Η φετινή Ιφιγένεια εν Αυλίδι που μας έρχεται από το Θεσσαλικό Θέατρο και την επόμενη εβδομάδα θα παιχτεί σε αρκετά αμφιθέατρα της πρωτεύουσας, δεν είναι ούτε ηρωική, όπως συνηθιζόταν κάποτε -το νεαρό θύμα αποδέχεται τη σφαγή του υπέρ πατρίδος-, αλλά ούτε και αντιηρωική, όπως έχει επικρατήσει να παρουσιάζεται τις τελευταίες δεκαετίες, όπου η αποδοχή της θυσίας έχει τον χαρακτήρα ειρωνείας προς τους μηχανισμούς της εξουσίας που επέβαλαν τη σφαγή ενός παιδιού, προκειμένου να υπηρετήσουν τους στόχους τους.
«Εγώ πιστεύω ότι η Ιφιγένεια μεταστρέφεται κι αποδέχεται τη σφαγή, ενώ εκλιπαρούσε για τη ζωή της», λέει ο σκηνοθέτης της παράστασης Σωτήρης Χατζάκης αναφερόμενος στο επίμαχο ζήτημα αυτής της τραγωδίας, «επειδή η ψυχή αυτού του 14χρονου κοριτσιού έχει μαραθεί. Στο μυαλό του καταρρέουν όλα τα πρόσωπα που πίστευε: κυρίως ο ίδιος ο πατέρας της Αγαμέμνων και ο άνδρας τον οποίο ερχόταν να παντρευτεί, ο Αχιλλέας, αλλά και οι υπόλοιποι -Μενέλαος, Οδυσσέας, Κάλχας. Εξ ενστίκτου οδηγείται έτσι σε μια έμμεση αυτοκτονία. Εχει ασπρίσει η ψυχή της, έχει τραυματιστεί. Θέλει πια να πεθάνει».
Υπηρέτησε κατά τα άλλα το στοιχείο της παρωδίας που ενέχει η τραγωδία αυτή του Ευριπίδη (μετάφραση Κ.Χ. Μύρη), αποκαθηλώνοντας τους διαβόητους ήρωες και πρωταγωνιστές της Ιλιάδας, αλλά χωρίς η παρωδία «να φτάνει στο σημείο να αίρει τον τραγικό πυρήνα της υπόθεσης. Αυτό που ιδίως με συγκινεί στο έργο» λέει, «είναι που δείχνει καθαρά ότι για να ξεκινήσει ένας ιστορικός μηχανισμός, όπως το πέρασμα από έναν πολιτισμό σε έναν άλλο -γιατί αυτό σηματοδοτεί η εκστρατεία στην Τροία- χρειάζεται να σφαγιαστεί το λευκότερο, το αθωότερο – εδώ μια έφηβη».
Η σκέψη αυτή τον οδήγησε «στις τελετές αποφόρτισης που είχαν καθιερώσει διάφορες κοινωνίες ανθρώπων, όπως λ.χ. οι τελετές του αποδιοπομπαίου τράγου ή του φαρμακού. Στους οποίους η κοινότητα -και της αρχαίας Αθήνας- φόρτωνε όσα ήθελε να ξορκίσει. Αυτές οι διαδικασίες θυμίζουν πολύ την περίπτωση της Ιφιγένειας, αφού στο ανυποψίαστο κορίτσι φορτώνεται η ευθύνη για την καθήλωση του στόλου στην Αυλίδα. Επίσης, ο γάμος στην αρχαία Αθήνα ταυτιζόταν μ’ ένα συμβολικό θάνατο για το κορίτσι, ένα μυητικό πέρασμα. Απομακρυνόταν από την πατρική εστία και περνούσε από την παρθενία στη γυναίκα -συμβολικά το μέχρι τότε κορίτσι πέθαινε. Και υπήρχαν μια σειρά από μυητικές τελετές σχετικά μ’ αυτό το πέρασμα του κοριτσιού. Εδώ ο Ευριπίδης οργανώνει το συμβολικό θάνατο σε πραγματικό, αφού η Ιφιγένεια έρχεται στην Αυλίδα ως νύφη και σφαγιάζεται».
Το τελετουργικό στοιχείο, επομένως, δεν λείπει -και από αυτήν την παράστασή του. «Το επιδίωξα και εδώ με την πολύτιμη βοήθεια των συνεργατών μου, που παγιώνονται πια στις δουλειές μου: Ερση Δρίνη, σκηνικά, ένα λιτό σύνολο που θυμίζει ιστία καραβιών και σκηνές, φωτισμένο από τον Αντώνη Παναγιωτόπουλο, Γιάννης Μετζικώφ, στα κοστούμια, μ’ ένα τελετουργικό χαρακτήρα στα φορέματα των γυναικών του Χορού, να θυμίζουν θάλασσα, με μια στιβαρότητα στρατιωτική, φυσικά, των ανδρών, πορφυρά για την Κλυταιμνήστρα και λευκά, καθώς ταιριάζει, στην Ιφιγένεια, Σαβίνα Γιαννάτου στη μουσική, ταξιδιάρικη, με το νέι να κυριαρχεί, αλλά και Πέτρος Κούρτης στα μέρη με κρουστά, η μετρική των οποίων δίνει στην παράσταση ένα τελετουργικό χαρακτήρα, μια αυστηρή εσωτερική πειθαρχία.
Η σκηνοθεσία έχει δώσει το κύριο βάρος στον Χορό και την κίνησή του (Δημήτρης Σωτηρίου), «κίνηση κυκλική και σπειροειδής, διαρκής και δραστική, που τον κάνει παρόντα καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Υπάρχει επίσης μια έντονη σωματοποίηση στην παράσταση, τα σώματα των προσώπων έρχονται σε επαφή, συμπλέκονται με διάφορους τρόπους, ακουμπιούνται». Είχε για όλους τους ρόλους ιδεώδεις ηθοποιούς -Ταμίλα Κουλίεβα, Ιφιγένεια, Φιλαρέτη Κομνηνού, Κλυταιμνήστρα, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Αγαμέμνων, Αλέξανδρος Μούκανος, Μενέλαος, ο Αρτώ Απαρτιάν, ο νεαρός Γιώργος Χριστοδούλου ως Αχιλλέας, Αγορίτσα Οικονόμου κ.ά. Παραστάσεις στην Αθήνα: Πέμπτη 31 Βύρωνας, 31 Παπάγου, 1/9 Ηλιούπολη, 2 Αττικό Αλσος, 3 Νέα Χαλκηδόνα και 8 στο Ηρώδειο.