Φεστιβάλ ανανέωσης, αλλά και αδυναμιών

Φεστιβάλ ανανέωσης, αλλά και αδυναμιών

6' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Π έρυσι οι αντιδράσεις υπήρξαν μετρημένες -και σε αριθμό και σε ένταση- φέτος είναι περισσότερες και εντονότερες, ίσως μάλιστα πυκνώσουν και ενταθούν ακόμα πιο πολύ. Πέρυσι η φρεσκοδιορισμένη διεύθυνση Λούκου και το ανανεωτικό της πρόγραμμα στα Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου γινόταν με ευαρέσκεια δεκτή, δυσαρεστώντας μόνο όσους κόβονταν, οι οποίοι, αιφνιδιασμένοι, είχαν αντιδράσει μουδιασμένα μάλλον. Φέτος όμως οι δυσαρεστημένοι έχουν προετοιμάσει τις άμυνες και τις επιθέσεις τους, έχουν συνάψει συμμαχίες και οργανώσει τα μέτωπά τους, μερικοί ήδη έχουν προκαλέσει αρκετό θόρυβο (ο Σπύρος Ευαγγελάτος και το ΣΕΗ, λ.χ.), ενώ αίφνης προστέθηκαν και νέοι – κάποιοι «πολύ προχώ» (-ρημένοι, κατά την ιδιόλεκτο της εποχής) που δεν είδαν όση και όποια «πρωτοπορία» θα ήθελαν στις εκδηλώσεις που ανακοίνωσε για φέτος ο Γιώργος Λούκος.

Αυτό σημαίνει ότι «ανάβει ο πόλεμος» -και πόλεμος αμφίπλευρος μάλιστα; Οπως και να ‘ναι, δεν σημαίνει πάντως ότι η όποια πολεμική θα μας κάνει να μη βλέπουμε καθαρά αφενός μεν όσα τολμηρά και θαρραλέα επιχειρεί η νέα ηγεσία των κεντρικών ελληνικών φεστιβάλ, αφετέρου τις αδύνατες ή και προβληματικές πτυχές που υπάρχουν, πράγματι, στο όλο ανανεωτικό εγχείρημα του κ. Λούκου.

Το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών (Φ.Α.) που εξαγγέλθηκε για φέτος συνεχίζει με ρώμη τη ρότα που χαράχτηκε πέρυσι στον επί χρόνια «κοιμισμένο» και άνευρο θεσμό, με δραστικό περιορισμό της διάρκειάς του, με ταυτόχρονη ένταση και έκταση των εκδηλώσεών του σε νέους χώρους εκτός Ηρωδείου, με άνοιγμα σε νέες δυνάμεις της ελληνικής δημιουργίας, που έβλεπαν με το κανοκιάλι τα Φεστιβάλ μέχρι τώρα, με μετάκληση ξένων σχημάτων υψηλής στάθμης, με μείωση της τιμής των εισιτηρίων και με απεύθυνση σε ένα ευρύτερο, και ιδίως νεανικότερο, κοινό.

Εξίσου όμως επισημάνθηκαν εξαρχής ορισμένες αδυναμίες στο πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο κ. Λούκος – και πρώτα πρώτα στο τι και πώς ανακοινώθηκε: Πολλές εκδηλώσεις δεν είχαν τόπο ούτε ημερομηνία διεξαγωγής, το πρόγραμμα των Επιδαυρίων αποδείχτηκε ημιτελές, το πρόγραμμα της Μικρής Επιδαύρου (Μουσικός Ιούλιος) δεν ανακοινώθηκε καν, ούτε και του Λυκαβηττού… Υπήρξαν βέβαια εξωγενή προβλήματα που συνέβαλαν σ’ αυτές τις αδυναμίες: Προέκυψαν την τελευταία στιγμή η ματαίωση της παράστασης του Αντώνη Αντύπα στην Επίδαυρο, καθώς και η απόφαση του υπουργού Πολιτισμού να διαθέσει στο φεστιβάλ και δεύτερο κτίριο από το συγκρότημα Τσαούσογλου στην Πειραιώς 260, πράγμα που συνεπάγεται ανακατανομή των εκδηλώσεων. Δεν είναι όμως αρκετά αυτά για να δικαιολογήσουν μια οργανωτική χαλαρότητα και προχειρότητα στο τι και πώς ανακοινώνεται.

Οσον αφορά το περιεχόμενο των εκδηλώσεων, πρώτα κατά ποσόν: Το Φεστιβάλ Αθηνών περιλαμβάνει (μέχρι στιγμής;) 62 παραγωγές από ελληνικά και ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα: 25 μουσικής, 24 θεάτρου, 12 χορού και μία εικαστική.

Το Θέατρο και ο Χορός στο επίκεντρο

Π λούσιο και ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το πρόγραμμα των παραστάσεων χορού στο Φ.Α., 8 ξένων και 4 ελληνικών, ενώ από τις 24 θεατρικές οι 13 είναι ελληνικές και οι 11 ξένες. Αναμφισβήτητου κύρους είναι τα ξένα θέατρα που έρχονται (Πιότρ Φομένκο, Αριάν Μνούσκιν, Φολκσμπίνε Βερολίνου, Κρετακόρ Βουδαπέστης, Ιζαμπέλ Ιπέρ σκηνοθετημένη από Μπομπ Ουίλσον κ.ά), συγκροτήματα, έργα και αισθητικές απόψεις που εκπροσωπούν ποικίλες τάσεις, από το κλασικό έως το νεωτεριστικό. Τώρα, αν δεν φτάσει καμιά από αυτές το επίπεδο μεταμοντερνιάς που έφτασαν μερικές από τις περσινές, ε, ας το υπομείνουν οι «πολύ προχώ». Δεν είναι και τόσα πολλά τα «Wooster Group» στον κόσμο… Οι 13 ελληνικές παραστάσεις αφορούν ελληνικά έργα εκτός από 4 και συγκεντρώνουν σημαντικό μέρος από το άνθος του θεάτρου μας. Αυτό είναι ένα από τα πολύ σημαντικά ανοίγματα του Ελληνικού Φεστιβάλ γι’ αυτό και είναι ακατανόητη η «ανακοίνωση – καταγγελία» του ΣΕΗ κατά Λούκου ότι εξοβελίζει το ελληνικό θέατρο από το Φ.Α.

Στο Ηρώδειο

Η αλήθεια είναι ότι το αρχαίο δράμα περιορίζεται φέτος στην Επίδαυρο, κι εδώ είναι το μοναδικό σημείο της ζοφερής τω πνεύματι «καταγγελίας» του ΣΕΗ με το οποίο θα μπορούσε ενδεχομένως να συμφωνήσει κανείς. Δεν θα πρέπει ίσως να λείπουν κάποιες παραστάσεις αρχαίου δράματος από το Ηρώδειο. Βεβαίως, η κατάσταση έχει εκτραχηλιστεί τις τελευταίες δεκαετίες με την υπερπληθώρα τέτοιων παραστάσεων, πολύ συζητήσιμου επιπέδου, οι οποίες, μάλιστα, ενώ χρηματοδοτούνταν από το Ελληνικό Φεστιβάλ, δεκάρα από τις ανά την Ελλάδα εισπράξεις τους δεν απέδιδαν στο ταμείο του. Αλλά ο απαραίτητος ποσοτικός περιορισμός δεν πρέπει ίσως να φτάσει ως την παντελή απουσία αρχαίου δράματος από το Ηρώδειο. Ισως. Παίζονται, βέβαια, παντού στα ολόγυρα ανοιχτά θέατρα τέτοιες παραστάσεις, άλλο όμως να δίνει το μέτρο και στον τομέα αυτό ένα υπεύθυνο φεστιβάλ. Το ζήτημα έχει πολλές πτυχές και σίγουρα πρέπει να συνεξεταστεί με το «επιδαυρικό», ώστε να χαραχτεί ενιαία γραμμή αντιμετώπισης του θέματος «αρχαίο δράμα».

Μουσικές αρμονικές αλλά και παραφωνίες

Χ ωράει συζήτηση το αν πρέπει ή όχι το Φ.Α. να διατηρήσει τον κατ’ εξοχήν μουσικό χαρακτήρα που είχε παλαιότερα, όταν ήταν «μοναδικό», δεδομένου ότι η ύπαρξη του Μεγάρου από το ’90 κ.ε. καλύπτει, και με απείρως καλύτερες συνθήκες, τις σχετικές ανάγκες.

Πέρυσι βέβαια, πρώτη χρονιά Λούκου, η σοβαρή μουσική ήταν εξαιρετικά περιορισμένη και με όχι αρκετά ψαγμένο ρεπερτόριο, φέτος τα πράγματα είναι καλύτερα: Από τις 25 μουσικές παραγωγές οι 16 αφορούν τη λόγια μουσική, με αξιόλογους Ελληνες και ξένους, ενώ το ρεπερτόριο, ως συνήθως, σχολιάζεται ποικιλοτρόπως.

Από την ξένη μουσική θα έχουμε σπουδαίους καλλιτέχνες (Ελβις Κοστέλο, Φεϊρούζ Λόρι Αντερσον κ.ά.), ενώ όσον αφορά το ελληνικό τραγούδι επιστρέφουμε στην επικράτεια του λαϊκού, την οποία είχε δηλώσει ότι θα περιορίσει ο κ. Λούκος.

Προσοδοφόρα… μνημόσυνα

Συγκεκριμένα, έχουμε φέτος τέσσερα (4) αφιερώματα στους Μάνο Λοΐζο, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Ακη Πάνου και στις ποικίλες «ουσίες» που… διαπότισαν το ρεμπέτικο κάποτε. Σπουδαίες μορφές οι τρεις, αναμφισβήτητα, αλλά όλους μαζί την ίδια χρονιά; Και στους ζώντες και σημαντικούς δημιουργούς, δηλαδή, πότε θα δοθεί βήμα; Μετά θάνατον;

Τα νέα πράγματα που ενδεχομένως θα είχαν να παρουσιάσουν παλαιότεροι, νεότεροι ή και νεότατοι αποδεδειγμένα ταλαντούχοι, τους οποίους το «εμπορικό» κύκλωμα αφήνει στην αφάνεια παρ’ αξίαν, δεν θα όφειλε το Φ.Α. να συστήσει σ’ ένα ευρύτερο κοινό; Γιατί αυτός είναι ο ρόλος του, και όχι η πληθώρα ταυτόχρονων «μνημοσύνων» – προσοδοφόρων προφανώς για το ταμείο φεστιβάλ τε και άλλων τινών.

Το δε αφιέρωμα στις «ουσίες» λίγο μπαγιάτικο δεν έρχεται έπειτα από 30 χρόνια εκδόσεων επί εκδόσεων, δίσκων και δίσκων, και εκπομπών επί εκπομπών με «απαγορευμένα ρεμπέτικα»; Και καλά να μην το γνωρίζει αυτό ο εκ του εξωτερικού κ. Λούκος, που του φάνηκε ίσως ρηξικέλευθη και τσαχπίνικη ιδέα. Αλλά οι επί του άσματος σύμβουλοί του; Τίποτε πιο φρέσκο δεν βρήκαν;

Το αρχαίο δράμα στην Επίδαυρο

Το ζήτημα στην Επίδαυρο έχει δύο σκέλη: Το ένα είναι η κατάργηση των πάγιων κάθε χρόνο συμμετοχών (των περιβόητων «κεκτημένων») ορισμένων θεάτρων, δηλαδή του Θεάτρου Τέχνης, του Αμφι-Θεάτρου του Σπύρου Ευαγγελάτου και του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ). Το άλλο σκέλος είναι το τι πρέπει να γίνει από ‘κει και πέρα.

Ο ΘΟΚ φέτος μετέχει, ενώ το παραπαίον Θέατρο Τέχνης δεν αντιδρά όπως αντιδρά ο Σπ. Ευαγγελάτος, διεκδικών την πάγια κάθε χρόνο συμμετοχή του (με τη γνωστή ανταλλαγή επιστολών «μου υποσχέθηκες», «δεν υποσχέθηκα» κ.λπ.). Επ’ αυτού θεωρούμε ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αποκλείσει διά παντός έναν καταξιωμένο σκηνοθέτη από την Επίδαυρο, αλλά και κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά πως είναι λάθος η κατάργηση των «στεγανών», μετά μάλιστα από 30 χρόνια ισχύος τους. Καιρός είναι να επεκταθεί η εναλλαγή άξιων καλλιτεχνών στην Επίδαυρο (εν γένει στο αρχαίο δράμα) και να δοθούν ευκαιρίες και σε νεότερους – κι αυτό απαιτεί εξαιρετικά προσεκτικούς χειρισμούς. Δηλαδή, σοβαρή κι εμπεριστατωμένη ενασχόληση με το θέμα (όχι εν είδει παρέργου, στο περιθώριο της προετοιμασίας του Φ.Α.), αλλά χρειάζεται και κάποιο χρονικό διάστημα «χάριτος», ώστε να αποκτηθεί εμπειρία και να ζυγιαστεί σωστά η κατάσταση.

Πάντως, όσον αφορά γενικότερα το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, δεν είναι λάθος η άποψη Λούκου ότι πρέπει να ανοίξει το πρόγραμμα και σε άλλες μορφές τέχνης -μουσική, όπερα, χορό-, ιδίως όταν έχουν σχέση με το αρχαίο δράμα, και να φιλοξενούνται τακτικότερα ξένες «ματιές» – όπως γίνεται φέτος με την όπερα «Μήδεια» του Κερουμπίνι (στο πλαίσιο του αφιερώματος Κάλλας), με τη σκηνοθεσία Πέτερ Στάιν στην «Ηλέκτρα» του Εθνικού και με τη συμμετοχή μιας ξένης παράστασης, όπως ακούγεται.

Ο περιορισμός των επιδαυριακών παραστάσεων σε 6 (από 10 που είχαν φτάσει προ Λούκου) είναι μάλλον υπερβολικός, 7 με 8 παραγωγές το χρόνο θα ήταν καλά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή