Ακόμη και οι τεχνολογικές επαναστάσεις φθίνουν, όπως φαίνεται από την πορεία του cd, που γιορτάζει φέτος το πρώτο του τέταρτο του αιώνα, υπό την ασφυκτική πίεση του ψηφιακού downloading. Πριν από 25 χρόνια κατασκευάστηκε σε ένα εργοστάσιο της Philips στη Γερμανία το πρώτο cd, το The visitors των Abba. Ο νέος μικρός δίσκος έκανε περισσότερο προσβάσιμη τη μουσική, αφού ήταν μικρότερος και πιο ανθεκτικός από το δύσχρηστο βινύλιο, που έκτοτε περιορίστηκε κυρίως στους συλλέκτες και στους DJ.
Από τότε έχουν πουληθεί περισσότερα από 200 δισεκατομμύρια μουσικά cd σε όλο τον κόσμο και μέχρι σήμερα παραμένει το κυρίαρχο μέσο, τόσο στη μουσική βιομηχανία, όσο και ως μέσο αποθήκευσης δεδομένων στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, μια χρήση που αρχικά δεν είχε περάσει καν από το μυαλό των εφευρετών του. Σήμερα, όμως, απειλείται από το ψηφιακό downloading που αυξάνεται με θεαματικούς ρυθμούς.
Οι πωλήσεις των cd σημειώνουν πτώση τα τελευταία δέκα χρόνια, εξαιτίας και της πειρατείας. Σύμφωνα με στοιχεία της IFPI, της διεθνούς ομοσπονδίας των δισκογραφικών εταιρειών, μέχρι το 2010, το 25% των πωλήσεων θα γίνονται ψηφιακά. Μόνο στη Βρετανία, μία από τις μεγαλύτερες μουσικές αγορές του κόσμου, οι πωλήσεις cd έπεσαν κατά 10% το πρώτο εξάμηνο του 2007, ενώ οι ψηφιακές αγορές αυξήθηκαν κατά 50%.
Το νέο -τότε στις αρχές του ’80- φορμά του cd αναπτύχθηκε από κοινού από τη Philips και τη Sony, σε μια σπάνια επιχειρηματική συμμαχία. Στην ομάδα που ανέπτυξε το cd συμμετείχε ο Πιετ Κρέιμερ, ο οποίος είπε στο BBC: «Οταν οι δύο εταιρείες συνεργάστηκαν, ο στόχος ήταν να κατακτήσουμε τον κόσμο. Και το καταφέραμε συμφωνώντας σε ένα κοινό μέσο. Αυτή η καινοτομία ήταν μια νέα προσέγγιση που απέδωσε».
Οι δύο μεγάλες εταιρείες άρχισαν να συνεργάζονται το 1979, με στόχο να δημιουργήσουν ένα δίσκο που θα μπορούσε να χωρέσει μία ώρα ηχογραφημένης μουσικής. Η χωρητικότητα του cd ωστόσο αυξήθηκε και έφτασε στα 74 λεπτά. Ο λόγος ήταν να μπορέσει να χωρέσει σε ένα cd μια πλήρης ηχογράφηση της 9ης συμφωνίας του Μπετόβεν.
Αν και το πρώτο cd ανήκε σε ένα ποπ γκρουπ, όπως οι Abba, στην αγορά αρχικά κυκλοφόρησαν κυρίως κλασικές ηχογραφήσεις. Οι δισκογραφικές εταιρείες, όπως και οι εταιρείες παραγωγής ηλεκτρονικών συσκευών, θεωρούσαν ότι το κοινό της κλασικής μουσικής ήταν πολύ πιο πρόθυμο να πληρώσει για τα ακριβά αρχικά cd και τα πανάκριβα συμβατά μηχανήματα. Με σημερινές τιμές, ένα από τα πρώτα cd player κόστιζε περισσότερα από 1.500 ευρώ!
Οπως συμβαίνει πάντως σήμερα με την ποιότητα του ήχου που αναπαράγεται από το ψηφιακό mp3, έτσι και στα πρώτα χρόνια κυκλοφορίας του cd, υπήρχε μια ανοιχτή διαμάχη ανάμεσα στους υποστηρικτές του «παλιού» βινυλίου και του «νέου» cd. Το νέο φορμά μπορούσε να καταγράφει και την παραμικρή λεπτομέρεια στην ηχογράφηση, μεταδίδοντας όχι μόνο τη μουσική, αλλά και την ερμηνεία του καλλιτέχνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο πιανίστας Κλαούντιο Αράου, που βαριανάσαινε κάθε φορά που έπαιζε. Το γνώρισμά του αυτό καταγράφηκε για πρώτη φορά χάρη στο cd.