Στη σκιά της φθοράς και του θανάτου

4' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το αίμα που μαράθηκε

Ακης Δήμου

Σκην.: Γιώργος Σαχίνης

Θέατρο: Καλλιδρομίου

«Το αίμα που μαράθηκε: Δεκαεννιά σκηνές για το μάταιο μιας αγάπης. Κι ένα τραγούδι σαν πνιγμένο φιλί». Με τέτοιο μελιστάλαχτο λυρισμό περιγράφει ο Ακης Δήμου τη δραματοποίηση της «Κερένιας Κούκλας», του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, την οποία και μετέγραψε για το θέατρο. Είναι -ισχυρίζεται ο Α. Δήμου στο οπισθόφυλλο του προγράμματος- η «απλή και λυπητερή ιστορία της βόλτας δυο κοριτσιών και ενός αγοριού στον νυχτερινό κήπο μιας ζωής χωρίς άρωμα και χωρίς δόξα». Προς Θεού! Η τέλεια παρεξήγηση!! Ο Χρηστομάνος έζησε, σπούδασε και έγραψε στη Βιέννη ακριβώς σε εκείνη τη σημαδιακή εποχή που (ήταν στο γύρισμα του προπερασμένου αιώνα μέχρι τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο) η πόλη ήταν το κέντρο της σημαντικότερης αυτοκρατορίας του κόσμου και όταν από εκεί άρχισαν πολλά απ’ ό,τι και σήμερα ακόμα θεωρούμε ως μοντέρνα στις τέχνες και στην ψυχολογία.

Ζωγράφοι σαν το Κλιμτ, συνθέτες σαν τον Γκούσταβ Μάλερ, τον Αρνολντ Σένμπεργκ, αρχιτέκτονες όπως ο Χουντερτβάσσερ, συγγραφείς όπως ο Ρόμπερτ Μουζίλ κ.λπ., κ.λπ. Και ανάμεσα σε όλους ο Ζίγκμουντ Φρόιντ, με τον οποίο ο Χρηστομάνος δείχνει να συμπίπτει σε θέματα όπως η αρρώστια που φέρει πάνω της τη σκιά του θανάτου και της φθοράς, και όπως η ευτυχία η οποία είναι ως επί το πλείστον ανέφικτη(;). Σήμερα θα ανέλυαν το έργο του Χρηστομάνου, όχι μόνο φροϋδικά, αλλά και με γιουνγκιανές μεθόδους. Ενδεχομένως -ποιος ξέρει…- ακόμα και σύμφωνα με τις αρχές των «συμπεριφοριστών».

Ανανεωτής ο Χρηστομάνος

Από Γερμανίδα μητέρα, ο Χρηστομάνος όχι μόνο ανακατεύτηκε με σημαντικούς λογοτεχνικούς κύκλους της Βιέννης, αλλά επηρεάστηκε έντονα και από τάσεις «του συρμού» όπως ο ήταν συμβολισμός. Επίσης ήταν -και- συνοδός της αυτοκράτειρας Ελισάβετ, της «Σίσσυ», στην οποία δίδαξε ελληνικά. Ολα τα παραπάνω βιογραφικά, όπως άλλωστε και αυτά που αφορούν τα μετέπειτα χρόνια -μέχρι το 1911 που πέθανε- στην Αθήνα όπου έδρασε ως ένας απο τους σημαντικότερους ανανεωτές του ελληνικού θεάτρου, σίγουρα δεν τον χαρακτηρίζουν ως ένα μελιστάλαχτο συγγραφέα αισθηματικών μυθιστορημάτων, όπως περίπου τον θεωρεί και τον περιγράφει ο Ακης Δήμου.

Μάλιστα, η «Κερένια Κούκλα» (1911) επάνω στην οποία στηρίχθηκε ο Α. Δήμου για να γράψει «Το αίμα που μαράθηκε» ήταν τόσο προχωρημένο έργο για την ελληνική κοινωνία της εποχής που η εφημερίδα «Πατρίς» που το δημοσίευε σε συνέχειες το σταμάτησε από ένα σημείο και μετά θεωρώντας το υπερβολικά μεταφυσικό και σκοτεινό. Ευτυχώς που η τωρινή παράσταση (είχε ήδη γίνει παλιότερα θεατρικό από τον Παντελή Χορν, όπως ακόμα και -ελληνική βουβή- ταινία το 1916) υπήρξε τελικά περισσότερο κοντά στον Κ. Χρηστομάνο παρά στον «μεταμορφωτή» της Α. Δήμου. Κατ’ αρχάς ήταν το λευκό εσωτερικό του κτιρίου -Καλλιδρομίου 68 στα Εξάρχεια- που έφερνε στη μνήμη τις ξεχωριστές, πρωτοποριακές δημόσιες τουαλέτες που είχε σχεδιάσει ο Χουντερτβάσσερ στην 9η περιφέρεια της Βιέννης και διατηρούνται μέχρι σήμερα σαν αξιοθέατο!

Μετά, η νοσοκομειακή παγερότητα του εσωτερικού (σκηνικά – κοστούμια: Γιάννης Σκουρλέτης) κάπου ακουμπούσε στη φροϋδική ατμόσφαιρα του βιεννέζικου προ-μπαουχάους μοντερνισμού των αρχών του προπερασμένου αιώνα. Εντάξει, λεπτομέρειες αυτές. Δημιουργούσαν όμως καλές εντυπώσεις. Οπως και η σκηνοθεσία του Γιώργου Σαχίνη -κι αυτό είναι το σημαντικότερο- ελίχθηκε ανάμεσα στην αλήθεια και το μεταφυσικό και δημιούργησε τέτοιες μυστηριακές ατμόσφαιρες μέσα σε ένα σκοτεινό παραμύθι που -είμαι σίγουρος- δεν θα ήταν διόλου του γούστου του θεατρικού κριτικού της εφημερίδας «Πατρίς» πίσω στα 1908.

Σήμερα, όμως, η μαστοριά του -νεαρού- Σαχίνη να μεταφέρει με τέτοιο έντεχνο και μοντέρνο τρόπο το παλιό στο αύριο είναι αξιοθαύμαστη. Αλλωστε αυτό το πάντρεμα φάνηκε και στην περσινή του δουλειά που έκανε επάνω στον ποιητή Λαπαθιώτη. Με την ομάδα «Οχι Παίζουμε» ο Γιώργος Σαχίνης ισορροπεί -επιτυχώς- ανάμεσα στη σύγχρονη θεατρική δουλειά και την εκζήτηση. Στην «Κερένια Κούκλα» του Κ. Χρηστομάνου, το ψυχολογικό δράμα δημιουργείται ανάμεσα σε έναν άνδρα και δύο γυναίκες. Στο «Αίμα που μαράθηκε» του Α. Δήμου υπάρχει και μια τρίτη γυναίκα (η Αγγελική Λεμονή διαχειρίζεται με επιτυχία τον πιο δύσκολο ρόλο της παράστασης), η οποία δεν έχει άμεση συμμετοχή σε όσα «γήινα» συμβαίνουν και για την οποία το μόνο που μαθαίνουμε είναι ότι μένει κάπου κοντά σε ένα νεκροταφείο και έχει και ένα σκύλο που τον λένε Γαρύφαλλο. Μπορεί να είναι και φάντασμα. Δεν διευκρινίζεται επαρκώς. Η Γεωργία Τσαγκαράκη είναι η αστή ετοιμοθάνατη και η Τζίνα Θλιβέρη η προλετάρια, που επιζεί και τεκνοποιεί. Και οι δυο τους είχαν να παλέψουν με τον ρεαλισμό και τη μεταφυσική που διαρλώς κονταροχτυπιούνταν στην παράσταση. Και επέζησαν. Πράγμα που είναι υπέρ των δύο αυτών ηθοποιών.

Το «αντικείμενο του πόθου» στο έργο είναι ο φουστανελοφορεμένος αρσενικός της παρέας, ο Νίκος, ο οποίος εμφανίζεται περισσότερο σε αναπηρική καρέκλα παρά στα πόδια του (ο Γιωργής Τσαμπουράκης με μια έκφραση μη συμμετοχής στο πρόσωπό του προσθέτει θετικά στο «απόκοσμο» στοιχείο της παράστασης). Αυτός ο Νίκος έρχεται ολοφάνερα σε δεύτερο επίπεδο στην ιστορία.

Αλλόκοσμη μουσική

Εντυπωσιασμένος από την προηγούμενη δουλειά του Κώστα Δαλακούρα (μουσική) με την ίδια πάλι ομάδα, τέντωσα τώρα τα αυτιά μου για να προσέξω ιδιαίτερα το τι θα έκανε. (Αλλωστε, με το πρόγραμμα πουλιέται και το cd με τη μουσική της παράστασης.) Είναι μια αλλόκοσμη μουσική, με πνευστά που παράγουν τους μονότονους ήχους της νύχτας, με έγχορδα που επιμένουν στον μινιμαλισμό και με ακούσματα που μου θύμησαν αχνά εκείνους του μοντέρνους Βιεννέζους του 1900. Αχνά πολύ αχνά και επεξεργασμένους. Οπως άλλωστε είναι και οι δικοί μας Μιχάλης Σουγιούλ («Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά») και Θ. Σακελλαρίδης με τα αγνώριστα μεταλλαγμένα κομμάτια του «Βαφτιστικού» του. Με δυο λόγια, ο Κώστας Δαλακούρας δημιουργεί ένα ακουστικό περιβάλλον το οποίο δεν δείχνει να επιθυμεί να επέμβει «πρωταγωνιστικά» στην παράσταση. Ο θεατής μαγνητίζεται σε μουσικά σύγχρονες μινιμαλιστικές ατμόσφαιρες οι οποίες, παρά τις παραπάνω αναφορές σε άλλους συνθέτες είναι ολότελα πρωτότυπες. Ηταν γενικά μία ενδιαφέρουσα και «προχωρημένη» παράσταση.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT