Μια Ελληνίδα στα Μαριίνσκι

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανάμεσα στη μικρή ομάδα των χορευτών του ρωσικού θεάτρου Μαριίνσι (πρώην Κίροφ), που πρόσφατα εμφανίστηκαν και στη χώρα μας, η «Κ» ανακάλυψε ελληνική φλέβα. Ονομάζεται Αλεξάνδρα Ιωσηφίδη, κόρη Ποντίων, γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει στην Αγία Πετρούπολη. Αν και το σώμα της, όπως η ίδια μας είπε γελώντας, δεν ενδείκνυται για μπαλέτο, η παρουσία της πριν από χρόνια σε μια ημερίδα στίβου έμελε να αλλάξει τη μοίρα της. Σήμερα, η Αλεξάνδρα, μέσα από τις σελίδες της «Κ», μιλάει για την περιπέτεια τη δική της και της οικογένειάς της και για τα Μαριίνσκι. Τέλος, στέλνει το δικό της μήνυμα στην Ελλάδα. «Τη δική της χώρα», όπως η ίδια μας ζήτησε να τονίσουμε: «Είμαι πάντα έτοιμη και πρόθυμη να διδάξω και να βοηθήσω στην ανάπτυξη του μπαλέτου στη χώρα μας».

– Πότε γεννήθηκες;

– Στις 30 Ιουνίου του 1977 στην Αγ. Πετρούπολη.

– Τα πρώτα σου μαθήματα πότε τα ξεκίνησες;

– Στα δέκα μου γράφτηκα στη σχολή της Βαγκάνοβα, ενώ πριν χόρευα και συμμετείχα σε ένα παιδικό χορευτικό συγκρότημα.

– Με την Ελλάδα ποια ακριβώς είναι η σχέση σου;

– Ο πατέρας μου είναι Ελληνας, δυστυχώς όμως μέχρι σήμερα τον ακολουθεί το μαράζι που δεν μιλάει Ελληνικά. Οι πρόγονοί μας ζούσαν στην Κριμαία. Λίγο καιρό όμως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Στάλιν τους εκτόπισε στο Ουζμπεκιστάν όπου εκεί γεννήθηκαν ο πατέρας μου και ο θείος μου. Τότε, οι γονείς τους αποφάσισαν ότι η ελληνική γλώσσα δεν θα τους ήταν απαραίτητη. Για τον λόγο αυτό, αν και μεταξύ τους αρχικά την μιλούσαν, έπειτα από λίγο καιρό την ξέχασαν.

– Ο πατέρας σου (Αλέξανδρος) σού μιλούσε όταν ήσουν μικρή για την Ελλάδα;

– Συνέχεια, έχοντας ως κύρια επιθυμία την επιστροφή του. Αυτός μάλιστα ήταν η αιτία που η αδελφή μου η Ελισάβετ γράφτηκε στο τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών και σήμερα είναι μια νεοελληνίστρια φιλόλογος. Ηθελε με τον τρόπο αυτό να κάνει ένα δώρο στον πατέρα μου, προκειμένου να μη χαθεί η επαφή με τη γλώσσα και τη χώρα μας.

– Στην Ελλάδα έχεις πάει ποτέ;

– Μια φορά στην Αθήνα, στο πλαίσιο περιοδείας (Ηρώδειο), άλλες δύο στην Κύπρο, την οποία έχω επισκεφθεί και άλλες πέντε φορές για διακοπές.

– Θυμάσαι κάποια ιστορία που σου έλεγε ο πατέρας σου;

– Κυρίως μας διηγείτο ιστορίες για τον εκτοπισμό. Ωστόσο, πιο καλά στο μυαλό μου έχουν χαραχθεί κάποιες λέξεις από τα χείλη της προγιαγιάς μου, από το Ουζμπεκιστάν, η οποία μου έλεγε στα Ποντιακά: «έλα παιδί μου, εσύ δεν ντρέπεσαι, έλα σε εμένα!»

– Ποια είναι η σχέση των γονιών σου με την τέχνη;

– Καμία· και οι δυο γονείς μου υπήρξαν αθλητές του στίβου. Η μητέρα μου έπαιζε ακορντεόν, αλλά ερασιτεχνικά.

– Την απόφαση να γίνεις μπαλαρίνα πώς την πήρες;

– Από τη γέννα τα πόδια μου είχαν το άνοιγμα του Σαρλό, το ύψος μου δεν ταίριαζε καθόλου με μπαλαρίνας -ενδεικτικά σας λέω πως σήμερα είμαι 1,82- ενώ παράλληλα δεν είχα και την πιο ίσια πλάτη! Μια φορά η μητέρα μου με πήρε μαζί της σε μια επαρχιακή πόλη για κάτι αγώνες στίβου. Εκεί την πλησίασε μια γυναίκα και την ρώτησε: «Δικό σας είναι αυτό το μωρό;» «Βεβαίως», απάντησε η μητέρα μου. «Ξέρετε ότι το παιδί σας έχει πόδια μπαλαρίνας;»

– Πόσων ετών ήσουν όταν πάτησες για πρώτη φορά το πόδι σου στα Μαριίνσκι;

– Πρώτη φορά πήγα όταν ακόμα σπούδαζα στη σχολή της Βαγκάνοβα. Για να εξασφαλίσεις τότε ένα εισιτήριο θεωρούνταν κατόρθωμα, ωστόσο η γιαγιά μου κατάφερε και βρήκε. Πρέπει να ήμουν 11 ετών.

– Ο συναγωνισμός είναι σκληρός;

– Ναι. Δυνατός και σκληρός, καθώς για να πάρεις πρωταγωνιστικό ρόλο, δίδεται μάχη, αφού το επίπεδο είναι υψηλό.

– Ποιες παραστάσεις έχεις χορέψει ως πρωταγωνίστρια;

– Αρκετές. Ξεχωρίζω ωστόσο, «Το σιντριβάνι του Μπαχτσισαράι», την «Ωραία Κοιμωμένη», τον «Δον Κιχώτη», και τον «Καρυοθραύστη».

– Ο αγαπημένος σου χορός ποιος είναι;

– Το συρτάκι (γέλια), που αν και στην Ελλάδα τον θεωρείτε τουριστικό, εγώ βρίσκω ότι έχει ενδιαφέρον.

– Εκτός από το μπαλέτο τι άλλο σου αρέσει;

– Η φωτογραφία και το διάβασμα.

– Αγαπημένος σου συγγραφέας;

– Ο Ντοστογιέφσκι, όπου έχω την μεγάλη τύχη να μένω σχεδόν απέναντι από το σπίτι του.

– Παρά την οικονομική βελτίωση που τα τελευταία χρόνια σημειώνεται στη Ρωσία, ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού εξακολουθεί να ζει με πολλά προβλήματα. Πώς είναι δυνατόν κάθε βράδυ, σε όλες τις πόλεις τα θέατρα να είναι γεμάτα, ακόμα και αυτά με ιδιαίτερα τσουχτερό εισιτήριο όπως για παράδειγμα είναι το «Μαριίνσκι»;

– Η δίψα και η πραγματική αγάπη για την τέχνη είναι ο λόγος. Οσον αφορά το Μαριίνσκι, ο κόσμος γνωρίζει πως όταν έρχεται εδώ, θα χαρεί όλες τις παραστάσεις, θα ξεκουραστεί πνευματικά και θα φύγει ικανοποιημένος.

– Για εσένα τι σημαίνει ο χορός;

– Είναι μια κατανοητή γλώσσα για όλο τον κόσμο και όλους τους πολιτισμούς. Για εμένα, που δεν γνωρίζω πολλές γλώσσες, ο χορός αποτελεί ένα εργαλείο επικοινωνίας προκειμένου να έρχομαι πιο κοντά με άλλους ανθρώπους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή