Η αγάπη, το μίσος, ο ναρκισσισμός

Η αγάπη, το μίσος, ο ναρκισσισμός

10' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο όρος «κλαϊνική σκέψη» αφορά μια σειρά από έννοιες και θεωρίες που διαμορφώθηκαν από τη συνάντηση του φροϋδικού εννοιολογικού πλαισίου με την κλινική ιδιοφυΐα της σπουδαίας ψυχαναλύτριας Μέλανι Κλάιν, καθώς και τον εμπλουτισμό και την επέκταση των εννοιών αυτών από όσους επέλεξαν να τις ακολουθήσουν. Η Κλάιν (1882-1960) πέρασε στην ιστορία της ψυχανάλυσης ως το πρόσωπο που κατάφερε να πλησιάσει και να ρίξει φως στις πιο πρωτόγονες περιοχές του ανθρώπινου ψυχισμού, με αφετηρία την πρωτοποριακή ψυχαναλυτική της πρακτική με παιδιά. Το έργο της Κλάιν -και ορισμένων από τους μαθητές της- άνοιξε νέες οδούς προσπέλασης στον ψυχισμό των πιο διαταραγμένων, απρόσιτων ασθενών, καθώς και στα βαθύτατα, βρεφικά άγχη όλων των ανθρώπων, και των ανθρώπινων κοινωνιών. Κάποιες από τις κλαϊνικές έννοιες θεωρούνται -και είναι- δυσνόητες, ακριβώς επειδή επιδιώκουν να αποδώσουν τα αρχαϊκά αυτά φαινόμενα, που βρίσκονται μακριά από τη λεκτική σκέψη. Το «Λεξικό της κλαϊνικής σκέψης», που συνέταξε εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες ο καθηγητής R. D. Hinshelwood, εξηγεί τις ψυχαναλυτικές συλλήψεις της Κλάιν και των μαθητών της και εμβαθύνει σ’ αυτές και στην ιστορία τους. Η «Καθημερινή», με την ευκαιρία της κυκλοφορίας στα Ελληνικά του «Λεξικού της κλαϊνικής σκέψης» (εκδ. Νοόγραμμα, επιστημονική επιμέλεια: Γρηγόρης Μανιαδάκης – Γεωργία Χαλκιά, μετάφραση: Γ. Βενιζέλου, Μ. Ζωγράφου, Κ. Καπώνη, Γ. Χαλκιά, πρόλογος: Γρηγόρης Βασλαματζής) έθεσε, σε συνεργασία με τον εκ των επιμελητών της ελληνικής έκδοσης Γρηγόρη Μανιαδάκη, ορισμένα ερωτήματα στον R. D. Hinshelwood, σχετικά με τη συνεισφορά της Κλάιν στην ψυχανάλυση, την ψυχαναλυτική οπτική σε φαινόμενα που απασχολούν τη σημερινή κοινωνία, αλλά και το συγγραφικό του έργο.

«Ανοιξε νέες οδούς στον ψυχισμό»

– Γιατί ένα «Λεξικό της κλαϊνικής σκέψης»; Ποια είναι η ιδιαιτερότητα της κλαϊνικής σκέψης μέσα στο σύνολο των ψυχαναλυτικών ιδεών;

– Οι ιδέες της Κλάιν άρχισαν να με ενδιαφέρουν από νωρίς στη σταδιοδρομία μου, επειδή ως ψυχίατρος εργαζόμουν με πολύ τρελούς ασθενείς – σχιζοφρενείς και τα λοιπά. Οι ιδέες της Κλάιν ήταν δυσνόητες. Σκεφτόμουν ότι αυτό ίσως συνέβαινε επειδή προσπαθούσαν να αποδώσουν το πώς δουλεύει το μυαλό των τρελών. Οταν άρχισα να διδάσκω, αντιλήφθηκα πόσο δύσκολα γράφει η Κλάιν.

Στη δεκαετία του ’80, οπότε έγραψα το «Λεξικό», η διαχωριστική γραμμή μεταξύ κλαϊνικών και μη κλαϊνικών ψυχαναλυτών ήταν σαφής. Είκοσι χρόνια μετά, τα πράγματα έχουν αλλάξει: είναι πολλοί και κάθε αποχρώσεως οι αναλυτές που χρησιμοποιούν σε κάποιο βαθμό την κλαϊνική σκέψη.

Τίθεται βέβαια το εξής ζήτημα: αντί να συντηρούμε τις ξεχωριστές ταυτότητες στις διάφορες ψυχαναλυτικές ομάδες, ίσως είναι καλύτερο να θεωρήσουμε τις κλαϊνικές ιδέες ως μέρος της δεξαμενής που αποτελούν οι ψυχαναλυτικές ιδέες συνολικά. Αυτό όμως μπορεί να θυμίζει και πολυκατάστημα, από τα ράφια του οποίου μπορούμε να διαλέξουμε ανά πάσα στιγμή όποιες ιδέες μας είναι χρήσιμες.

Τελευταία έχει ανοίξει μια συζήτηση σχετικά με το πώς αντιλαμβανόμαστε τις ψυχαναλυτικές ιδέες. Είναι όλες ισοδύναμες, η καθεμιά για την κατάλληλη περίσταση; Αυτό δεν συνεπάγεται μια αντίληψη «ποτ-πουρί»; Οι ιδέες δεν είναι πάντα συμβατές μεταξύ τους. Μπορεί να ξεκινούν από διαφορετικές βασικές υποθέσεις. Ισχύει συνεπώς και το ότι οι κλαϊνικές ιδέες συγκεντρώνονται γύρω από ένα πυρήνα θεμελιωδών αρχών που δεν συμβαδίζουν αναγκαστικά με άλλες: Οτι δηλαδή η έννοια της ενόρμησης του θανάτου είναι πολύ σημαντική και κλινικά. Οτι η ασυνείδητη φαντασίωση αποτελεί διαρκώς τη βάση της ψυχικής λειτουργίας. Οτι το Εγώ και τα στοιχειώδη όριά του υπάρχουν από τη στιγμή της γέννησης. Οτι το άγχος είναι το προϊόν της απειλής που δέχεται η αγάπη από την καταστροφικότητα. Οτι η ψυχαναλυτική πρακτική εξαρτάται από την αναγνώριση της αντιμεταβίβασης [σ.τ.μ.: δηλαδή της συναισθηματικής αντίδρασης του ψυχαναλυτή απέναντι στον ασθενή του] ως λάθους, όσο και αν αυτό το λάθος είναι χρήσιμο. Αυτές οι θεμελιώδεις θέσεις δεν είναι κατ’ ανάγκην συμβατές με κάποιες άλλες ψυχαναλυτικές ιδέες όπως, για παράδειγμα, τον πρωτογενή ναρκισσισμό, την κλασική θεωρία της παλινδρόμησης και των σημείων καθήλωσης, το άγχος ως σήμα, την από κοινού κατασκευή (από αναλυτή και ασθενή) στο πλαίσιο της ψυχαναλυτικής συνάντησης.

Δυσνόητες έννοιες

– Στα λήμματα του «Λεξικού» δίνεται μεγάλο βάρος στην ιστορική διαδρομή των εννοιών, συμπεριλαμβανομένων και των αντιπαραθέσεων που σημάδεψαν τη σύλληψη και τη διατύπωσή τους.

– Οπως είπαμε, δεν είναι ίδιες όλες οι ιδέες. Τα ειδικά χαρακτηριστικά της καθεμιάς πρέπει να αναζητηθούν στην ιστορία της. Οι έννοιες, όπως και οι άνθρωποι, έχουν τη βιογραφία τους. Ισως μου αρέσει η ιστορική τους διάσταση επειδή είμαι ψυχαναλυτής.

Θεωρητικά, θα έλεγα ότι οι έννοιες εξελίσσονται στο πέρασμα του χρόνου κάτω από την επίδραση διαφόρων παραγόντων και μοιράζονται το χώρο με άλλες έννοιες, από τις οποίες επηρεάζονται και τις οποίες επηρεάζουν. Στην ψυχανάλυση οι έννοιες πηγάζουν από την κλινική ανάγκη του ψυχαναλυτή να κατανοήσει και να εκφραστεί. Αλλάζουν σύμφωνα με τις μεταβαλλόμενες κλινικές ανάγκες. Μερικές φορές μπορούν να αποκτήσουν αφύσικα μεγάλη σημασία, που οφείλεται στον ανταγωνισμό με άλλες σχολές σκέψης.

Για εμένα το να ανακατασκευάσω τις αφηγήσεις των συζητήσεων μεταξύ ανθρώπων, καθώς και του διαγκωνισμού των ιδεών τους ήταν και κάτι ευχάριστο. Γενικά, πάντως, πιστεύω ότι είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς μια έννοια, αν δεν γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους προέκυψε σε κάποιον η ανάγκη να την επινοήσει και σε κάποιους άλλους η ανάγκη να την τροποποιήσουν ή να την πολεμήσουν.

Τα βρεφικά άγχη

– Από ό,τι γνωρίζουμε, το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα, με την αγάπη και το μίσος του παιδιού και για τους δύο γονείς του, αποτελεί τον άξονα, ούτως ειπείν, της φροϋδικής σύλληψης για τον ψυχισμό. Ποιες είναι οι κλαϊνικές απόψεις στο ζήτημα αυτό;

– Τα παιδιά αγαπούν και μισούν με μεγάλο πάθος και νιώθουν μεγάλη ευθύνη για τα έντονα αισθήματά τους. Από πολύ νωρίς αυτή η ένταση των αισθημάτων κάνει τα παιδιά, ακόμα και τα μωρά, να πιστεύουν ότι μπορούν με παντοδυναμικό τρόπο να κάνουν τρομερά πράγματα. Στη συνέχεια τα βασανίζει το αίσθημα της ευθύνης. Συνήθως οι ενήλικες αγνοούν πλήρως αυτές τις έγνοιες του παιδιού και το παιδί νιώθει πολύ μόνο με αυτές – και με τα πάθη του.

Ο Φρόιντ θεωρούσε ότι τα παιδιά έχουν έντονα σεξουαλικά αισθήματα και ότι δεν ξέρουν τι να τα κάνουν. Η Κλάιν από την πλευρά της θεωρούσε ότι η αγωνία των παιδιών οφείλεται περισσότερο στην καταστροφικότητά τους – και η αγωνία αυτή παραμένει και στην ενήλικη ζωή.

Η Κλάιν δηλαδή θεωρούσε ότι οι άνθρωποι νιώθουμε πάντα υπεύθυνοι για τις στιγμές μίσους που όλοι γνωρίζουμε, και αυτό μας οδηγεί να αναζητούμε εξιλέωση και να προσπαθούμε να επανορθώσουμε. Ονόμασε την κατάσταση αυτή «καταθλιπτική θέση». Θεωρούσε ότι και η καταθλιπτική θέση παρατηρείται πολύ νωρίς στη ζωή, στα πρώιμα στάδια της ανάπτυξης, ήδη όταν το βρέφος είναι 6-9 μηνών. Οιδιποδειακός έρωτας και φόνος εμφανίζονται λοιπόν πολύ νωρίς – σε μια φάση μάλιστα όπου το βρέφος δεν έχει τη δυνατότητα να συλλάβει επαρκώς τι υφίσταται στον εξωτερικό κόσμο. Συνεπώς στο μυαλό του βρέφους οι γονείς δεν πολυξεχωρίζουν ο ένας από τον άλλο, και ως εκ τούτου το βρέφος μπορεί να θέλει να σκοτώσει ή να αγαπήσει και τον ένα και τον άλλο γονέα.

Η ανθρώπινη καταστροφικότητα

– Το ζήτημα της καταστροφικότητας βρίσκεται στις μέρες μας σε διαρκή επικαιρότητα. Απ’ όσα γράφετε στο «Λεξικό», φαίνεται ότι η Κλάιν -και οι συνεχιστές του έργου της- ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ανθρώπινη καταστροφικότητα.

– Με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Φρόιντ είχε συνταραχτεί από την τρομακτική επιθετικότητα που φάνηκε να φωλιάζει μέσα στους ανθρώπους. Επαψε να πιστεύει ότι το οιδιπόδειο σύμπλεγμα εξηγούσε τα πάντα και σκέφτηκε ότι υπήρχε και κάτι πέρα από αυτό, μια έμφυτη καταστροφικότητα, που βρισκόταν σε πόλεμο με τη ζωή και τις ανθρώπινες αξίες, και επιδίωκε εν τέλει τον θάνατο του ίδιου του ανθρώπου. Ο Φρόιντ συνέλαβε τη δύναμη αυτή ως ενόρμηση με σχεδόν μεταφυσικές διαστάσεις. Η Κλάιν δεν αντιλαμβανόταν την ενόρμηση με βιολογικό τρόπο. Εξέφρασε λοιπόν την αντίληψή της με βάση τον πόνο της ευθύνης που νιώθουν οι άνθρωποι για την καταστροφικότητά τους και τις συνέπειές της στα αγαπημένα τους πρόσωπα. Αυτή η αντίληψη δίνει έμφαση στις ανθρώπινες σχέσεις.

Η καταστροφικότητα αποτελεί μέρος του έμφυτου δυναμικού των ανθρώπινων όντων, ήδη από τη γέννησή τους. Η δυνατότητα για μίσος και καταστροφή, όπως και για αγάπη και χαρά στις σχέσεις, έχει βαθιές ρίζες στον άνθρωπο. Εκείνοι που κάνουν καλό στο βρέφος (και κατ’ επέκταση στον ενήλικα) αναδεικνύουν το θετικό δυναμικό για αγάπη, ενώ άλλοι που το ματαιώνουν και του κάνουν κακό αναδεικνύουν το αρνητικό δυναμικό για μίσος και καταστροφή. Δεν υπάρχει στο μίσος κάτι πιο μεταφυσικό απ’ ό,τι στην αγάπη.

«Η Αυτού Μεγαλειότης»

– Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο ναρκισσισμός -που η ψυχανάλυση πήρε από την ελληνική μυθολογία και έφερε μέχρι το καθημερινό λεξιλόγιο- περιγράφει ως έννοια κάποια χαρακτηριστικά της σημερινής κοινωνίας. Τι είναι για την (κλαϊνική) ψυχανάλυση ο ναρκισσισμός;

– Κατά τον Φρόιντ όλα τα βρέφη αρχικά κυριαρχούνται από εγωκεντρικές απαιτήσεις για ανακούφιση από τον πόνο και ευχαρίστηση. Απέδωσε αυτή την πρωτογενή κατάσταση ναρκισσισμού με την έκφραση: «η Αυτού Μεγαλειότης το μωρό». Το αρχικό αυτό στάδιο δίνει βαθμιαία τη θέση του σε μιαν αυξανόμενη δυνατότητα του παιδιού να αντιλαμβάνεται και να εκτιμά την παρουσία των άλλων, και τελικά να τους αγαπά.

Η Κλάιν είχε και εδώ διαφορετική άποψη: Πίστευε ότι το βρέφος διαθέτει μιαν έμφυτη δυνατότητα για ευγνωμοσύνη, που μπορεί να εκφραστεί από τα αρχικά στάδια της ζωής του, απέναντι στους (καλούς) άλλους που το προστατεύουν και το βοηθούν να επιβιώσει. Συνεπώς, για την Κλάιν δεν υπάρχει πρωτογενής κατάσταση ναρκισσισμού. Τα αισθήματα ευγνωμοσύνης προς τους άλλους αποτελούν την πρώτη εκδήλωση των ενορμήσεων της ζωής. Η Κλάιν έδινε λοιπόν στον ναρκισσισμό μικρότερη σημασία απ’ ό,τι ο Φρόιντ.

Αντιλαμβανόταν εντούτοις ότι υπάρχουν και άλλα αισθήματα, που απορρέουν από την ενόρμηση του θανάτου και προκαλούν στο βρέφος -και τον ενήλικα- φόβο για την ίδια του την επιβίωση. Συνήθως κατονόμαζε αυτόν το φόβο ως «διωκτικό άγχος» και όχι ως ναρκισσισμό. Σταδιακά το ζήτημα αυτό άρχισε να παίζει σημαντικό ρόλο στις θεωρίες της. Η Κλάιν θεώρησε ότι η σχιζοειδής κατάσταση, δηλαδή η κατάσταση σχάσης του ψυχισμού, αποτελεί μείζονα πηγή τρόμου, που κινητοποιεί σημαντικές κινήσεις αυτοπροστασίας σε όλους τους ανθρώπους. Οι κινήσεις αυτές θυμίζουν έντονα τα φαινόμενα που οι φροϋδικοί χαρακτηρίζουν ναρκισσιστικά. Οι διαδικασίες που αποτελούν τη βάση της σχιζοειδούς κατάστασης προέρχονται από την ενόρμηση του θανάτου που κατευθύνεται εναντίον του εαυτού. Γι’ αυτό, η τάση να στραφεί η καταστροφικότητα εναντίον του εαυτού ονομάστηκε «αρνητικός ναρκισσισμός».

«Θετική απήχηση σήμερα της ψυχανάλυσης»

– Με την ιδιότητα όχι μόνο του κλινικού-ψυχαναλυτή αλλά και του δασκάλου της ψυχανάλυσης στο Πανεπιστήμιο και του ερευνητή της ιστορίας των ψυχαναλυτικών ιδεών, ποια εικόνα έχετε σχηματίσει για την απήχηση και την πειστικότητα της ψυχανάλυσης στην κοινωνία σήμερα;

– Η ψυχανάλυση δεν έχει μόνο θετική απήχηση σήμερα – και από την άποψη αυτή τα πράγματα δεν είναι πολύ διαφορετικά από ό,τι ήταν εκατό χρόνια πριν. Ο Φρόιντ θεωρούσε το φαινόμενο αυτό αποτέλεσμα της ίδιας της φύσης της ψυχανάλυσης. Γενικά δεν αρέσει στους ανθρώπους να γνωρίζουν τις χειρότερες πλευρές τους.

Το εκπληκτικό είναι ότι, παρά τα εκατό χρόνια αντιπάθειας, η ψυχανάλυση επηρέασε τον πολιτισμό μας, και μάλιστα πολύ – τουλάχιστον τον Δυτικό πολιτισμό. Η ιδέα ότι οι άνθρωποι έχουν ασυνείδητο το οποίο κινητοποιεί την ψυχική τους ζωή, είναι λίγο-πολύ αποδεκτή γενικά. Η ιδέα ότι τα παιδιά μπορούν να υποφέρουν ψυχικά, να παρουσιάζουν συμπτώματα και να χρειάζονται ψυχολογική φροντίδα είναι επίσης αποδεκτή και μάλιστα ευρύτατα. Υπάρχει γενική συμφωνία σχετικά με τη σημασία της επίγνωσης των συναισθημάτων, ακόμα και αν αυτά δεν εκδηλώνονται με πράξεις. Ετσι δεν είναι πια απαραίτητο οι άνθρωποι να έχουν σωματικά συμπτώματα για να ζητήσουν βοήθεια.

«Χρειάζεται καλή μέθοδος σύγκρισης»

– Πέρα από το «Λεξικό», έχετε ένα πολύ πλούσιο συγγραφικό έργο, τόσο για τη σχέση των κλαϊνικών ιδεών με την ψυχαναλυτική πρακτική όσο και για τη σχέση της ψυχανάλυσης με τους θεσμούς. Ετοιμάζετε αυτή την εποχή κάποιο καινούργιο βιβλίο;

– Οταν τελείωσα το «Λεξικό», αντιλήφθηκα ότι εμπεριείχε μιαν αντίφαση: Στο έργο της η Κλάιν εστιάζει σταθερά στην κλινική πρακτική, στα βιώματα των ασθενών της, στις θεωρίες τους για τον ίδιο τους τον ψυχισμό. Αυτή την παράδοση κληροδότησε και σε όσους ακολούθησαν τις ιδέες της. Το «Λεξικό» μου, όμως, αποτελούσε μια πραγματεία σχετικά με θεωρίες και με έννοιες. Δεν υπήρχε πραγματικός ασθενής μέσα στις σελίδες του. Η ιδέα για το βιβλίο μου «Η Κλάιν ως κλινικός» γεννήθηκε ως απόπειρα αξιοποίησης των κλαϊνικών κλινικών περιγραφών στην επεξήγηση των εννοιών.

Κίνηση επανόρθωσης

Δεν σταμάτησα λοιπόν να γράφω μετά το «Λεξικό», και συνεχίζω να γράφω με μια επιμονή που πιθανώς αντιπροσωπεύει κάποια μη αναλυμένη πλευρά της προσωπικότητάς μου. Εγραψα το «Λεξικό» σχεδόν αμέσως μετά τον θάνατο του πατέρα μου – και του αναλυτή μου, έξι μήνες αργότερα. Ενας πρεσβύτερος συνάδελφος (κλαϊνικός φυσικά) συνέδεσε αυτές τις προσωπικές απώλειες με τη δημιουργία του «Λεξικού», ως κίνηση επανόρθωσης. Ισως αυτή είναι η σωστή ερμηνεία της εμμονής μου στο γράψιμο. Αυτή την εποχή δουλεύω σε ζητήματα μεθοδολογίας, σε συνάρτηση με τις διαφωνίες μεταξύ σχολών ψυχαναλυτικής σκέψης. Χρειάζεται να σκεφτούμε το πώς θα διατυπώνουμε αξιόπιστες κρίσεις σχετικά με το ποιες είναι οι πιο σωστές θεωρίες. Γι’ αυτό χρειάζεται μια καλή μέθοδος σύγκρισης. Αποφάσισα λοιπόν να εμβαθύνω στο ζήτημα των μεθόδων σύγκρισης – και πιθανώς αυτό θα είναι το θέμα του επόμενου βιβλίου μου.

Ο συγγραφέας του «Λεξικού»

Ο R. D. Hinshelwood είναι ψυχίατρος, μέλος της Βρετανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, και καθηγητής στο κέντρο Ψυχαναλυτικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Essex. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μελετητές του έργου της Κλάιν και των κλαϊνικών ψυχαναλυτών. Ειδικά το «Λεξικό της κλαϊνικής σκέψης» είχε ευρύτατη και διαρκή απήχηση και μεταφράστηκε σε εννέα γλώσσες. Ο R. D. Hinshelwood ασχολήθηκε επίσης με τη σχέση της ψυχανάλυσης με τις κοινωνικές επιστήμες. Ιδρυσε, μεταξύ άλλων και το περιοδικό Psychoanalysis and History (1994).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή