Η αφαιρετικότητα του Σπυρόπουλου ξανά στο επίκεντρο

Η αφαιρετικότητα του Σπυρόπουλου ξανά στο επίκεντρο

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πρώτα, οι συστάσεις. Ο Γιάννης Σπυρόπουλος (1912 -1990) είναι σαφώς από τους σπουδαιότερους Ελληνες ζωγράφους του αιώνα που μας πέρασε. Το αποδεικνύει η εκτεταμένη διασπορά των έργων του «πατέρα της αφαίρεσης στην Ελλάδα» που βρίσκονται σε μεγάλα μουσεία και συλλογές στις πέντε ηπείρους. Είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις καλλιτεχνών που ενώ έζησαν εδώ, πέτυχαν με τις δικές τους δυνάμεις τη διεθνή καταξίωση, αποσπώντας μάλιστα βραβείο από την Μπιενάλε της Βενετίας. Ομως, παρά την τεράστια σημασία της, η καλλιτεχνική του προσφορά δεν είναι τόσο γνωστή στο ευρύ κοινό της πατρίδας του.

Ας συνοψίσουμε τους λόγους: ο Σπυρόπουλος αισθανόμενος απογοήτευση από την υποδοχή που επιφύλαξαν κάποιοι τεχνοκρίτες στο έργο του, αποφάσισε, από το 1960 να εκθέτει αποκλειστικά στο εξωτερικό. Η αφαίρεση -στην Ελλάδα και αλλού- είναι η λιγότερο δημοφιλής έκφραση της ζωγραφικής. Κυρίως όμως, το παλαιό σπίτι – μουσείο που έφτιαξε ο ίδιος έχει κλείσει από το 2007, ενώ η καινούργια του στέγη σε νεοκλασικό των Εξαρχείων δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Με αφορμή την τρέχουσα έκθεση με 100 έργα του στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς, η «Κ» συνομιλεί με την «ψυχή» του Ιδρύματος Σπυρόπουλου, Ολγα Δανιηλοπούλου, για την πνευματική παρακαταθήκη του καλλιτέχνη, αλλά και τα προβλήματα που εμποδίζουν τη λειτουργία του νέου μουσείου στο Κέντρο της Αθήνας.

– Τι στόχο έχει η έκθεση;

– Στο σπίτι – μουσείο της Εκάλης, οι επισκέπτες μπορούσαν να δουν σε μικρή κλίμακα τη συμπύκνωση της πορείας του καλλιτέχνη, μέσα από 60 έργα από το 1948 ώς το 1986. Από το 2007 όταν το μουσείο έκλεισε καθώς αναζητήσαμε νέα στέγη, δεν υπάρχει πουθενά στην Αθήνα εκτεθειμένο έργο του Σπυρόπουλου. Η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη λοιπόν ανανεώνει το ενδιαφέρον για την προσφορά του και συμβάλλει στη συλλογική αποτίμηση της πορείας του, καθώς περιλαμβάνει 100 έργα, προερχόμενα από τη μεγάλη συλλογή του Ιδρύματος που αριθμεί 280 πίνακες.

Ταγμένος στην τέχνη

– Τι άνθρωπος ήταν;

– Ηταν ένας ενσυνείδητος χειρώναξ που ζωγράφιζε συνεχώς. Δεν ήταν διανοούμενος ούτε τον ενδιέφερε η κοινωνική ζωή. Ηταν ένας άνθρωπος ταγμένος στην τέχνη του. Επίσης είχε πλήρως συνειδητοποιήσει το κληροδότημα που ήθελε να αφήσει πίσω του. Εφτιαξε ένα σπίτι – μουσείο και μαζί με τη σύζυγό του Ζωή και το προικοδότησαν με μερικά από τα καλύτερά του έργα που θα μπορούσαν να έχουν μοσχοπουληθεί.

– Σήμερα το Ιδρυμα βρίσκεται σε ένα οικονομικό αδιέξοδο. Πού το αποδίδετε;

– Μετά τον θάνατο του Σπυρόπουλου το 1990, τα ηνία πήρε η μούσα, συνοδοιπόρος και σύζυγός του Ζωή. Χάρις σ’ εκείνη έγινε πραγματικότητα το Ιδρυμα και η δωρεά των έργων του ζωγράφου στον θεσμό. Ομως δεν είχε πείρα στην πολιτιστική διαχείριση και δεν σχεδίασε σωστά ορισμένα πράγματα: πώς μπορεί να λειτουργήσει σωστά ένα μονογραφικό μουσείο σε βάθος χρόνου, πού θα βρει τους πόρους για την επιβίωσή του και ποια θα είναι η στρατηγική του. Το 2000 που έφυγε από τη ζωή, βρεθήκαμε με το μουσείο και τη συλλογή, αλλά χωρίς τα απαραίτητα χρήματα για να κινηθούμε τα επόμενα χρόνια.

– Ενώ είχατε περιορισμένη οικονομική δυνατότητα πώς αποφασίσατε να αλλάξετε στέγη, επιλέγοντας ένα νεοκλασικό στην οδό Τοσίτσα;

– Είχαμε εγκλωβιστεί και αναζητούσαμε λύσεις. Το σπίτι – μουσείο της Εκάλης με τη μόνιμη συλλογή είχε πολύ μικρή επισκεψιμότητα. Ηταν δύσκολο να κρατήσουμε ζωντανή την επαφή μας με το κοινό χωρίς εναλλαγή στα εκθέματα. Επιπλέον, το οίκημα δεν μας επέτρεπε να έχουμε παράλληλες δραστηριότητες, ώστε να αυξήσουμε τα έσοδα και να τονώσουμε το ενδιαφέρον. Πήραμε την απόφαση να μετακινηθούμε στο κέντρο της πόλης και να βρούμε μια στέγη που θα μπορούσε να φιλοξενήσει περιοδικές εκθέσεις, εκδηλώσεις, να έχει πωλητήριο και καφέ.

– Μήπως ήταν λάθος επιλογή το διατηρητέο οίκημα στα Εξάρχεια;

– Το κτίριο ήταν μεν νεοκλασικό αλλά προσφερόταν για τους σκοπούς μας και ο αρχιτέκτων Γιάννης Κίζης είχε κάνει μια εξαιρετική μελέτη. Το κόστος της αποκατάστασης είχε υπολογιστεί με διαφορετικά δεδομένα από αυτά που έφερε η κρίση. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό. Πιστεύουμε ότι ελλείψει γενικότερης κινητικότητας μπορεί να έχουμε καλύτερες προσφορές από εργολάβους. Οταν κάναμε τον σχεδιασμό πριν από λίγα χρόνια η κατάσταση δεν ήταν τόσο άσχημη στην οδό Τοσίτσα, αλλά δεν θεωρώ ότι αυτό είναι μείζον πρόβλημα. Το γειτονικό Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έκανε ανακαίνιση και επανέκθεση. Το μεγαλύτερο ζήτημα είναι ότι η αγορά του νέου κτιρίου μας εξήντλησε οικονομικά και δεν απέμειναν κεφάλαια για να προχωρήσουμε ιδίοις εξόδοις την αποκατάσταση.

Αναζήτηση χορηγού

– Πώς υπολογίζετε να καλύψετε το κόστος της αποκατάστασης που ανέρχεται περίπου σε 4 εκατομμύρια ευρώ;

– Ενδεχομένως το ποσό αυτό να είναι μικρότερο, καθώς όπως είπα και πριν, η κρίση αλλάζει κάποια δεδομένα. Θα μπορούσαμε να αντλήσουμε πόρους από το ΕΣΠΑ, καθώς όλες οι μελέτες είναι έτοιμες και αν η Ελλάδα δεν καταθέσει προτάσεις θα χάσει αυτά τα κονδύλια. Οσες πόρτες χορηγών και αν έχουμε χτυπήσει δεν έχουμε βρει ανταπόκριση. Δεν το βάζουμε κάτω και πολλαπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας να βρούμε χρήματα.

– Μπορεί το Ιδρυμα να γεφυρώσει το κενό ανάμεσα στο έργο του Σπυρόπουλου και το ελληνικό κοινό;

– Αυτό είναι το μεγαλύτερό μας χρέος. Ο Γιάννης Σπυρόπουλος κληροδοτεί στον χώρο της ζωγραφικής ένα έργο παγκόσμιας σημασίας, που σήμερα πρέπει να το επανεκτιμήσουμε όχι μόνο για τη μοναδικότητα του εκφραστικού ύφους και της τεχνικής αρτιότητας, αλλά και ως στάση του καλλιτέχνη στα τεκταινόμενα της εποχής του. Η έκθεση στο Μπενάκη αλλά και η νέα μονογραφία που συνέγραψε ο Γιάννης Χ. Παπαϊωάννου αναζωπυρώνουν το ενδιαφέρον και φέρνουν το θέμα ξανά στην επικαιρότητα. Το Ιδρυμα έχει αποδείξει ότι εκτός από το κληροδότημα του καλλιτέχνη θέλει να διαδραματίσει και άλλο ρόλο, αναδεικνύοντας λ.χ. τη δουλειά νεότερων καλλιτεχνών, όπως έκανε τόσα χρόνια με τη θεσμοθέτηση του Επάθλου Σπυρόπουλου.

Η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη διαρκεί ώς τις 28 Νοεμβρίου.

Βραβείο Μπιενάλε

Ο ζωγράφος Γιάννης Σπυρόπουλος γεννήθηκε το 1912. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ με καθηγητές τον Επαμεινώνδα Θωμόπουλο, τον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Σπυρίδωνα Βικάτο. Το 1938 κέρδισε το βραβείο στον ετήσιο διαγωνισμό της Ακαδημίας Αθηνών και έφυγε με υποτροφία για το Παρίσι. Στην Ελλάδα επέστρεψε με την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1939. Αρχισε να εισχωρεί στην αφαιρετική ζωγραφική από τα μέσα της δεκαετίας του ’50… Τον Ιούνιο του 1960, μετέχοντας στην καλλιτεχνική ομάδα που εκπροσωπούσε την Ελλάδα στην 30ή Μπιενάλε της Βενετίας, απέσπασε από κοινού με τον Ιταλό Antonio Music το Βραβείο UNESCO. Το 1969, το National Collection of Fine Arts του Smithsonian Institution της Ουάσιγκτον φιλοξένησε ατομική του έκθεση. Το 1978 του απονεμήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης το βραβείο Gottfried von Herder. Ο Γιάννης Σπυρόπουλος πέθανε το 1990.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή