Ηρωες βγαλμένοι από το πλήθος

Ηρωες βγαλμένοι από το πλήθος

4' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο ίδιος αφρός της περιπέτειας που μας έχει συνηθίσει ο σκηνοθέτης του «Top Gun» Τόνι Σκοτ, η αδρεναλίνη, υπάρχει και στην τελευταία ταινία του, στο «Εχεις μόνο 100 λεπτά… Ασταμάτητο», που μοιάζει σαν βιντεοκλιπίστικη ρεπλίκα του προ 25ετίας «Τρένου της μεγάλης φυγής». Η σημερινή ένεση αδρεναλίνης του Σκοτ γίνεται στην πιο ευαίσθητη περιοχή του Χόλιγουντ, στην περιπέτεια, όπου τα τελευταία χρόνια σχεδόν τα πάντα, από την καταιγιστική δράση μέχρι την ωμή βία, έχουν ξεφύγει εκτός ορίων. Κοντά στα όρια φτάνει και ο Βρετανός σκηνοθέτης ακολουθώντας τη μόδα της εποχής, για να μας δείξει πώς μπορεί να κρατηθεί ο συρμός στις ράγες. Οι ήρωές του, δύο μηχανοδηγοί που προσπαθούν να σταματήσουν ένα τρένο που επιταχύνει ακυβέρνητο, είναι βγαλμένοι από την πραγματική ζωή και όχι από καρτούν.

Ο ρυθμός της ταινίας είναι φρενήρης. Σε αντίθεση όμως με ό,τι συμβαίνει κατά κόρον στη σύγχρονη περιπέτεια δράσης ή καταστροφής, ο θεατής δεν σπρώχνεται άτσαλα σε έναν προσομοιωτή πτήσης. Στη σκευοφόρο τού κατά τα φαινόμενα αφελούς «Ασταμάτητου» κρατήθηκε χώρος όχι μόνο για το κοινωνικό σχόλιο, αλλά και για το μελόδραμα, που χρησιμοποιείται σαν ένας καταλύτης για την ισορροπία της σχέσης του θεατή με το θέαμα.

Η διάλυση

Στο «απλοϊκό» σενάριο του Μαρκ Μπόμπακ τα πάντα είναι οργανωμένα με ακρίβεια και οδηγούν σε μια κοινωνική αλληγορία στο περιθώριο των θεαματικών σκηνών. Ολα ξεκινούν από μια «κακιά στιγμή», από το μικρό λάθος ενός επιπόλαιου μηχανοδηγού, που γίνεται άθελά του η αιτία για ένα «έκτακτο» δρομολόγιο τρόμου.

Ενα εμπορικό τρένο με θηριώδη ντιζελομηχανή ξεφεύγει ακυβέρνητο στις γραμμές. Τα προηγμένα συστήματα ασφαλείας καίγονται σαν τσιγαρόχαρτο σε κάθε στροφή. Παράλληλα, αποκαλύπτεται η εσωτερική διάλυση της εταιρείας σιδηροδρόμων και, κυρίως, ο κυνισμός ανίκανων ή ασχέτων διευθυντικών στελεχών.

Το τελευταίο γρανάζι

Το μικρό λάθος γίνεται η αφορμή για μια μεγάλη δοκιμασία, αποκαλυπτική για την αξία και του τελευταίου γραναζιού στη λειτουργία της μεγάλης μηχανής – ή της κοινωνίας. Μέσα από τον καταιγιστικό ρυθμό της ταινίας προβάλλει αχνά το ερώτημα: ποιος είναι ικανός να κυβερνήσει τη μηχανή σε αυτή τη συνθήκη διάλυσης και κρίσης;

Το ακυβέρνητο τρένο επιταχύνει, πλησιάζοντας σαν κομήτης κατοικημένες περιοχές. Παράλληλα, το ανθρώπινο λάθος μεγεθύνεται για να πάρει διαστάσεις μιας τεράστιας καταστροφικής απειλής. Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, που το θέαμα απογειώνεται (τα γενικά πλάνα με το ακυβέρνητο τρένο θυμίζουν rollercoaster), η ταινία αποκτά έρμα: ήρωες με σάρκα και οστά. Δύο μηχανοδηγοί, απλά γρανάζια του μηχανισμού, φαινομενικά ασήμαντα για την καλή λειτουργία και την αποδοτικότητα της εταιρείας σιδηροδρόμων, θα αναδειχτούν σε ήρωες μιας μεγάλης περιπέτειας. Θα αγνοήσουν τις διαταγές της διοίκησης και θα επιχειρήσουν να σταματήσουν το τρένο.

Τα τηλεοπτικά κανάλια τρέχουν σε ισόπεδες και ανισόπεδες διαβάσεις, σε χωριά και πόλεις, για να καταγράψουν το θέαμα. Στην πρώτη θεαματική σκηνή, ο Σκοτ τους πετάει το γάντι: τσακίζει στην κυριολεξία ένα βαν εξωτερικών μεταδόσεων και τους αφήνει να περιμένουν τα «καλύτερα». Σε λίγη ώρα η Αμερική παρακολουθεί σε απευθείας σύνδεση το χρονικό του τρόμου. Ο τρόπος με τον οποίο ο Σκοτ συγχρονίζει τον παλμό και την αγωνία ολόκληρης της κοινωνίας με την προσπάθεια και την αγωνία των ηρώων του είναι υποδειγματικός για μια περιπέτεια που θέλει να ακουμπήσει πάνω σε σταθερές αξίες του Χόλιγουντ.

Η δύναμη του κλασικού αμερικανικού σινεμά είναι οι μύθοι του και οι ήρωές του. Οι τελευταίοι συνήθως είναι άνθρωποι βγαλμένοι από το ανώνυμο πλήθος. Είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, που υπερβαίνουν τα όριά τους και παράλληλα συνομιλούν με τον κοινό θνητό στη γλώσσα που αυτός καταλαβαίνει. Σήμερα με αυτό το μοντέλο σαν οδηγό, ο Σκοτ έφτιαξε μια ξέφρενη περιπέτεια για τα μούλτιπλεξ, η οποία όμως έχει και κάτι να αφήσει στον θεατή.

Πριν από είκοσι πέντε χρόνια, στο αμερικανικό «Τρένο της μεγάλης φυγής» του Ρώσου Αντρέι Κοντσαλόφσκι, από την ίδια ιδέα του ακυβέρνητου τρένου βγήκε μια αλληγορία γύρω από τη φυγή από τα γκουλάγκ της Σιβηρίας, που πήρε διαστάσεις υπαρξιακές και φιλοσοφικές γύρω από τις έννοιες της ζωής, του θανάτου και της ελευθερίας.

Δείτε

Εχεις μόνο 100 λεπτά… Ασταμάτητο (Unstoppable, 2010)

Το εμβληματικό «Τρένο της μεγάλης φυγής» μεταλλάχτηκε σε μια περιπέτεια με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και αλληγορικές διαστάσεις γύρω από τις έννοιες της υπευθυνότητας και της αυτοθυσίας. Μια ντιζελομηχανή, που σέρνει βυτία με επικίνδυνο τοξικό φορτίο, τρέχει ακυβέρνητη στο σιδηροδρομικό δίκτυο της Πενσυλβανίας. Ενας βετεράνος μηχανοδηγός και ένας νεαρός προϊστάμενος μιας άλλης εμπορικής αμαξοστοιχίας θα επιχειρήσουν με κίνδυνο της ζωής τους να σταματήσουν το ακυβέρνητο τρένο. Το «Ασταμάτητο» έχει ελάχιστα ψηφιακά εφέ. Οι σκηνές δράσης γυρίστηκαν με τον παραδοσιακό τρόπο, με κασκαντέρ για τις επικίνδυνες σκηνές δράσης. Παίζουν: Ντένζελ Ουάσινγκτον, Κρις Πάιν, Ροζάριο Ντόουσον. (Προβάλλεται στις αίθουσες)

Το τρένο της μεγάλης φυγής (Runaway Train, 1985)

Στη δεύτερη ταινία του Αντρέι Κοντσαλόφσκι στο Χόλιγουντ όλα παραπέμπουν εμμέσως στα σταλινικά γκουλάγκ. Ενας ισοβίτης, ένα «θηρίο» που μετά τις απανωτές αποδράσεις του έχει γίνει σύμβολο ελευθερίας σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας στην Αλάσκα, το σκάει για μια ακόμη φορά προκαλώντας τον θηριοδαμαστή του, τον σαδιστή διευθυντή της φυλακής, σε μια θανάσιμη περιπέτεια στους πάγους. Στην απόδραση τον ακολουθεί και ένας νεαρός μποξέρ, που δεν έχει ιδέα πώς να διαχειριστεί την ελευθερία του. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας διαδραματίζεται σε ένα ακυβέρνητο τρένο, στο οποίο επιβαίνουν οι δύο δραπέτες και μία γυναίκα. Το σενάριο βασίζεται σε μια ιστορία του Ακίρα Κουροσάβα. Με Γιον Βόιτ, Ερικ Ρόμπερτς, Ρεμπέκα ντε Μορνέ, Κένεθ Μακ Μίλαν. (Σε dvd)

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή