Ζωή της κλασικής μουσικής

3' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δέκα χρόνια πέρασαν από τότε που η βιομηχανία της κλασικής μουσικής φαινόταν όσο ποτέ ανθηρή εμπορικά, αλλά και με αταλάντευτη αξία ως ένας από τους στυλοβάτες του πνευματικού εποικοδομήματος. Ομως, στο πέρασμα των 10 αυτών χρόνων πολλά άλλαξαν. Η αγορά συρρικνώνεται· το κοινό σήμερα περασμένης ηλικίας δεν το αντικατέστησαν νεότεροι. Και για να δελεάσει τους νέους η κλασική μουσική απέβη σε κάποια απελπισμένα, αμφιβόλου γούστου εγχειρήματα, όπως το ευγενικά λεγόμενο «ξεπέρασμα των ορίων» όπου νέοι, ωραίοι μουσικοί παίζουν εύπεπτες μελωδίες.

Η τεχνολογική εξέλιξη

Τρία καινούργια βιβλία περιγράφουν την κατάσταση προσφέροντας και νέες οπτικές γωνίες. Ενδεικτικός ο τίτλος του πρώτου από αυτά, The Life and Death of Classical Music του Norman Lebrecht (εκδ. Anchor, 352 σελ., 14,95 δολάρια, στη Βρετανία με τίτλο Maestros, Masterpieces and Madness, εκδ. Lane, 20 στερλίνες). Ο Λέμπρεχτ από καιρό καταφέρεται σφοδρά κατά της πλεονεξίας και της διαφθοράς του μουσικού κατεστημένου και σε τούτο το βιβλίο συνεχίζει τις επιθέσεις του με στόχο τώρα τη βιομηχανία των δίσκων. Διανθισμένη η περιγραφή, με περιστατικά και στοιχεία μικρά, αλλά προσεκτικά διαλεγμένα για τον μεγάλο τους απόηχο, τελικά πολύ γλαφυρά όπως γράφει ο «Εκόνομιστ», αναπαριστά ένα κόσμο που η ιστορία του αξίζει να διαβαστεί. Ξεκινά με τους δίσκους που ηχογράφησε ο Καρούζο το 1902, οι οποίοι, όπως έδειξε η συνέχεια, δεν υπήρξαν μόνο η απαρχή μιας τεράστιας βιομηχανίας, αλλά ενός φαινομένου του 20ού αιώνα. Γιατί η ηχογράφηση έφερε την κλασική μουσική στα σπίτια των πολλών, δημιούργησε μορφές και περιουσίες. Ξαφνικά έγιναν γνωστοί, σαν αστέρες του κινηματογράφου, μαέστροι και σολίστες. Τούτο έγινε κυρίως εφικτό με την εφεύρεση των LP στις αρχές της δεκαετίας του 1950, του στέρεο στις αρχές του 1960 και δύο δεκαετίες αργότερα των cd. Η προσφορά κλασικής μουσικής δεν φαινόταν να έχει τέλος.

Ομως, τα πράγματα έγιναν αλλιώς. Η ραγδαία ροή της τεχνολογικής εξέλιξης έφερε μια μέθη και υπεροψία σε εταιρείες και καλλιτέχνες. Οι αμοιβές έφθασαν τα ύψη μαζί και οι δαπάνες που στη δεκαετία του 1990, όπως καταδείχνει ο Λέμπρεχτ, χτύπησαν κόκκινο. Οι εταιρείες πανικοβλήθηκαν και άρχισαν τις περικοπές, τις συγχωνεύσεις, την εγκατάλειψη καινούργιων σχεδίων και προγραμμάτων. Αυτό είναι το τέλος για τον συγγραφέα.

Ισως λίγο πρόωρο, μια και από την άλλη άρχισαν να εμφανίζονται νέες εταιρείες με νέους τρόπους και μεθόδους, τις οποίες υποστήριξαν οι φιλόμουσοι, ζητώντας και αγοράζοντας τις ηχογραφήσεις τους με έργα και συνθέτες που είχαν παραμελήσει οι παλιές, παραδοσιακές εταιρείες ή με τα γνωστά έργα του ρεπερτορίου, αλλά παιγμένα από νέους πρωτοεμφανιζόμενους καλλιτέχνες και ορχήστρες (Νaxos).

Ο Boosey and Hawkes είναι ένας κλασικός μουσικός εκδοτικός οίκος, από τους πιο έγκυρους στον κόσμο και η ιστορία του τώρα από τη Helen Wallace, The Publishing Story (εκδ. Boosey and Hawkes, 256 σελ., 12,99 στερλίνες), κομίζει περαιτέρω αφορμές για αισιοδοξία απέναντι στην απαισιοδοξία του Λέμπρεχτ ως προς το μέλλον της κλασικής μουσικής. Πιο ψύχραιμη από εκείνον, η Γουόλας εμβαθύνει στη συχνά σύνθετη σχέση των δημιουργικών ιδιοσυγκρασιών που είναι οι μουσικοί ερμηνευτές και της συχνά πεζής κοσμοαντίληψης των εμπορικών αντιπροσώπων τους (αν και αυτοί, μερικές φορές είναι πιο ιδιοσυγκρασιακοί από τους καλλιτέχνες).

Τέτοιες διαφορές είναι σχεδόν φυσικές, οι οποίες και επιφέρουν προσωπικές συγκρούσεις, εξαγορές, υπερατλαντικές εντάσεις, πολέμους, απάτες αλλά και αλλαγή στο γούστο και τις προτιμήσεις. Από τούτο επιβίωσε ο οίκος και έμεινε αταλάντευτος στους στόχους του, μεταδίδοντας έτσι την πίστη ότι η τέχνη την οποία αντιπροσωπεύει και κατά κάποιο τρόπο έφθασε να συμβολίζει, συνεχίζει να ζει και να εμπλουτίζει τους ακροατές.

Ποιοι είναι οι ακροατές; Ποιοι ακούν κλασική μουσική σε μια εξόχως αντιμουσική εποχή; Το θέμα αντιμετωπίζει ο Lawrence Kramer στο βιβλίο του Why Classical Music Still Matters (εκδ. University of California, 247 σελ., 24,95 δολάρια, 15,95 στερλίνες). Πολλοί κριτικοί και θεωρητικοί έχουν στο παρελθόν αντιπαραθέσει ελαφρά και κλασική μουσική ως η μία το αντίθετο της άλλης. Την αντίθεση τούτη εγκαταλείπει ο συγγραφέας. Συχνά επικαλείται τη λαϊκή μουσική όταν αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο ο κινηματογράφος και η τηλεόραση χρησιμοποιούν τις ξεχωριστές ιδιότητες της κλασικής μουσικής -συνθετότητα, βάθος και τάξη, όλα μαζί και ταυτόχρονα- προκειμένου να δηλώσουν διαφορετικές πραγματικότητες.

Μπαχ στον υπόγειο

Αυτά είναι στοιχεία που καθιστούν την αξία της κλασικής μουσικής διαχρονική, παροτρύνοντας και τους ακροατές της να τείνουν προς παρόμοιες αξίες και στη ζωή τους. Με αγάπη ο συγγραφέας σκύβει πάνω στο θέμα του αυτό, επιχειρώντας την κατάδειξή του μέσα από κεφάλαια για τη μελωδία, το τραγούδι, το πιάνο και τη μουσική ως τόπο, που έχουν βρει καταφύγιο οι μύθοι. Το βιβλίο του κλείνει με μια εικόνα ενός πλανόδιου μουσικού στον υπόγειο της Νέας Υόρκης, παίζοντας μια σονάτα για σόλο βιολί του Μπαχ μπροστά σ’ ένα κοινό που σταματά και παρακολουθεί προσηλωμένο. Τέτοια πράγματα δίνουν πίστη ότι η κλασική μουσική, ως νόημα και απόλαυση, έχει ακόμη σημασία και συνεχίζει να ζει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή