Περφόρμανς από τον Σάι σε έργα του Γκέρσουιν

Περφόρμανς από τον Σάι σε έργα του Γκέρσουιν

1' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης (ΚΟΘ) πίστεψε πιθανότατα ότι ένα εξαιρετικά δημοφιλές πρόγραμμα θα γέμιζε το Ηρώδειο, αλλά υποτίμησε τα βαθιά προβλήματα που έχει δημιουργήσει εδώ και χρόνια η συστηματική υποβάθμιση της σοβαρής μουσικής στη χώρα μας. Ούτε καν η συμφωνική τζαζ του Γκέρσουιν δεν είναι ικανή να προσελκύσει αρκετό κοινό ώστε να γεμίσει τις κερκίδες του ρωμαϊκού ωδείου, όπως φάνηκε το βράδυ της 30ής Ιουνίου. Ακόμα κι αν σολίστ είναι ο ταλαντούχος Τούρκος πιανίστας Φάζιλ Σάι, γνωστός αλλού, άγνωστος στην ημεδαπή. Αδικα, επομένως, τα popular classics, καθώς ούτε κοινό έφεραν, ούτε ταίριαζαν με τη «Φανταστική» του Μπερλιόζ που ακολούθησε. Αναμενόμενο ήταν, όσοι τουρίστες παρασύρθηκαν και προσήλθαν για τον Γκέρσουιν, να χειροκροτούν ανάμεσα στα μέρη της «Φανταστικής»…

Ομως και ο Γκέρσουιν έχει τις απαιτήσεις του, έστω και σε έργα τόσο ελαφρά όσο η «Κουβανέζικη εισαγωγή» με την οποία άνοιξε η βραδιά. Από την ΚΟΘ που διηύθυνε ο Μύρων Μιχαηλίδης έλειπε εμφανώς το φυσικό και ελεύθερο, όχι μετρημένο λίκνισμα, ο χαρακτηριστικός παλμός της τζαζ, που είναι απαραίτητος προκειμένου να αποκτήσει νόημα αυτή η μουσική. Τον διέθετε σε υπερεπάρκεια ο Φάζιλ Σάι, όπως απέδειξε τόσο στη «Γαλάζια Ραψωδία» όσο και στις «Παραλλαγές από το ‘I got rythm’» που έπαιξε. Εντυπωσιακός δεξιοτέχνης, ικανότατος στον αυτοσχεδιασμό, κατ’ εξοχήν μουσικό πλάσμα, ο Σάι φάνηκε απόλυτα δοσμένος σε αυτό που έκανε, κάτι ανάμεσα σε περφόρμανς και ρεσιτάλ: σιγοτραγουδούσε καθώς έπαιζε και φάνηκε να αντιμετωπίζει το πιάνο σαν προέκταση του εαυτού του. Αισθητική για άλλον χώρο, για άλλη ατμόσφαιρα, στην οποία θα εντάσσονταν επίσης θαυμάσια τα τρία κομμάτια που ο πληθωρικός πιανίστας παραχώρησε πρόθυμα στο κοινό εκτός προγράμματος.

Η «Φανταστική»

Αν και δημοφιλής, η «Φανταστική» Συμφωνία του Μπερλιόζ, δεν απέτρεψε τις διαρροές του κοινού στο διάλειμμα. Το μόνο σοβαρό έργο του προγράμματος δόθηκε αξιοπρεπώς από την ορχήστρα, χωρίς όμως να απογειωθεί. Τα έγχορδα της ΚΟΘ έκαναν όπως πάντα τη δουλειά τους, έστω και αν ο ήχος τους δεν εκτιμήθηκε όσο το άξιζε, λόγω της γνωστής ξηρής ακουστικής του Ηρωδείου. Ομως, βασικότατο ρόλο στο συγκεκριμένο έργο παίζουν τα πνευστά. Στην περίπτωση της ΚΟΘ τόσο τα ξύλινα όσο και τα χάλκινα υπολείπονται ακόμα αισθητά, όπως φάνηκε τόσο από τις σολιστικές συνεισφορές όσο και τις ομαδικές παρεμβάσεις. Επιπλέον, η (καλο)μετρημένη μουσική διεύθυνση του Μιχαηλίδη περιόρισε την απαραίτητη πλαστικότητα και την ελευθερία σε όλα τα μέρη του έργου, περισσότερο δε απ’ όλα στο τελευταίο, απ’ όπου απουσίαζε το κρίσιμο δαιμονικό στοιχείο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή