκάλους της αρμονίας και της διαύγειας του Πιερ Σαρντέν, του Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα, στη μορφή ενός τίτλου βιβλίου ή μιας κάρτας. Στο φημισμένο διπλό πορτρέτο της μητέρας και του πατέρα του, αυτή παρατηρεί υπομονετικά τον γιο της, αυτός είναι βυθισμένος σε ένα βιβλίο και οι δυο σαν αδιάφοροι για το γεγονός ότι απεικονίζονται. Η ατμόσφαιρα είναι καθαρός Χόκνεϊ, έντονα πράσινο και μπλε, σαφή πράγματα, άψογος χρωματισμός ή κλασική ζωγραφική σε σύγχρονο ένδυμα.

Το εξοχότερο ίσως δείγμα είναι οι «Αμερικανοί συλλέκτες», ζωγραφισμένο στα πρώτα χρόνια του Χόκνεϊ στο Λος Αντζελες. Ασάλευτα και μνημειακά ο Φρεντ και η Μάρσια Γουάιζμαν, στέκουν σαν πιόνια του σκακιού μέσα στον κήπο τους με τα αγάλματα και γλυπτά μια σύνθεση από κάθετες και οριζόντιες γραμμές μέσα στον λαμπρό ήλιο της Καλιφόρνιας. Αυτός, σε προφίλ, με το κοστούμι του πλουτοκράτη, με σφιγμένη την παλάμη του ενός χεριού που στάζει όμως χρώμα, σαν την τέχνη τρέχοντας μέσα από τα δάχτυλά του· αυτή κοιτάζει καταμέτωπα μ’ ένα άμορφο χαμόγελο στο στόμα που αντιγράφει εκείνο του αφρικανικού τοτέμ με τα γυμνωμένα δόντια, το οποίο στέκει πιο πίσω. Πρόκειται για μια αποθέωση του στυλ Χόκνεϊ, όπου τα πάντα, από το γκαζόν ώς τις σκιές του φωτός στα τζάμια, συνθέτουν μια διαυγέστατη εικόνα του κενού.

Αρετή της έκθεσης είναι ότι δίνει στον θεατή να καταλάβει πώς ο Χόκνεϊ από έργο σε έργο καλλιεργεί την τεχνική του, σε κάθε είδος, λάδι, νερομπογιές κιμωλία, ώστε να απεικονίζει ό,τι μπορούν να δουν τα μάτια, όταν είναι ακμαία.

Καθώς όμως τα χρόνια περνούν, τα πορτρέτα του Χόκνεϊ χάνουν την ολότητά τους και μοιάζουν να αυτοεπαναλαμβάνονται χωρίς την πρώτη τους δύναμη. Μοιάζουν σαν τελικό τους προορισμό και αιτία ύπαρξης, να έχουν την αγορά. Οι υδατογραφίες του π.χ. με τα γιγαντιαία πορτρέτα είναι δεξιοτεχνικές εκτελέσεις (όπως ενός μουσικού κομματιού) καμωμένες σε ελάχιστο χρόνο, πριν ακόμη στεγνώσουν οι βαφές – κάτι ίσως που δεν έχει ξαναγίνει στη ζωγραφική παλιότερα. Τα πρόσωπα, όμως, φωτοβόλα μεν, εκτός από μερικές εξαιρέσεις, δεν υπερβαίνουν την καρικατούρα. Υπάρχει περισσότερη προσωπικότητα στα παπούτσια (όλα από γνωστές μάρκες) απ’ ό,τι σε αυτούς που τα φορούν. Ο Χόκνεϊ έχει ένα απέραντο χάρισμα για τις επιφάνειες κάθε είδους, από τις ρυτίδες στο νερό μιας πισίνας του Λος Αντζελες ώς τις γραμμές ενός δερμάτινου ρούχου αλλά όχι στην αποκάλυψη της βαθύτερης ουσίας ανθρώπου και πραγμάτων.

Αυτό τους ανθρώπους δεν φαίνεται να τους νοιάζει. Ολοι τους μιλούν με αγάπη γι’ αυτόν, τι τους είπε, πώς τους ζωγράφισε. Ο Χόκνεϊ, περισσότερο κοινωνιολόγος είναι στα πορτρέτα του απ’ ό,τι ψυχολόγος. Και στη δεκαετία του 1980 απλώς φωτογράφιζε τους φίλους του τρώγοντας ή μιλώντας, και κατόπιν τις φωτογραφίες αυτές μετάλλασσε με μια νεοκυβιστική τεχνική.

Βλέμμα πασχίζοντας να δει

Η μανία του με την κάμερα είναι θέμα μάλλον λυπηρό γιατί μοιάζει με το τέλος παιχνιδιού. Δείχνει τα πρώτα αριστουργήματα του διαυγούς στυλ, σαν να ήταν μια περαστική φάση. Οι αυτοπροσωπογραφίες του, όμως, είναι άλλη υπόθεση. Συλλογισμένες ώς την κατήφεια, με ένα κουφό αυτί και μάτια προσπαθώντας να δουν έξω από τα χοντρά γυαλιά, ακουμπώντας σχεδόν πάνω στον καθρέφτη όσο τα χέρια πασχίζουν να αποδώσουν αυτό που έβλεπαν, είναι έξοχα δείγματα αυτού το οποίο λέγεται «στιγμή του βλέμματος» του καλλιτέχνη στο μοντέλο που στην προκειμένη περίπτωση είναι ένα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή