Αναζητώντας το δίκαιο

3' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σταύρος Ζουμπουλάκης

Στη σκηνή του κόσμου. Από το Βελιγράδι στην Τεχεράνη

εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας

σελ. 210

Με μια περικοπή του Θουκυδίδη ξεκινά η «Σκηνή του κόσμου». Προέρχεται από τον περιώνυμο Διάλογο Μηλίων και Αθηναίων και η κατακλείδα της στη μετάφραση του Α. Βλάχου ακούγεται ως εξής: «Ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του». Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης σημειώνει ότι «υπό μία έννοια, η συζήτηση για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία θα μπορούσε να σταματήσει εδώ».

Το ότι, παρά ταύτα, η συζήτηση δεν περατώνεται ποτέ εδώ (στη διαπίστωση δηλαδή του αμετάθετου ρόλου της ισχύος στα ανθρώπινα πράγματα), έχει να κάνει με το γεγονός ότι υπάρχουν πάντοτε και άλλες «έννοιες». Τουτέστιν, άλλες ιδέες και άλλα μελήματα, που μας επηρεάζουν εξίσου ή και περισσότερο, όταν σταθμίζουμε τα γεγονότα. Μολονότι θεμέλιο και αφετηρία κάθε σοβαρής προσέγγισης, ο πολιτικός ρεαλισμός, πατέρας του οποίου υπήρξε ο Αθηναίος ιστορικός, από μόνος του δεν επαρκεί. Αφενός μεν, επειδή ως εργαλείο στα χέρια των τεχνικών της εξουσίας δεν είναι λίγες οι φορές που συγχέεται σκόπιμα με την ωμή επιβολή ή οδηγεί στην κυνική νομιμοποίηση της βίας. Αφετέρου δε, επειδή, όταν περιορίζεται στην αμιγή περιγραφή, αδυνατεί να παράσχει ηθικοπολιτικό προσανατολισμό. Για τον σχολιαστή συνεπώς, που δεν επιδιώκει απλώς να γνωρίσει τα πράγματα, αλλά και να παρέμβει σ’ αυτά, να «πάρει θέση», και τέτοιος είναι ομολογημένα ο Ζουμπουλάκης, η προσφυγή στην κανονιστική σκέψη είναι μονόδρομος.

Ηθικός ευρωπαϊσμός

Το κανονιστικό στοιχείο στο βιβλίο του Ζουμπουλάκη είναι δίχως άλλο ο ευρωπαϊσμός. Ενας ευρωπαϊσμός πρώτ’ απ’ όλα πολιτικός, στο μέτρο που ενστερνίζεται το ιδεώδες της πολιτικής ενοποίησης της Γηραιάς Ηπείρου, και αξιώνει από αυτήν να αναλάβει «υπολογίσιμο διεθνή ρόλο». Αλλά και ηθικός, αφού εμπνέεται από την ευρωπαϊκή ουμανιστική παράδοση -κλασική, χριστιανική και νεώτερη-, και ζητεί να μεταγγίσει τα διδάγματά της στην τρέχουσα πολιτική σκέψη και δράση. Ως τμήμα άλλωστε αυτής της παράδοσης βλέπει ο συγγραφέας και τον ίδιο τον Θουκυδίδη, όταν -σε μια ερεθιστική διατύπωσή του- τον αποκαλεί  «πατέρα του ευρωπαϊκού έθνους». Μόνο που σ’ αυτήν τη βίβλο γενέσεως, ο αναγνώστης θα ήταν καλό να προσθέσει δίπλα στον δημιουργό της «Ξυγγραφής» και τον στοχαστή που κινείται στους νοητούς του αντίποδες, τον Ιμμάνουελ Καντ.

Οπως δηλώνεται και στον υπότιτλο («Από το Βελιγράδι στην Τεχεράνη»), το χρονικό άνυσμα του βιβλίου καλύπτει όλο το δεύτερο μισό της μεταψυχροπολεμικής περιόδου. Χονδρικά, από την άνοιξη του 1999 και τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς κατά της Σερβίας, ώς την πολυμέτωπη και έτι κλιμακούμενη σύγκρουση της υπερδύναμης με τον ισλαμικό κόσμο. Ο Ζουμπουλάκης διαπιστώνει την παταγώδη αποτυχία των Αμερικανών να επιβάλουν τη βούλησή τους και να εγκαθιδρύσουν μια νέα τάξη πραγμάτων. Ωστόσο, δεν επιχαίρει γι’ αυτό. Ορθά επισημαίνει ότι την «αυταπάτη της μονοπολικής παγκόσμιας αμερικανικής κυριαρχίας υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να τη διαδεχθεί μια πολυπολική αταξία, ήγουν η χειρότερη διεθνής προοπτική».

Φωτίζει αποχρώσεις

Διαρκές είναι το μέλημα του συγγραφέα να τεκμηριώνει τις θέσεις του. Και είναι ακριβώς τα παρατιθέμενα στοιχεία που επιτρέπουν στον αναγνώστη να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, ακόμη και όταν δεν συμπίπτουν αναγκαία με εκείνα του Ζουμπουλάκη. Το μεγαλύτερο ωστόσο προσόν του βιβλίου είναι η ανεξαρτησία του από κάμποσα τρέχοντα στερεότυπα, το ότι φωτίζει συστηματικά τις αποχρώσεις εκεί όπου πολλοί δεν βλέπουν παρά τον ασπρόμαυρο καμβά. Δεν ξέρω πόσοι από τους υποστηρικτές της θέσης πως «για όλα φταίει ο Μιλόσεβιτς», μπορούν να διαβάσουν το Β’ Παράρτημα της Συμφωνίας του Ραμπουγιέ, χωρίς να ομολογήσουν ότι η τέχνη του ωμού εκβιασμού του ισχυρού κατά του αδυνάτου (εν προκειμένω των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας) σπανίως έφτασε σε τόσο αισχρή τελειότητα. Αυτό το σχεδόν απόκρυφο, το «καταχωνιασμένο», όπως σημειώνει, κείμενο, ο Ζουμπουλάκης το είχε δημοσιεύσει ακέραιο παλαιότερα στη «Νέα Εστία», το ανατυπώνει τώρα και στο βιβλίο του.

Και ακόμη: Δεν ξέρω πόσοι από όσους πρόσφατα έσπευσαν να ξιφουλκήσουν υπέρ του βιβλίου ιστορίας της Στ’ Δημοτικού, μπορούν να διαβάσουν το κείμενο που ο Ζουμπουλάκης αφιερώνει σε μια αναλόγου εμπνεύσεως «ιστοριογραφική πρόταση» του Ισμαήλ Κανταρέ, χωρίς να παραδεχθούν ενδομύχως πως «de te fabula narratur». Μια ιστορία «πειθαναγκαστική», «υπαγορευμένη από την Ευρώπη» είχε ζητήσει επί λέξει ο πολύς Αλβανός για τους καθυστερημένους Βαλκάνιους, ώστε να απαλλαγούν επιτέλους από τα άχθη και τα μίση του παρελθόντος και να βαδίσουν «χειραφετημένοι» προς το κοινό ευρωπαϊκό μέλλον. Στο σχόλιό του, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 2000, σε χρόνο δηλαδή εντελώς ανύποπτο, ο Ζουμπουλάκης χαρακτηρίζει την πρόταση αυτή «τόσο ανόητη που δεν διατρέχουμε κανένα κίνδυνο να τη δούμε να πραγματοποιείται». Εικάζω ότι σήμερα θα είναι και ο ίδιος λιγότερο βέβαιος γι’ αυτό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή