Μέσα από τα εικονογραφημένα εξώφυλλα των αμερικανικών βιβλίων τσέπης του ’50, μέσα από τη μυθολογία των Σκανδιναβών και μέσα από τους κέλτικους θρύλους γεννήθηκε ο φανταστικός κόσμος του Τόλκιν. Για να είμαστε ακριβείς: η ιδέα που εμείς έχουμε για τον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών» και για όλο το σύμπαν του Τόλκιν δεν έχει να κάνει με το ίδιο το λογοτεχνικό κείμενο, αλλά με την εικονογραφική αναπαράστασή του. Είναι ένα φαινόμενο. Πώς η εικόνα υπερισχύει του λόγου. Ο Τζον Χάου, γέννημα θρέμμα του Βανκούβερ, είναι ο άνθρωπος στον οποίον χρωστάμε την οπτική αναπαραγωγή του Τόλκιν. Τόσο στα βιβλία όσο και στον κινηματογράφο, ο Χάου ξετύλιξε έναν ατέλειωτο μύθο, πιο ισχυρό από την ίδια την πραγματικότητα ή τουλάχιστον πιο αναγνωρίσιμο από εκατοντάδες εκατομμύρια σε όλον τον κόσμο. Οι δράκοι, οι μονόκεροι, τα ξίφη, τα τέρατα και οι πανοπλίες του Τζον Χάου γίνονται ως οχήματα της φαντασίας η προέκταση μιας βαθιάς ανάγκης, όχι για παραμύθι αλλά για προσέγγιση του ακατανόητου.
Εναλλακτική ιστορία
Η κληρονομιά του Τόλκιν στη σύγχρονη ποπ κουλτούρα ήταν σαρωτική. Εξέπληξε ιδίως όσους διάβαζαν τα βιβλία του από τον Μεσοπόλεμο ώς τη δεκαετία του ’80. Μάλλον δυσανάλογο και ίσως υπερβολικό θα έβρισκαν αυτόν τον γιγαντισμό που οδήγησε τον Τόλκιν από τα ράφια της βιβλιοθήκης στην πρώτη γραμμή μιας κοινής κουλτούρας, όχι όμως τόσο αφελούς ή ανυποψίαστης όσο θα περίμενε κανείς. Ο Τζον Χάου είναι ένας άνθρωπος που στέκει εκστατικός απέναντι στον Μύθο. Και όταν λέμε Μύθος, είναι αυτή η απέραντη περιοχή που χωράει τα πάντα από τον Σπάιντερμαν ώς το μεσαιωνικό Beowulf και από το pulp fiction ώς τους θρύλους των Ισλανδών! «Ο κόσμος της φαντασίας είναι κάτι σαν μία εναλλακτική ιστορία», λέει ο Τζον Χάου.
Τον βρήκαμε στην Ελβετία, σε ένα φιλήσυχο τόπο όπου μια καλοκαιρινή έκθεση τιμά το έργο αυτού του ξεχωριστού Καναδού. Εκεί ζει, στην καρδιά της Ευρώπης, αυτός ο άνθρωπος που δεν απαρνιέται το Βανκούβερ, αλλά που έχει αποκτήσει εξάρτηση από την Ευρώπη γιατί εδώ ανατροφοδοτεί διαρκώς τη φαντασία του. Κάπου όμως υπάρχει συγγένεια. Σκεφτείτε: ένας σμιλεμένος δράκος σε έναν γοτθικό μεσαιωνικό ναό κάπου στη Γαλλία. Ενα δάσος με αψιδωτά δέντρα στη Βρετανική Κολομβία, εκεί όπου μεγάλωσε ο Χάου. Το γοτθικό μεταφυσικό στοιχείο στη Φύση. Είναι παντοδύναμο.
Πώς φτιάχνεις ένα σπαθί;
Και καθώς το μιούζικαλ «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών» στο Γουεστ Εντ είναι μια ακόμη απόδειξη ότι το σύμπαν του Τόλκιν αναπαράγεται διαρκώς -αλλά όχι απλώς για να υπηρετήσει τη σχέση προσφοράς και ζήτησης- σκεφτόμαστε ότι ψηλώνει ή βαθαίνει ο 21ος αιώνας με έντονο το στίγμα του γοτθικού μύθου στην ποπ ψυχαγωγία του. Σαν δίνη, οι δράκοι και τα τέρατα με τους κρυφούς τους κώδικες που χάνονται στην προϊστορία, επενδύουν σήμερα billboards στο Τόκιο και γίνονται screen savers στο Ντουμπάι και στο Σαντιάγο. «Τα αρχέτυπα, ευτυχώς, δεν ξεπερνιούνται ποτέ», λέει με πάσα βεβαιότητα ο Τζον Χάου, «απλώς μπαίνουν ξανά και ξανά στον μύλο».
«Τα πρώτα μου χρόνια στην Ευρώπη ήταν ένας συνεχής βομβαρδισμός από όλα τα είδη τέχνης και αρχιτεκτονικής», θυμάται ο Τζον Χάου. «Σκεφτόμουν: πώς κάνεις ένα κοστούμι να φαίνεται πειστικό; Πότε η λάμα ενός σπαθιού είναι υπερβολικά μακριά ή υπερβολικά φαρδιά; Πώς φτιάχνεις τη λαβή του; Πώς στερεώνονται οι περικεφαλαίες; Καθώς όλα αυτά έχουν χαθεί πλέον ως αληθινά αντικείμενα, πρέπει να τα φτιάξεις από την αρχή. Με ενθουσιάζει η χειρωνακτική δημιουργία. Περισσότερο από το να στρώνω χρώματα σε ένα επίπεδο χαρτί. Η φύση των υλικών θα οδηγήσει το χέρι μου στον σωστό δρόμο, κάτι που δεν θα μπορούσα να κάνω απευθείας στο χαρτί».
Στα 12 του χρόνια, ο μικρός Τζον θα διαβάσει τον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών». Ας πάμε λίγο πίσω στον χρόνο να τον συναντήσουμε. Στο Βανκούβερ, τέλη ’60, αρχές ’70, ο Τζον Χάου έχει χόμπι τη ζωγραφική. «Ξέσπαγα σε κλάματα, όταν μαζί με τη μητέρα μου αποτυγχάναμε να ζωγραφίσουμε μια αγελάδα όπως ακριβώς την είχαμε φανταστεί». Σε εκείνο, το σπίτι κρεμόταν στον τοίχο ένα σχέδιο από μολύβι που απεικόνιζε το μεσαιωνικό Κάστρο του Chillon, έμβλημα της Ελβετίας, να καθρεφτίζεται στα βελούδινα νερά της Λίμνης της Γενεύης. Το είχε ζωγραφίσει η γιαγιά του Τζον και, ίσως, να μην είναι άσχετο ότι σήμερα ο Χάου ζει στην Ελβετία.
Αυτό το σχέδιο ήταν δυναμίτης για το μυαλό του Τζον στο Βανκούβερ. Στο δωμάτιό του, μάζευε με μανία κόμικς και βιβλία τσέπης. Τα διάλεγε με κριτήριο το εξώφυλλο, pulp αισθητική και αισθησιακή εικόνα. «Ο Φρανκ Φραζέτα, διάσημος εικονογράφος της εποχής, είχε πάρει διαστάσεις ημίθεου για μένα», λέει ο Τζον Χάου. Από την τοπική βιβλιοθήκη δανείστηκε τα βιβλία του Τόλκιν και έπρεπε να περιμένει μήνες έως ότου εξασφαλίσει ένα αντίτυπο. «Εκείνη την εποχή τα βιβλία του Τόλκιν δεν ήταν εικονογραφημένα. Περιείχαν μόνο τα δικά του σχέδια. Η ιδέα να τα εικονογραφήσω εγώ γεννήθηκε σαν σπίθα μέσα μου γύρω στα 1975 όταν είδα τα ημερολόγια φαντασίας των αδελφών Hildebrandt. Επιασα να κάνω τις δικές μου εκδοχές των εικόνων που έβλεπα βρίσκονται σήμερα σε ένα σκονισμένο κουτί κάτω από το κρεβάτι μου».
Πανοπλίες και εργαλεία
Στροβιλίζονταν μέσα του εικόνες, θρύλοι και μορφές. Λίγο τον ενδιέφερε τότε ο ελληνο-ρωμαϊκός κόσμος. «Μην ξεχνάτε ζούσαμε κοντά στον Ειρηνικό…». Αλλά ήταν η έλξη για τον κόσμο του Βορρά που έμοιαζε με τυφώνα και που τον έπαιρνε μακριά. Η μυθολογία των Βορειοευρωπαίων, η κουλτούρα των Κελτών και των Αγγλο-Σαξώνων, οι θεότητες, τα ξωτικά, τα τρολ και οι δράκοι του Βορρά, με την ποίηση του γοτθικού δάσους και των τρεχούμενων νερών. Στην κόψη του Σαίξπηρ και της σκανδιναβικής μυθολογίας, η φαντασία του Τζον Χάου ξεδίπλωνε τα πλάσματα του Τόλκιν.
Αυτός ο γεμάτος όνειρα Καναδός ξεβράστηκε από το ωστικό κύμα της φαντασίας του στην Ευρώπη αρχικά για να περάσει ένα χρόνο. Στο Στρασβούργο, εκεί που η Φράγκικη Ευρώπη συναντά την Τευτονική Ευρώπη, ο Τζον Χάου γράφτηκε κάποια στιγμή στην Ecole des Arts Decoratifs και το ταξίδι αυτογνωσίας και μάθησης στον ευρωπαϊκό πολιτισμό έγινε σταδιακά τρόπος ζωής.
Εύκολα καταλαβαίνει κανείς γιατί το γκαράζ και η σοφίτα του σπιτιού του είναι γεμάτα με θραύσματα από παλιές πανοπλίες, ξεχαρβαλωμένα εργαλεία και τούφες από ρίζες δέντρων… Η Ευρώπη, με όλον της τον Μεσαίωνα διηθισμένο στο μυαλό του Τζον Χάου, εκβάλει μέσα στις αποθήκες της φαντασίας του.
«Οσο πιο πολλές ιστορίες διηγούμαστε, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχουμε να αναγνωρίζουμε τις διαφορές και τις ομοιότητές μας», λέει. «Και μη ξεχνάτε… οι δράκοι δεν έχουν ξεφυσήσει την τελευταία τους λέξη ακόμη. Δεν είμαστε και τόσο διαφορετικοί από τους ανθρώπους που διηγήθηκαν αυτούς τους μύθους… για κάποιους συγκεκριμένους λόγους γεννήθηκαν αυτά τα παραμύθια και η φαντασία μας τα δουλεύει ακόμα».
Η επαφή με την Ελλάδα
«Θερμοπύλες, Ομηρος, Μαραθώνας, Πλάτων, Ιωνικός – Δωρικός – Κορινθιακός ρυθμός… όλα ήταν άνω κάτω μέσα στο μυαλό μου, σαν να μην μπορούσα να χωνέψω μία χλιαρή σούπα από κιονόκρανα, πολεμιστές και φιλόσοφους. Στο σχολείο στο Βανκούβερ μαθαίναμε τα βασικά – μας ήταν όλα πολύ μακρινά. Ηταν άχαρο να μην μπορείς ποτέ να δεις αυτά που σου έλεγαν. Ετσι βγαίναμε έξω στα δάση της Βρετανικής Κολομβίας και εκεί νιώθαμε τουλάχιστον στο πετσί μας. Αλλά όταν επισκέφθηκα επιτέλους τους Δελφούς είχα μία συγκλονιστική εμπειρία. Επρεπε να περάσουν 30 χρόνια από το πρώτο μάθημα στην αρχαία ιστορία μέχρι εκείνο το πρωινό αποκάλυψης στον Παρνασσό. Χάρη στους Δελφούς άνοιξα τα μάτια μου στον Νότο. Επιτέλους αποκτούσα ένα παράθυρο στη Μεσόγειο μέσα από τον γκρίζο ομιχλώδη Πύργο μου στον ευρωπαϊκό Βορρά όπου συνήθως το μυαλό μου κατοικεί. Είμαι αργός στο να μαθαίνω έναν νέο πολιτισμό, αλλά τώρα νιώθω την αύρα της Μέσης Γης, της Μεσογείου. Κάθε βήμα μου στους Δελφούς είναι ένα βάθρο πάνω στο οποίο με υπομονή χτίζω το μικρό μου οικοδόμημα της φαντασίας. Ενας ακόμη Πύργος, αλλά αυτή τη φορά γεννημένος στο φως, που ζεσταίνει τους πέτρινους τοίχους του».
Μιλώντας για τη Φαντασία
– Η Φαντασία έχει ασφαλώς τις ρίζες της στο μακρινό, ομιχλώδες παρελθόν αλλά η θέση της στην Εποχή του Ορθού Λόγου, έχει αλλάξει. Οι θεοί του Ουρανού απομυθοποιούνται από τον στατικό ηλεκτρισμό και οι νεράιδες των μανιταριών αποδομούνται από τους μυκητολόγους.
– Ωστόσο, η Φαντασία επιστρατεύεται για να συμβολίσει πολλά πράγματα όταν ρωτάμε την αιώνια ερώτηση «γιατί;». Η μάχη του Beowulf με τον δράκο είναι άραγε ισοδύναμη με το νέας γενιάς βίντεο γκέιμ;
– Η Φαντασία είναι ένα μοναχικό παιχνίδι. Αλλά η σύγχρονη ζωή έχει κλαδέψει πολλά βλαστάρια μαγείας και η επιστήμη έχει αναλάβει να εξηγήσει όσα απόμειναν. Ετσι, μείναμε μόνοι να θεοποιούμε την προσωπική μας Φαντασία.
– Οι εξατομικευμένοι φανταστικοί κόσμοι πάνε χέρι χέρι με την ελευθερία του προσωπικού μας στίγματος στη σύγχρονη Δύση.
– Η Φαντασία δεν έχει να κάνει με την Επιστημονική Φαντασία. Αν σκεφτείς τον Κένταυρο, όπως στην ελληνική μυθολογία, δηλαδή μισό άνθρωπο, μισό άλογο, τότε μιλάει η Φαντασία. Αν αρχίζεις να σκέφτεσαι πώς λειτουργεί το πεπτικό του σύστημα τότε έχεις μετακινηθεί στην Επιστημονική Φαντασία. Το ίδιο με τους Αγγέλους. Αν είσαι ευτυχής με την εξήγηση ότι είναι φτερωτά πλάσματα, παραμένεις στον κόσμο της Φαντασίας. Αν θέλεις να αποκωδικοποιήσεις το DNA τους, έχεις ήδη αναχωρήσει για κάτι άλλο…
– Η δύναμη της Φαντασίας εμπεριέχει στοιχεία του glamour με την αρχέτυπη έννοια.
– Η Φαντασία έχει να κάνει με την πεποίθηση ότι όλα μπορεί να συμβούν. Ποτέ δεν θα ενηλικιωθούμε γιατί πάντα θέλουμε να πιστεύουμε ότι κάπου υπάρχει ένα πεδίο όπου βασιλεύουν οι «πιθανότητες» και όχι οι «βεβαιότητες».www.john-howe.com