Ο τρόμος μπροστά στα γηρατειά και τη λησμονιά

Ο τρόμος μπροστά στα γηρατειά και τη λησμονιά

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΜΑΚΑΝΙΝ

Τρόμος

μετ. Αλεξ. Ιωαννίδου

εκδ. Καστανιώτη

«Οταν είσαι γέρος, γίνεσαι αόρατος: σε μια αίθουσα αναμονής, όλοι στη σειρά, μπαίνει μια κοπέλα ψάχνοντας
κάποιον. Κοιτάζει τριγύρω και όταν φτάνει σ’ εσένα σε προσπερνά λες και είσαι κολονάκι στην εθνική οδό. Τότε ξεκινούν τα γηρατειά. […]
Valentino Βompiani
«Τα αόρατα γηρατειά»

Μαθηματικός, κινηματογραφιστής, σκακιστής, ο Βλαντιμίρ Μακάνιν (1937) δεσπόζει στα ρωσικά γράμματα, από το 1965 που έκανε την πρώτη του εμφάνιση ώς τη δεκαετία του ’80, που μπόρεσε να δημοσιεύσει χωρίς τη δαμόκλειο σπάθη της λογοκρισίας και άρχισε να αναγνωρίζεται επισήμως πια στη χώρα του, αλλά και διεθνώς. Στα Ελληνικά, έχουμε ήδη διαβάσει το «Αντεργκράουντ ή ένας ήρωας του καιρού μας» και το «Μυθιστόρημα του Κλουτσαριόφ», πάντα σε πολύ καλή μετάφραση της Αλεξ. Ιωαννίδου. Τα δύο προηγούμενα έργα του περιέγραφαν λιτά, με ένα συμβολιστικό και συχνά υπερρεαλιστικό ρεαλισμό, την κατάσταση στη Ρωσία μετά το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού, τη βία και τον σπαραγμό μιας διαλυμένης πολυεθνικής κοινωνίας κατά την επικράτηση ενός άναρχου καπιταλισμού. Σε μια παρόμοια λογική θα μπορούσε να τοποθετηθεί και το παρόν βιβλίο του από τον τίτλο και μόνο: «τρόμος» πολιτικός, κοινωνικός, ειδικά μετά τα τελευταία τρομοκρατικά χτυπήματα στη Μόσχα, τρόμος ανθρώπινος μπροστά στην αληθινή βία του πολέμου και την υπόγεια βία της καθημερινότητας. Οτι υπάρχει και τέτοιος τρόμος στο βιβλίο, αυτό είναι πέρα από βέβαιο. Η πρώτη σημασία του τίτλου, όμως, είναι εντελώς διαφορετική, είναι η τρομάρα των νέων γυναικών όταν ξυπνούν και βλέπουν μες στη μαύρη νύχτα στο προσκεφάλι τους ένα γέρο άντρα, τον πρωταγωνιστή του βιβλίου Αλαμπίν.

Γερο-σάτιρος

Κείμενο αρθρωτό, που μπορεί να διαβαστεί και ως σειρά διηγημάτων με κοινή θεματολογία και κοινό χωρόχρονο, το βιβλίο μιλάει λοιπόν σε ένα πρώτο επίπεδο για τις ερωτικές περιπέτειες ενός γερο-σάτιρου, ο οποίος εκστασιάζεται με τις νεαρές γυναίκες και αδυνατεί να συγκρατήσει τις ορμές του, ειδικά τις νύχτες με φεγγάρι. Μένει σε μια ντάτσα έξω από τη Μόσχα, είναι μόνος παρά τους γάμους και τα παιδιά που έχει κάνει (και από τα οποία δεν έχει κανένα νέο) και το κυριότερο, είναι ολοζώντανος, αποφασισμένος να ζήσει όπως θέλει τη ζωή που του μένει και να καλύψει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ανάγκες του για έρωτα.

Παραπέμποντας μαζί σε λυκάνθρωπο (τον οποίο παρεμπιπτόντως συναντάμε και στον τίτλο του τελευταίου βιβλίου του Πελέβιν, σημαντικού συγγραφέα της νεότερης γενιάς) και σε βαμπίρ, που χρειάζεται το νεανικό αίμα για να κρατηθεί στη ζωή, ο Αλαμπίν κινείται σε ένα κόσμο που αδυνατεί -ή μήπως δεν επιθυμεί; – να κατανοήσει, με εξαίρεση ένα και μόνο στοιχείο: τις όμορφες νέες γυναίκες, που άλλες τον απορρίπτουν, άλλες τον καταδίδουν, άλλες ενδίδουν και πέφτουν στην αγκαλιά του. Χαρακτηριστική περίπτωση η νοσοκόμα στο ψυχιατρείο όπου νοσηλεύεται για τη «διαστροφή» του περνώντας ζωή χαρισάμενη, αφού πληρώνει ο πλούσιος σύζυγος μιας από τις «αγαπημένες» του.

Ο ίδιος ο Μακάνιν έχει χαρακτηρίσει το έργο του ένα είδος απάντησης στη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ και σίγουρα κάτι ξέρει. Είναι αλήθεια, δηλαδή, ότι ο Αλαμπίν, ο οποίος έχει πλήρη επίγνωση των γηρατειών και της παρακμής, κατάγει νίκες περιφανείς στις πολιορκίες του, όπως και τρώει ξύλο, γελοιοποιείται, κινδυνεύει σοβαρά – όταν λόγου χάρη οι διακοπές ρεύματος, συχνές στη γειτονιά, γίνονται καθεστώς προκειμένου επιδέξιοι κλέφτες να ξαλαφρώσουν από τα λιγοστά υπάρχοντά τους τους κατοίκους, εκλαμβάνεται ως κλέφτης από μία γενναία γυναίκα και δηλητηριάζεται. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, ούτε επαίρεται ούτε πτοείται. Απλώς, συνεχίζει.

Η φθορά

Διαχειριζόμενος το μοντερνιστικό θέμα της φθοράς με τρόπο πρωτότυπο και γλυκόπικρα διασκεδαστικό, ο Μακάνιν στοχάζεται και πάλι πάνω στην ύπαρξη, μέσα από την ενόρμηση ζωής την οποία παρουσιάζει εδώ σε όλο της το μεγαλείο. Στην πράξη, επαναλαμβάνει σε διαφορετικά συμφραζόμενα τη φράση του Ντοστογιέφσκι με την οποία άνοιγε τον «Αιχμάλωτο του Καυκάσου», το διήγημά του που προσφάτως έγινε ταινία (σκην. Αλεξέι Ουσιτέλ): «Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Κι αν όχι τον κόσμο, σίγουρα τον Αλαμπίν – άμεσα εκπορευόμενο από τη σατιρική πτυχή της ρωσικής λογοτεχνίας και ειδικότερα τον Γκόγκολ, τον οποίο μνημονεύει – και όλους όσοι αρνούνται να τη στερηθούν, ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες και προ τέλους, προσωπικού και συλλογικού. Ο Αλαμπίν, κυνηγώντας μια νεαρή τοξικομανή με στερητικό σύνδρομο, ζει την επίθεση του Γέλτσιν στη Βουλή το 1993 και σώζει τους ηττημένους, καθώς η γυμνή μορφή του στη σκεπή εκλαμβάνεται ως έσχατο σημάδι παράδοσης! Υπάρχει όμως και κάτι που δεν διακωμωδείται, ένας σκληρός πυρήνας τρόμου, οδύνης και πένθους, η εμπειρία της Τσετσενίας, όπως τη ζει μέσα από τον ανιψιό του, που χτυπιέται σαν τρελός στο μαξιλάρι του κάθε νύχτα και δεν μπορεί να κοιμηθεί παρά μόνο σε τρύπες που σκάβει στο χώμα. Πικρό χιούμορ σε ένα κείμενο ρεαλιστικό και αλληγορικό, που οι επαναλήψεις του κουβαλούν το κοινωνικοπολιτικό στοιχείο που παριστάνει ότι του λείπει· και μαζί, την υπόμνηση ότι και η υπαρξιακή διάσταση υπάρχει και μέσα στις κοσμογονίες και ότι, τελικά, η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή