Ας πούμε δυο λόγια για τους σκύλους. Δεν έχω τίποτα εναντίον τους, αλλά πολλοί άλλοι άνθρωποι τους αντιπαθούν. Διαδίδουν μικρόβια· αφοδεύουν πάνω σε χαλιά, πεζοδρόμια και πάρκα· τρέχουν κάτω από τα αυτοκίνητα και κυνηγούν μοτοσικλέτες· γαβγίζουν ασταμάτητα· πηδάνε πάνω σε τρομοκρατημένες γριούλες και δαγκώνουν μικρά παιδάκια. Είναι δημόσιος κίνδυνος. Για πολλούς, είναι αντικείμενο αγάπης, τι είναι όμως η αγάπη μπροστά στη δημόσια υγεία και τάξη;
Και οι γάτες; Τον περασμένο μήνα το Imperial College London έδωσε στη δημοσιότητα μια μελέτη η οποία αποκαλύπτει ότι 25% των ανθρώπων είναι αλλεργικοί στις γάτες. Προκαλούν άσθμα, ενώ το υψηλό επίπεδο αλλεργιογόνων από γάτες στην οικιακή σκόνη είχε ως αποτέλεσμα το ένα τέταρτο των ατόμων, από ένα δείγμα 2.000, να αναφέρουν κάποια μορφή πνευμονικής δυσλειτουργίας. Για να μην πούμε, επιπλέον, ότι οι γάτες κατουρούν στο χαλί, σκίζουν ταπετσαρίες επίπλων, νιαουρίζουν ενοχλητικά τις νύχτες και προκαλούν στρες όταν φεύγουν από το σπίτι και αργούν να γυρίσουν. Μερικοί άνθρωποι αντλούν ευτυχία από τις γάτες, τι είναι όμως η ευτυχία για μια κυβέρνηση που έχει ως πρώτη προτεραιότητα την υγεία μας;
Κάθε υπουργός Υγείας που πετάει έξω στο δρόμο τους ρυπογόνους καπνιστές, οφείλει να ασχοληθεί επίσης με τους σκύλους και τις γάτες. Και μετά τους σκύλους και τις γάτες, τι θα γίνει μ’ εκείνους που πίνουν αλκοόλ δημοσία, που βρίζουν οδηγούς λεωφορείων, που μαλώνουν τα παιδιά τους μέσα σε μαγαζιά και με τις σερβιτόρες που δεν φοράνε πλαστικά γάντια; Ανασκουμπωθείτε, υπάρχει πολλή δουλειά να κάνετε εσείς οι θιασώτες του Φιλελεύθερου Αυταρχισμού. Και αν οι καινούργιες φυλακές μας ξεμείνουν από κοινούς κακοποιούς θα υπάρχουν οι νέοι «κοινωνικοί παραβάτες» να τις γεμίσουν.
Η πλήρης απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους, που άρχισε να εφαρμόζεται τον περασμένο μήνα στην Αγγλία, θα οδηγήσει πιθανώς σε μείωση των θανάτων καπνιστών – οι οποίοι παραδόξως κοστίζουν περισσότερο στο ασφαλιστικό σύστημα λόγω της μακροβιότητάς τους απ’ όσα ξοδεύει το ΕΣΥ για τις σχετικές με το κάπνισμα αρρώστιες. Θα αφαιρέσει τους ενοχλητικούς καπνούς και ορισμένα ενοχλητικά άτομα από διάφορα πολυσύχναστα κτίρια και θα δώσει δουλειά σε μερικές χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους. Είναι η δεύτερη θατσερική επανάσταση, υπό εργατική κυβέρνηση αυτή τη φορά: Η επανάσταση του κλιμακούμενου ελέγχου.
Κάθε δημόσιας χρήσης κτίριο στην Αγγλία, ακόμα και οι μεσαιωνικές εκκλησίες, πρέπει τώρα να παραμορφωθεί από μεγάλες ταμπέλες No Smoking. Στα μπαρ και στα εστιατόρια οι υποχρεωτικές απαγορευτικές ταμπέλες φτάνουν τις 50, μετατρέποντας το κράτος-νοσοκόμα σε κράτος-ταπετσέρη.
Η πλήρης απαγόρευση του καπνίσματος δεν ήταν αναγκαία. Δεν υπάρχει λόγος μια δραστηριότητα που προκαλεί στους ανθρώπους ένα μίγμα ευχαρίστησης και κινδύνου, χωρίς απαραιτήτως να βλάπτει τους άλλους, να εξοβελιστεί άνευ όρων από τους στεγαζόμενους χώρους. Γιατί να μην μπορούν κάποιοι συναινούντες ενήλικες να καπνίσουν, εφόσον έχουν τη δυνατότητα να μην ενοχλούν τους άλλους;
Οι αριθμοί που δίνει το λόμπι της απαγόρευσης για τους «θανάτους από παθητικό κάπνισμα» είναι ελάχιστα πειστικοί και μου θυμίζουν τα αντίθετα στοιχεία που έδινε παλιά το λόμπι των καπνοβιομηχανιών στις ΗΠΑ. Ο αέρας που αναπνέουμε στη δουλειά και στον ελεύθερο χρόνο μας είναι γεμάτος κάθε λογής ρύπους. Δεν κλείνουμε τα βενζινάδικα επειδή οι αναθυμιάσεις βλάπτουν τους υπαλλήλους. Επιτρέπουμε ακόμα στα παιδιά να κυκλοφορούν χωρίς αντιασφυξιογόνες μάσκες. Τουλάχιστον ο καπνός του τσιγάρου μπορεί να αποφευχθεί από εκείνους που, όπως εγώ, επιλέγουν να τον αποφεύγουν. Δεν έχουμε παρόμοια δυνατότητα επιλογής όσον αφορά τις εξατμίσεις και τη βιομηχανική ρύπανση.
Λογικοί συμβιβασμοί έχουν προταθεί – και έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία. Μπαρ και καφενεία όπου επιτρέπεται ρητά το κάπνισμα, με τη συναίνεση ιδιοκτητών και προσωπικού, καλά αεριζόμενα καπνιστήρια σε χώρους εργασίας, αλλά επίσης σε νοσοκομεία και οίκους ευγηρίας. Οσοι ηλικιωμένοι τρόφιμοι γηροκομείων εξακολουθούν να είναι καπνιστές, έχοντας επιβιώσει της βλαβερής τους συνήθειας, υπόκεινται τώρα σε νόμιμη ευθανασία καθώς υποχρεώνονται να βγαίνουν έξω στην παγωνιά για να καπνίσουν. Απαγορεύεται το κάπνισμα ακόμα και στα σπίτια, όταν τα επισκέπτονται δημοτικοί υπάλληλοι!
Αδυνατώ να δω σημάδια προόδου του φιλελεύθερου πολιτισμού μας όταν ένας εργαζόμενος που γυρίζει από το γραφείο ή το εργοστάσιο δεν μπορεί να απολαύσει ένα τσιγάρο με την μπίρα του σ’ ένα μπαράκι όπου, με τη συμφωνία όλων, επιτρέπεται το κάπνισμα. Η κυβέρνηση έχει απαγορεύσει ακόμα και στα μέλη ιδιωτικών λεσχών να καπνίσουν το πούρο τους στις αίθουσες-καπνιστήρια που υπήρχαν πάντα σ’ αυτούς τους χώρους. Οι άνθρωποι αυτοί δεν βλάπτουν κανέναν άλλο εκτός από τον εαυτό τους. Πληρώνουν τους φόρους τους και έχουν τα ίδια δικαιώματα υγειονομικής φροντίδας όπως οι παχύσαρκοι και οι απρόσεχτοι οδηγοί. Και πόσο βοηθάμε τη σωτηρία του πλανήτη όταν διάφορα καταστήματα εγκαθιστούν σόμπες γκαζιού σε υπαίθριους χώρους για τους πελάτες τους που καπνίζουν, οι οποίες υπολογίζεται ότι εκπέμπουν τόσα καυσαέρια ανά καπνιστή όσα ένα ταξίδι 100 χιλιομέτρων με αυτοκίνητο;
Ηδη στην Αγγλία το κάπνισμα είχε εξοριστεί από τους περισσότερους χώρους εργασίας. Στα γραφεία οι καπνιστές κλείνονταν σε μικροσκοπικά καπνιστήρια ή έβγαιναν στο προαύλιο. Τα εστιατόρια κρατούσαν όλο και λιγότερα τραπέζια για τους καπνιστές. Το κάπνισμα ήταν ήδη απαγορευμένο σε τρένα, αεροπλάνα και λεωφορεία. Αυτή η εθελοντική προσαρμογή αναπτυσσόταν στο πλαίσιο αυτού που ο Γκόρντον Μπράουν αποκαλεί κοινωνία των πολιτών. Δημόσια ιδρύματα, επιχειρήσεις και χώροι αναψυχής επιδείκνυαν την κοινωνική τους υπευθυνότητα χωρίς να χρειάζεται ο μπαμπούλας της ποινικής δίωξης. Η επιβολή κανονισμών που αφορούν το κάπνισμα και το ποτό, τον θόρυβο και την ενόχληση από τα ζώα, τη συμπεριφορά των εφήβων και την τάξη σε δημόσιους χώρους θα έπρεπε να επιβάλλονται με τη μεγαλύτερη κοινή συναίνεση, κατά προτίμηση σε τοπικό επίπεδο, και όχι με αυταρχικές διαταγές από την κεντρική εξουσία.
Εκείνο που βλέπουμε σήμερα είναι να επικρατεί η απαγορευτική λογική. Η δυσαρέσκεια του ενός θέτει υπό απαγόρευση την ευχαρίστηση του άλλου. Ο έλεγχος διαθέτει όλα τα ατού, η ελευθερία κανένα. Υπάρχει μια βιομηχανία για την επιβολή σκληρότερων κανονισμών και καμιά οργανωμένη δύναμη για να της αντισταθεί. Ή μάλλον, οι μόνες «οργανωμένες δυνάμεις» που της αντιστέκονται είναι αυτές που έχουν πολλά χρήματα. Οι δύο κύριες αιτίες θανάτων και τραυματισμών από ατύχημα είναι το αυτοκίνητο και το αλκοόλ. Δεν έχουν όμως τίποτα να φοβηθούν, γιατί και οι δύο ξοδεύουν τεράστια ποσά για να ασκήσουν επιρροή στους κυβερνώντες.
Η απαγόρευση του καπνίσματος είναι ένα κλασικό παράδειγμα αυτού που απολαμβάνει περισσότερο η κεντρική εξουσία – να ανακατεύεται στην προσωπική συμπεριφορά, ενώ αγνοεί μορφές κοινωνικού ελέγχου τις οποίες ελάχιστα καταλαβαίνει, όπως η συναινετική τοπική αυτοπειθαρχία. Υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στον κρατικό παρεμβατισμό της εργατικής μας κυβέρνησης, τον οποίο γελοιωδώς αποκαλεί «φιλελεύθερο», και την παράδοση του αγγλικού φιλελευθερισμού, η οποία έχει εγκαταλειφθεί τόσο από τους Φιλελεύθερους όσο και από τους Συντηρητικούς και παραμένει σιωπηλός αυτές τις μέρες.