Στην εποχή της Μακριάς Ουράς όλα είναι αλλιώς

Στην εποχή της Μακριάς Ουράς όλα είναι αλλιώς

4' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σύμφωνα με τον Κρις Αντερσον, έως πριν από λίγα χρόνια ζούσαμε στον κόσμο της ανεπάρκειας. «Τώρα, με τη διαδικτυακή διανομή και τις ηλεκτρονικές πωλήσεις, προχωράμε προς τον κόσμο της αφθονίας. Οι διαφορές είναι τεράστιες». Αυτά λέει ο Κρις Αντερσον, διευθυντής σύνταξης στο περιοδικό Wired, στο βιβλίο του «Η Μακριά Ουρά. Πώς το Διαδίκτυο επηρεάζει την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τον πολιτισμό».

Μισό λεπτό όμως: ο δυτικός κόσμος έχει από καιρό χαρακτηριστεί «κόσμος αφθονίας» – για ποια «ανεπάρκεια» μιλάει ο Αντερσον; «Το βασικό πρόβλημα, αν χρησιμοποιώ τη σωστή λέξη, είναι ότι ζούμε στον υλικό κόσμο, και μέχρι πρόσφατα το ίδιο συνέβαινε και με τα περισσότερα μέσα ψυχαγωγίας μας. Τούτος ο κόσμος θέτει δραματικούς περιορισμούς στη διασκέδασή μας». Οι περιορισμοί αυτοί έχουν καταλυθεί χάρη στο Διαδίκτυο.

Τι είναι όμως η Μακριά Ουρά; Πολύ συνοπτικά, έως τώρα οι περισσότεροι από εμάς διαβάζαμε λίγο-πολύ τα ίδια βιβλία, ακούγαμε τους ίδιους δίσκους και βλέπαμε τις ίδιες ταινίες, διότι ένα βιβλιοπωλείο, ένα δισκοπωλείο, ένα σινεμά ή dvd κλαμπ έχουν περιορισμένο χώρο. Συνεπώς, για να επιβιώσουν οικονομικά, περιλαμβάνουν στα ράφια τους κυρίως τα πρώτα ονόματα, τις μεγάλες επιτυχίες – τα hits. «Τα προϊόντα με τις ελάχιστες πωλήσεις σπαταλούν χώρο». Σήμερα όμως, τα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία έχουν ουσιαστικά τα πάντα – και δεν είναι μόνον αυτό. Μέσα από πλατφόρμες όπως το MySpace, συνθέτες, τραγουδιστές, μπάντες άγνωστες στο ευρύ κοινό έχουν τους δικούς τους φανατικούς πιστούς, ενώ άλλες, παλαιότερες, ανακαλύπτονται εκ νέου.

Φυσικά, τα hits συνεχίζουν να υπάρχουν, η επιρροή τους όμως γίνεται όλο και πιο αναιμική και, ναι μεν οι μάζες τα παρακολουθούν, οι μάζες όμως που παρακολουθούν όλους αυτούς τους «αμέτρητα εξειδικευμένους τομείς» (niche, τους ονομάζει ο συγγραφέας) είναι πολύ πιο… μαζικές από τις πρώτες.

Εδώ μπαίνει ο όρος της Μακριάς Ουράς: μέσα από έρευνες και συνεργασίες με ψηφιακά καταστήματα, εταιρείες και μελετητές, ο Αντερσον άρχισε να δημοσιεύει τις αναλύσεις του σε ειδικό μπλογκ, στο οποίο συμμετείχαν με τις παρατηρήσεις τους ειδικοί και μη. «Αυτό που είδα τότε», μας είπε ο Αντερσον, «ήταν ότι υπήρχε ένα φαινόμενο που πολλοί είχαν παρατηρήσει, το ήξεραν, απλώς δεν το είχαν βάλει μέσα σε ένα θεωρητικό πλαίσιο, δεν του είχαν δώσει όνομα». Στο βιβλίο του, ο Αντερσον υποστηρίζει ότι ναι μεν επινόησε τον όρο Μακριά Ουρά, όμως δεν δημιούργησε «την έννοια της χρήσης των οικονομικών δυνατοτήτων που παρέχουν οι ηλεκτρονικές λιανικές πωλήσεις με σκοπό τη συγκέντρωση μεγάλου αποθέματος από προϊόντα σχετικά χαμηλών πωλήσεων. Αυτό το έκανε ο Jeff Bezos, του Amazon, γύρω στο 1994».

Τα γραφήματα που προέκυπταν από τις έρευνες, έδειχναν την κάθετη στήλη (που αντιπροσωπεύει τα hits) να συρρικνώνεται όλο και περισσότερο, και την οριζόντια (που είναι τα niche) ολοένα και να μακραίνει. Αυτή είναι η Μακριά Ουρά.

Ας μην πάμε μακριά: στο φύλλο της κυριακάτικης «Κ», της περασμένης εβδομάδας (31 Ιανουαρίου), συμπτωματικά, ένα άρθρο μιλούσε στην ουσία για τη Μακριά Ουρά: αναφερόμενος στην ανεξάρτητη ελληνική ροκ σκηνή, ο Γιάννης Κολοβός έγραφε: «Η ανεξάρτητη ελληνική μουσική σκηνή ζει στιγμές δημιουργικής μανίας, χωρίς να περιμένει τα εύσημα των ΜΜΕ, το χρήμα των μεγάλων δισκογραφικών και την αποδοχή της αδρανούς μάζας των λαϊκοδέλικ τηλεθεατών. (…)»

Μαζική κουλτούρα

«Εως τώρα», μας λέει από το Σαν Φρανσίσκο ο Κρις Αντερσον, «μαζική κουλτούρα σήμαινε μια κοινή κουλτούρα, όπου εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο διαβάζουν, ακούνε, βλέπουν τα ίδια πράγματα. Στην εποχή της Μακριάς Ουράς, η μαζική κουλτούρα κατακερματίζεται και αυτό που συμβαίνει είναι να υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο, μοιρασμένοι σε διάφορες ομάδες, που αναζητούν με πάθος άγνωστα γκρουπ ή βιβλία, πράγματα που χωρίς το Διαδίκτυο δεν θα τα έβρισκαν ποτέ. Ετσι, δημιουργούνται μικρές «φυλές», μπορούμε να μιλάμε για «κουλτούρα της φυλής» – με τη διαφορά ότι, σε αντίθεση με την παραδοσιακή έννοια, όπου ήσουν υποχρεωμένος να ανήκεις σε μία και μόνο φυλή, τώρα μπορείς να ανήκεις σε δύο και τρεις μαζί».

Είναι όλα τόσο τέλεια λοιπόν; «Οχι ακριβώς», αποκρίνεται. «Εξαρτάται από ποια όχθη μιλάει κανείς. Πάρτε τον δικό μου τομέα. Είμαι αρχισυντάκτης σε ένα περιοδικό, που τυπώνεται, εκδίδεται και κυκλοφορεί, συνεπώς έχουμε απέναντί μας τη Μακριά Ουρά, πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Στην ουσία, έχεις να αντιμετωπίσεις ολόκληρο το Διαδίκτυο. Εχουμε χάσει το μονοπώλιό μας και υπάρχει δραματική πίεση και ανταγωνισμός για όλους όσοι βρίσκονται σε ανάλογη θέση με μένα».

– Είναι παράδοξο αυτό που λέτε, διότι το Wired υποτίθεται ότι καταγράφει όλες αυτές τις εξελίξεις. Χωρίς αυτές δεν θα υπήρχε.

– Δεν θα το έλεγα παράδοξο αλλά ειρωνικό.

– Διαβάζοντας κανείς το Wired, έχει πλήρη ενημέρωση του τι γίνεται σε όλους αυτούς τους τομείς;

– Οχι, με τίποτα. Κανένα περιοδικό δεν μπορεί να καταγράψει αυτό με απόλυτο τρόπο. Δεν το προσπαθούμε κιόλας. Επιλέγουμε απλώς τα πιο ενδιαφέροντα θέματα, αυτά που θεωρούμε ότι συμπυκνώνουν την όλη κατάσταση, η οποία είναι πολύ ρευστή ακόμα – και θα παραμείνει τέτοια. Θα μας πάρει πολύ χρόνο ακόμα για να αντιληφθούμε τον αντίκτυπο που θα έχει στην κοινωνία και την κουλτούρα η ψηφιακή επανάσταση.

Δύο μόλις ημέρες πριν από την κουβέντα μας με τον Κρις Αντερσον, ο Στιβ Τζομπς παρουσίασε το ipad, κάτι ανάμεσα σε λάπτοπ και smartphone, σε βίντεο και e-book. Η γνώμη του Αντερσον; «Νομίζω ότι με το iPad ξεκινάει πραγματικά μια σειρά από gadget πολύ σημαντικών, που θα αλλάξουν τελείως τη σχέση μας με τα media. Πιστεύω ότι θα αντικαταστήσει σταδιακά το λάπτοπ, έχει εικονικό πληκτρολόγιο στο οποίο μπορείς να γράψεις εκτενή μέιλ αλλά όχι βιβλίο. Εγώ δεν θα έγραφα βιβλίο σε iPad».

– Θα διαβάζατε όμως ένα βιβλίο σε αυτό;

– Να σας πω, προτιμώ τα παραδοσιακά (physical) βιβλία. Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι το παραδοσιακό βιβλίο θα πάψει να υπάρχει. Πιστεύω ότι θα συνυπάρξει με το ηλεκτρονικό. Χώρος υπάρχει και για τα δύο.

Από τη φυσική στη δημοσιογραφία

Ο Κρις Αντερσον γεννήθηκε το 1961. Εχει σπουδάσει φυσική στο Πανεπιστήμιο George Washington και κβαντική μηχανική και επιστημονική δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ. Διετέλεσε συντάκτης του Economist, υπεύθυνος για ζητήματα γύρω από το Διαδίκτυο. Σήμερα είναι διευθυντής σύνταξης του περιοδικού Wired.

Το 2009 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του «Free: The Future of a Radical Price». Η «Μακριά Ουρά» κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κάτοπτρο (μτφρ. Δημήτρης Καρτσακλής).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή