Αρχαίο δράμα για πρώτη φορά στην Αλβανία!

Αρχαίο δράμα για πρώτη φορά στην Αλβανία!

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι αλβανικές εφημερίδες στη χώρα μας γράφουν για τη μεγάλη κυρία του θεάτρου τους, τη Μαργαρίτα Τζέπα, που εμφανίζεται σε μία και μοναδική παράσταση στην Αθήνα, στις 21 του μηνός στο θέατρο Βράχων, στον Βύρωνα. Από την άλλη, ο δήμος της περιοχής έχει κάνει αφισοκολλήσεις στα αλβανικά που μιλούν για τη παράσταση η οποία βασίζεται στην ελληνοαλβανική συνεργασία. Δεν είναι και λίγο. Οι «Τρωάδες» του Ευριπίδη που έκαναν πρεμιέρα πριν από λίγες ημέρες στο Βουθρωτό και θα παρουσιαστούν τον χειμώνα στο Εθνικό Θέατρο της Αλβανίας, έχουν Ελληνα σκηνοθέτη, τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, και ηθοποιούς, την αφρόκρεμα του αλβανικού θεάτρου.

Η Μαργαρίτα Τζέπα είναι η δική τους Κατίνα Παξινού, η γυναίκα που σταματούν τα αυτοκίνητα για να περάσει, και κάποια χρόνια πριν, χαμήλωναν τα όπλα για χάρη της. Παίζει την Εκάβη, τη βασίλισσα που έγινε σκλάβα, ενώ την Ανδρομάχη υποδύεται η εξαιρετική Λίζα Τζουβάνι και την Ελένη η Ραϊμόντα Μπούλκου. Αν το όνομα της Μαργαρίτας Τζέπα σε μας δεν λέει τίποτα, για τους Αλβανούς σημαίνει πολλά. Είναι η εθνική τους σταρ!

Για όλους έχει σημασία αυτή η συνεργασία. Για τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο είναι αποτέλεσμα της πολιτικής του στο Θέατρο του Νέου Κόσμου και των επιλογών του. Παραστάσεις όπου η πολιτική διάσταση είχε καθοριστικό ρόλο. Κι όταν το 2003 ανέβασε τους «Εμιγκρέδες» του Μρόζεκ με τη συμμετοχή καλλιτεχνών που ζουν ως οικονομικοί μετανάστες στη χώρα μας, πολλοί αναρωτήθηκαν «μα τι κάνει;». Δικαιώθηκε. Και πέρυσι εμπιστεύθηκε ακόμη μια φορά τον Λαέρτη Βασιλείου που ανέβασε το «Ενας στους δέκα», βασισμένο σε εμπειρίες μεταναστών δεύτερης γενιάς. Η παραγωγή θα επαναληφθεί και τον φετινό χειμώνα.

Εν τω μεταξύ, τον κάλεσε το Εθνικό Θέατρο της Αλβανίας να τους σκηνοθετήσει αττική κωμωδία. Τους αντιπρότεινε τις «Τρωάδες». «Αν δεν γνωρίζεις τις συνήθειες ενός λαού, αν δεν τον ξέρεις καλά, πώς μπορείς να κατανοήσεις το χιούμορ του;», λέει στην «Κ». Αλλωστε, το έργο του Ευριπίδη καταπιάνεται με τη βαρβαρότητα του πολέμου, την αγωνία της προσφυγιάς, την αγριάδα της σκλαβιάς. Ποτέ δεν είχε μαζευτεί τόσο αίμα σε αθηναϊκή ορχήστρα. Με τις Τρωάδες ο ποιητής θέλησε να προειδοποιήσει τους Αθηναίους για το τι μέλλουν να πάθουν με την τυχοδιωκτική εκστρατεία της Σικελίας που ετοίμαζαν…

Καταστάσεις οικείες, λοιπόν, για όλους τους λαούς των Βαλκανίων, και την Αλβανία. Από την άλλη, το Εθνικό τους θέατρο με 70 χρόνια ιστορίας δεν είχε ανεβάσει ποτέ αρχαία τραγωδία! Γι’ αυτό θεωρούν πολύτιμη αυτή την παραγωγή. «Δυο λόγοι είναι οι πιο πιθανοί. Επί Χότζα, η αρχαία τραγωδία, που είναι καθαρά εκφραστής της δημοκρατίας, δεν άρεσε στο τυραννικό καθεστώς. Στα 50 χρόνια αυτού του καθεστώτος, που ήταν το σκληρότερο απ’ όλα τα πρώην σοσιαλιστικά κράτη της Ευρώπης, όπως οι ίδιοι μου λένε, έχασαν την ψυχή τους. Τα πάντα ήταν κλειστά, κλειστή και η επικοινωνία προς τα έξω. Στο θέατρο όμως, και στην τέχνη γενικότερα, πρέπει να είσαι ενήμερος για το τι συμβαίνει έξω. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τη συνέχεια. Η Αλβανία κλείστηκε πάλι στον εαυτό της, λόγω φτώχειας. Εχουν περάσει πολλά».

Τρεις μήνες πρόβες

Το δυναμικό που συνάντησε στην Αλβανία εδώ και τρεις μήνες που εργάζεται ως «πολιτιστικός μετανάστης», όπως αστειεύονται μαζί του στο θέατρο, είχε δυο πλευρές. «Πολλοί ταλαντούχοι ηθοποιοί που δεν έχουν μάθει όμως να δουλεύουν πολύ. Τα έργα, όπως μου λένε οι ηθοποιοί, ανεβαίνουν για έναν – ενάμιση μήνα με λίγες μόνο πρόβες. Αυτή ήταν μία από τις δυσκολίες που αντιμετώπισα αφού επέμενα σε οκτώ ώρες δουλειάς κάθε μέρα, επί τρεις μήνες. Το άλλο εμπόδιο ήταν το θέμα της γλώσσας. Κυρίως για το χρόνο που χάνεται στη μετάφραση και όχι τον ήχο της γλώσσας που μας είναι οικείος».

Οι ηθοποιοί, το θέατρο και οι τέχνες στην Αλβανία βρίσκονται σε μια μεταβατική φάση. «Εχουν ανάγκη να δοκιμάσουν νέα πράγματα. Τα προηγούμενα χρόνια κυριαρχούσε ένα μείγμα υποκριτικής μεταξύ σχολής Στανισλάβσκι και σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Τώρα δείχνουν να θέλουν να μάθουν κι άλλα».

Ολο αυτόν τον καιρό, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος μένει στο κέντρο των Τιράνων. «Δεν διαφέρει από μια συνοικία της Αθήνας. Τα μαγαζιά είναι καλά, τρως εξαιρετικά και φτηνά, με 7 ευρώ όταν στην Ελλάδα θα ήθελες 30. Βλέπεις έναν κόσμο με αξιοπρέπεια, νοικοκυραίους. Υπάρχει φτώχεια, υπάρχουν άνεργοι αλλά και προσπάθεια να στρώσουν τα πράγματα. Υπάρχουν βέβαια και πλούσιοι με τεράστια τζιπ σε μέγεθος νεκροφόρας που δεν σταματάνε πουθενά. Είναι το σύνδρομο που είχαμε και στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο, όταν ο Ελληνας αποκτούσε χρήματα μέσω της μετανάστευσης και θεωρούσε ότι του ανήκε ο δρόμος. Τα φανάρια απλώς υπάρχουν, δεν σταματάει κάνεις εδώ. Μόνο για την Μαργαρίτα Τζέπα σταματάνε τα αυτοκίνητα, να περάσει.

Αυτή η γυναίκα, η μεγάλη κυρία της Αλβανίας, ήταν ένας από τους λόγους που ήθελα να μείνω – παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισα. Είναι η πιο έφηβη απ’ όλους. Εβδομήντα πέντε χρόνων με απίστευτη πειθαρχία, είναι πάντα πριν την ώρα της στην πρόβα από την οποία φεύγει τελευταία. Υπομονετική, ανοιχτή και διαθέσιμη σαν να αποφοίτησε τώρα από τη σχολή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή