Νοσταλγικοί χοροί μιας άλλης εποχής

1' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τελικά το 2004 το Μουσείο Μπενάκη δεν κατάφερε πολλά για τον Νίκο Σκαλκώτα. Οι προγραμματισμένες εκθέσεις, εκδόσεις, εκδηλώσεις δεν υλοποιήθηκαν. Η παρτιτούρα των περίφημων «36 Ελληνικών Χορών» ακόμα δεν έχει εκδοθεί. Ομως, το φιλόμουσο μουσείο σκέφτηκε την ανάθεση μιας νέας ενότητας χορών στον συνθέτη Φίλιππο Τσαλαχούρη. Ετσι γεννήθηκαν οι «24 Ελληνικοί Χοροί για το Μουσείο Μπενάκη» που παρουσιάστηκαν σε πανελλήνια πρώτη στις 17 Ιουλίου στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (ΚΟΑ) υπό τη διεύθυνση του Βύρωνα Φιδετζή.

Το έργο αποτελείται από δύο ενότητες δώδεκα χορών, που προλογίζονται, διαχωρίζονται και ολοκληρώνονται από σύντομα μέρη για βαρύτονο, μεγάλη μεικτή χορωδία και μεγάλη συμφωνική ορχήστρα. Οτι ο Φίλιππος Τσαλαχούρης ξέρει να γράφει καλά για διάφορους συνδυασμούς οργάνων όπως επίσης για μεγάλα (έως κολοσσιαία) σύνολα, έχει διαπιστωθεί και από προηγούμενες συνθέσεις του. Οτι η μελωδική του γονιμότητα δεν εξαρτάται από μουσικές ιδέες άλλων, είναι επίσης γνωστό. Το ερώτημα στο συγκεκριμένο έργο αφορά την πρόταση του συνθέτη προς το κοινό, τόσο σε ιδεολογικό όσο και σε αισθητικό επίπεδο.

Τον 19ο αιώνα πλήθος μουσουργών επέλεγαν παραδοσιακά τραγούδια και χορούς της πατρίδας τους προκειμένου να εκφράσουν το εθνικό στοιχείο, αυτό που ενοποιούσε ένα σύνολο ανθρώπων. Η λογική αυτή ακολουθήθηκε από αρκετούς και στον 20ό αιώνα, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι αναζητούσαν στοιχεία συνοχής για τον προσδιορισμό και την έκφραση εθνικής ταυτότητας. Σε μία Ελλάδα στην οποία τα Δωδεκάνησα προσαρτήθηκαν το 1948, πλήθος ελληνοκεντρικών έργων ανάμεσα στα οποία επίσης χοροί του Σκαλκώτα, του Κωνσταντινίδη και άλλων είχαν και αυτό ως στόχο.

Είναι προφανές ότι σήμερα τέτοια ζητήματα δεν τίθενται, τουλάχιστον όχι με τον ίδιο τρόπο. Επομένως, η αποδοχή σύνθεσης ενός έργου βασισμένου σε δημοτικούς χορούς εκλαμβάνεται μάλλον ως αφορμή για νοσταλγική αναπόληση ενός κόσμου που στη σύγχρονη πραγματικότητα μοιάζει πια αρκετά μακρινός. Νοσταλγικά μακρινό τον κρατά κι ο Τσαλαχούρης, καθώς επιπλέον τον προσδιορίζει χρονικά μέσα από δύο «ευρωπαϊκούς» χορούς του μεσοπολέμου, μία μελωδία-ανάμνηση χαμένης παιδικής αθωότητας και μία ομοίως νοσταλγική χατζιδακική μελωδία. Η ιδεολογική αυτή πρόταση αποδόθηκε μέσα από την αντίστοιχη μουσική γλώσσα, ως εάν η αισθητική του Καλομοίρη να μπορεί να εκφράσει ακόμα το σήμερα.

Στόχος του έργου ασφαλώς δεν υπήρξε να αποτελέσει πρόκληση για κανέναν από τους συντελεστές. Θαυμάσια γραμμένο, το μέρος του βαρύτονου αποδόθηκε πολύ καλά από τον Δημήτρη Πλατανιά, ηχηρό ήταν το τραγούδι της Χορωδίας της Στέγης Ελληνικών Χορωδιών, επική και ηρωική η ΚΟΑ σε πλήρη ανάπτυξη.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT