Πριν πατήσει το πόδι της στο θέατρο της Επιδαύρου η Φιόνα Σο, για να μισοθαφτεί σε ένα βουνό από άμμο, φλυαρώντας ακατάπαυστα, ψαχουλεύοντας την τσάντα της και βουρτσίζοντας τα δόντια της, ως Γουίνι στις «Ευτυχισμένες μέρες» του Σάμουελ Μπέκετ, η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου της Μεγάλης Βρετανίας έχει ήδη απασχολήσει κατά κόρον τον ελληνικό Τύπο. Και όχι πάντα για καλό. Γιατί η γκρίνια και η καχυποψία παρακολουθούν κατά πόδας τη βρετανική παραγωγή. «Ταιριάζει ή δεν ταιριάζει ο Μπέκετ στην Επίδαυρο;», το πρώτο και καίριο ερώτημα που ετέθη με την ανακοίνωση του προγράμματος του Φεστιβάλ. Το δεύτερο προέκυψε στην πρόσφατη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και αφορά τα σκηνικά της παράστασης. Ελαφριά μεν η κατασκευή που θα καλύψει την ορχήστρα του θεάτρου (από φελιζόλ), αλλά τα φωτιστικά είναι πολλά και «επιβαρύνουν» τις πρώτες σειρές. Σήμερα το βράδυ θα λυθούν όλες οι απορίες. Και οι «Ευτυχισμένες μέρες» θα περάσουν στην ιστορία των Επιδαυρίων ως η πιο ολιγοπρόσωπη πρεμιέρα του αργολικού θεάτρου (με δύο μόλις πρωταγωνιστές, τη Γουίνι και τον Γουίλι), που θα έχει προκαλέσει τον μεγαλύτερο θόρυβο…
Το σκηνικό του Τομ Πάι παραπέμπει σε σύγχρονη πόλη ερειπωμένη. Στο κέντρο αυτής της ερημιάς, στην κορυφή ενός χαμηλού λόφου, μια γυναίκα, η Γουίνι, θαμμένη μέχρι τη μέση στη γη, θα ξυπνήσει από τον ήχο ενός ξυπνητηριού. Παρότι βρίσκεται σε αυτήν την αξιοθρήνητη κατάσταση, σκοπεύει να ζήσει μία ακόμα «θεία μέρα». Η ηρωίδα είναι εγκλωβισμένη στον χώρο της σκηνής και υπακούοντας στον διαπεραστικό ήχο του κουδουνιού προσπαθεί να μας αφηγηθεί την ιστορία της, χρησιμοποιώντας τα υλικά του θεάτρου: τις λέξεις και τα σκηνικά αντικείμενα.
«Ο Μπέκετ δεν ενδιαφέρεται για την εξωτερική εμφάνιση της Γουίνι αλλά για την ανατομία της ανθρώπινης σκέψης. Κατά μία έννοια, δεν πρόκειται καν για μια καθαρά θηλυκή υπόσταση. Εχει πολλά από τα στοιχεία του Σάμουελ Μπέκετ. Τους πανικούς, τους φόβους, τα συναισθήματά του», είχε πει πρόσφατα σε συνέντευξή της στην «Κ» η Φιόνα Σο. «Ο Μπέκετ διοχέτευσε τον υπαρξιακό πανικό του σε αυτήν την αξιαγάπητη γυναίκα, που είναι πολύ χαριτωμένη και πολύ έξυπνη. Το δικό μου πρότυπο πάνω στο οποίο διαμόρφωσα τη Γουίνι ήταν μιας γυναίκας που γνωρίζω, πολύ ελεύθερης και πολύ δυναμικής. Την έβλεπα, σχεδόν, να εκστομίζει τα λόγια της Γουίνι. Ο καθένας μπορεί εν δυνάμει να βρεθεί σε αυτήν τη θέση». Την ίδια άποψη συμμερίζεται και η σκηνοθέτις Ντέμπορα Γουόρνερ: «Νομίζω ότι όλοι αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας στις «Ευτυχισμένες μέρες». Ολοι αισθάνονται ότι η Γουίνι έχει κάτι να τους απευθύνει προσωπικά. Το έργο αυτό είναι τελικά ένα σοβαρό πορτρέτο γάμου, το οποίο ένας άλλος συγγραφέας θα τοποθετούσε στο σαλόνι ή στην κουζίνα».
Η Φιόνα Σο μέτρησε στο έργο 157 παύσεις! «Και εγώ έπρεπε να γεμίζω καθεμιά από αυτές», υποστηρίζει η Γουόρνερ. «Σε ένα βαθμό, έχει να κάνει με χιλιάδες θραύσματα σιωπής. Ομως η ευφυΐα του Μπέκετ είναι ότι βρίσκεται πάνω από τη γλώσσα. Η σιωπή του είναι πολύχρωμη, σύνθετη, σαν ένα μουσικό κομμάτι. Και η Επίδαυρος είναι ο τέλειος χώρος για να αναδείξει τη σιωπή». Η Φιόνα Σο προσθέτει: «Τοποθέτησα την παύση στο μυαλό μου, όχι στο βλέμμα μου. Και το αποτέλεσμα, νομίζω, ότι είναι πιο φυσικό».
Ο Σάμουελ Μπέκετ σημείωνε για τις «Ευτυχισμένες μέρες»: «Η δοκιμασία της αμφιβολίας ήταν μια δραματουργική ευκαιρία που δεν έπρεπε να χάσω, αλλά ούτε και να εμπλακώ με το να τη λύσω και να τα θαλασσώσω. Αυτό αισθάνθηκα, εν πάση περιπτώσει. Ξέρω ότι τα πλάσματα της φαντασίας υποτίθεται πως δεν έχουν μυστικά από τους συγγραφείς που τα πλάθουν, αλλά φοβούμαι ότι τα δικά μου είναι λιγάκι αλλιώς».
«Αλλιώς», θα πέσει η αυλαία και των φετινών Επιδαυρίων, σήμερα και αύριο το βράδυ. Με μια παράσταση δοκιμασμένη σε ένα έργο διφορούμενο.