Το μεγαλείο του αρχαιοελλληνικού και του ρωμαϊκού πολιτισμού είναι αντικείμενο δέους ήδη από το τέλος της αρχαιότητας. Τώρα, η γενναία επέκταση των αιθουσών του τμήματος Ελληνικής και Ρωμαϊκής Τέχνης στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, που το άνοιγμά τους εγκαινιάστηκε πρόσφατα, δίνει τη δυνατότητα να εκτιμηθεί ακόμη περισσότερο η θεμελιώδης συμβολή των πολιτισμών αυτών στον βαθμιαίο σχηματισμό εκείνου το οποίο σήμερα αποκαλείται ταυτότητα ή συναίσθηση της ταυτότητας της Δύσης.
Τα αποτυπώματα στο μέλλον
Η περιδιάβαση μέσα στις αίθουσες ισοδυναμεί, όπως γράφει ο Σουρίν Μελικιάν στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν», με σεβαστική επίσκεψη στους προγόνους – θεμελιωτές του δυτικού πολιτισμού. Στη γλυπτική, το αποτύπωμα της ελληνικής τέχνης μέσω των ρωμαϊκών απομιμήσεών της, γίνεται αισθητό ώς τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γυμνά, μισόγυμνα ή ντυμένα τα αγάλματα που σμίλεψαν οι Ρωμαίοι γλύπτες, αντιγράφοντας ελληνικά πρωτότυπα, δεν έπαψαν να προκαλούν τον θαυμασμό από την Αναγέννηση ώς τον Νεοκλασικισμό του 19ου αιώνα. Εκείνο που επηρέασε όμως βαθύτερα τους Ευρωπαίους καλλιτέχνες από την Αναγέννηση και μετά, είναι η ρεαλιστική εκφραστικότητα των πορτρέτων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο ρεαλισμός στην Τέχνη είναι εφεύρημα της ρωμαϊκής τέχνης και όχι της αρχαιοελληνικής αν και τούτο δεν έχει ποτέ επαρκώς θεμελιωθεί. Το μαρμάρινο μπούστο του Ηρόδοτου στο Μετροπόλιταν ονομάζεται «ρωμαϊκό». Ομως, το όνομα του ιστορικού στο βάθρο είναι γραμμένο ελληνικά και η τέχνη θυμίζει ελληνικό χέρι. Ασχετα από την καταγωγή του, ο γλύπτης μελέτησε καλά τα χαρακτηριστικά της μορφής ενός συνοφρυωμένου ή σκεφτικού ανθρώπου και έτσι τα απέδωσε, σαν κάποιον που μπορεί ο οποιοσδήποτε να συναντήσει στον δρόμο του. Τέτοιες μορφές ενέπνευσαν χιλιάδες πορτρέτα σπουδαίων ανθρώπων, από Γάλλους συγγραφείς του 18ου αιώνα, έως Αμερικανούς μεγιστάνες της βιομηχανίας.
Ανεξίτηλο επίσης σημάδι στην ευρωπαϊκή ψυχή άφησαν οι μπρούντζινες προτομές που κι αυτές, στην καταγωγή, είναι ρωμαϊκές. Μια κεφαλή ανδρός, που βρέθηκε το 1904 στην Ιταλία, έχει όλα τα χαρακτηριστικά εκείνα που αγωνίζονταν να πετύχουν οι καλλιτέχνες του 16ου αιώνα. Του δόθηκε το όνομα Μάρκος Αγρίππας, από την επιγραφή πάνω σε μια πέτρα που βρέθηκε εκεί κοντά.
Στη ζωγραφική, όμως, παρ’ ότι ελάχιστα δείγματά της επέζησαν από την αρχαία εποχή, είναι εκπληκτικό το αποτύπωμα που άφησε η ρωμαϊκή τέχνη (ή η ελληνική) στην Αναγέννηση. Διασώθηκαν κάποιες τοιχογραφίες επειδή τις διατήρησε η στάχτη του Βεζούβιου όταν εξερράγη το 79 μ. Χ. και έθαψε την Πομπηία, βρέθηκαν το 1900 κοντά της σε μια έπαυλη του Μποσκορεάλε.
Θα νόμιζε κανείς ότι μετά τόση μελέτη και εμβάθυνση από την Αναγέννηση έως σήμερα, η αρχαία τέχνη δεν θα έκρυβε πια μυστικά. Τίποτα δεν είναι μακρύτερα από την αλήθεια. Ολόκληρα κεφάλαια της ιστορίας της αρχαίας τέχνης, μας είναι άγνωστα. Γιατί οι Ελληνες γλύπτες του 6ου π. Χ. αιώνα εγκατέλειψαν τη διαχρονική μυστικιστική τέχνη των κούρων, των αγαλμάτων που κοιτάζουν μπροστά με ένα μυστηριώδες χαμόγελο έκστασης στα χείλη; Ενα αριστούργημα σε οπτή γη της περιόδου εκείνης είναι ένα αλαβάστρινο μυροδοχείο που απεικονίζει μια γυναίκα, βαστώντας το φόρεμά της με το δεξί χέρι και στο αριστερό της επάνω, κολλημένο, καθώς είναι πάνω στο στήθος της, στέκεται ένα περιστέρι. Είναι τελετουργική σκηνή ή καθημερινή; Αγνωστο.
Ενα άλλο μυροδοχείο έχει τη μορφή πιθήκου, φέρει ίχνη χρώματος και τα μάτια του, που έχουν μια τραγική, ανθρώπινη έκφραση, θυμίζουν πολύ κάποιες αιγυπτιακές ξυλόγλυπτες μάσκες ζωγραφισμένες. Ο κατάλογος το χρονολογεί στο πρώτο τέταρτο του 6ου π. Χ. αιώνα και το τοποθετεί στη Ρόδο, αλλά και τούτα είναι εικασίες. Ενα από τα μεγαλύτερα αινίγματα του αρχαίου κόσμου του ευρωπαϊκού παρελθόντος, είναι οι Ετρούσκοι. Το όνομά τους είναι λατινικό και προέρχεται από την Τοσκάνη (Ετρουρία), ο πολιτισμός τους όμως παραμένει μυστήριο. Η γλώσσα τους δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί. Ενα μικρό δοχείο από ψημένο πηλό έχει το σχήμα πετεινού που στο στήθος του φέρει χαραγμένα τα 26 γράμματα του ετρουσκικού αλφαβήτου, άγνωστο γιατί.
Αίνιγμα παραμένει και η ετρουσκική τέχνη. Αρχικά ήταν παρακλάδι της τέχνης από την Εγγύς Ανατολή. Από τους φτερωτούς λέοντες που ανακαλούν τη γλυπτική του νεο-χιτιτικού βασιλείου στη (σημερινή) Ν. Α. Τουρκία, έως τα ασημένια κύπελλα σε στυλ παρόμοιο με τα φοινικικά της περιοχής του (σημερινού) Λιβάνου και Β. Ισραήλ, προκύπτει φανερά μια σχέση με τους πολιτισμούς της Ανατολικής Μεσογείου. Ομως αναπάντητο παραμένει το ερώτημα της σχέσης των Ετρούσκων με τον ελληνικό πολιτισμό του 5ου π. Χ. αιώνα. Αιφνίδια παρατηρείται μια εισβολή ελληνικών θεμάτων στην Ετρουρία και εκατοντάδες αττικά αγγεία βρέθηκαν σε τάφους.
Κατά τους ειδικούς, οι επιρροές προέρχονται από την Ιωνία, τις εκεί ελληνικές πόλεις και από τα κοντινά νησιά. Πώς έγινε αυτό, πολύ πριν οι Ρωμαίοι εισβάλουν και εκλατινίσουν την Ετρουρία, παραμένει άγνωστο. Παρόμοιο μυστήριο καλύπτει την τέχνη της Καμπανίας στην κεντρική Ιταλία και νοτιότερα.
Ετσι, μια χάλκινη ανδρική μορφή πάνω σε ένα βάθρο προσδιορίζεται ως «από την Ελλάδα ή από την Καμπανία ή από τη νότια Ιταλία, 500-450 π. Χ.», με αβέβαιη ταυτότητα αλλά με στυλιστικές ομοιότητες προς την ετρουτσκική και την ελληνική τέχνη, γνώρισμα χαρακτηριστικό της τέχνης της Καμπανίας.
Μένει η ομορφιά
Εάν οι ανασκαφές ήταν πιο οργανωμένες και οι υφαρπαγές μικρότερης κλίμακας, θα μπορούσαν ίσως να δοθούν απαντήσεις σε βασικά ζητούμενα του ευρωπαϊκού παρελθόντος. Εως ότου τούτο γίνει πραγματικότητα, παραμένει η εκθαμβωτική ομορφιά των αριστουργημάτων αυτών.