Νιώθοντας ανέκαθεν εικαστική, θα μιλήσω για τη Μαρία και για τον ζωγράφο της από τη δική μου τη σκοπιά, παίρνοντας για αντικείμενο και το ίδιο το σώμα του βιβλίου. Σ’ ένα από τα μικρά κεφάλαια που συνθέτουν τη «Γυναίκα του ζωγράφου», η Μαρία μας πληροφορεί ότι πριν από μισόν αιώνα, στο Λονδίνο, αρραβωνιασμένη μ’ έναν άλλο νέο, γνώρισε τον Αλκη τον Πιερράκο και υπακούοντας σε μια διαισθητική παρόρμηση -που δεν ήταν ούτε coup de foudre ούτε coup de tete- του πρότεινε επιτόπου να την παντρευτεί. Ο Αλκης δέχθηκε -και τώρα η Γυναίκα του ζωγράφου αναρωτιέται ποιος να ‘ταν ο μαγνήτης που έκανε τον μαζοχισμό της να επιλέξει τον θύτη της, με τον οποίο άλλωστε δεν έχει πάψει να ζει!
Καλή ερώτηση, σκέφθηκα, όμως δεν είναι λίγο σαν να επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο προσπαθώντας να διαυγάσει τη μοίρα της με τα επαγγελματικά μέσα του ψυχαναλυτή, αλλά με την καρδιά τής εσαεί ερωτευμένης συζύγου; Βέβαια, αν η συμβίωση είχε σκοτώσει τον έρωτα για τον ζωγράφο, ο γάμος και η μελέτη αυτή δεν θα υπήρχαν. Να όμως που κρατώ στα χέρια μου αυτό το μικρό βιβλίο, όπου το κείμενο της Μαρίας εναρμονίζεται τόσο βαθιά με το σχέδιο του Αλκη που το κοσμεί.
Σε ερώτησή μου, η Μαρία με πληροφόρησε ότι το σχέδιο αυτό ανήκε στην κόρη τους, η οποία συμβούλεψε τους γονείς της, απ’ όλα τα σχέδια που διέθεταν να προτιμήσουν για εξώφυλλο του βιβλίου της αυτό. Σοφή επιλογή αυτόπτη μάρτυρα του γάμου, αφού το σχέδιο, όπως το κείμενο, με τον τρόπο του τα λέει όλα!
Τα σχέδια δεν διαθέτουν λέξεις για αναλύσεις. Αλλο δεν έχουν από γραμμές και κενά. Τα κοιτάζεις, είναι αυτό που είναι, πρέπει όμως και να τα διαβάσεις. Και εδώ διαπιστώνω πως κείμενο και σχέδιο δένουν σ’ άλλον ένα γάμο – κι αν προσθέσουμε την κόρη τους με την επιλογή της, ιδού μια ολοκληρωμένη οικογένεια!
Αδυσώπητες πιέσεις
Τι εξομολογείται, λοιπόν, σ’ αυτό το σχέδιο ο Πιερράκος; Η ψυχοσύνθεση του ζωγράφου εκδηλώνεται μ’ ένα τρόπο λυρικό, μουσικό θα έλεγα σαν σονάτα για πιάνο και βιολοντσέλο, εικονίζοντας τη διαμάχη ενός ζεύγους με ασύμβατα μέσα. Λεπτότατες, αισθαντικές γραμμές προχωρούν τρυφερά για να μεταβληθούν σε αδυσώπητες πιέσεις και να συνθέσουν εν μέσω εκρήξεων ένα σύνολο παράξενα φωτεινό. Το ανδρικό προφίλ επάνω αριστερά διεκδικεί αυταρχικά το γυναικείο πρόσωπο που ατενίζει, εκείνο όμως αποστρέφεται, σε βάθος χρόνου θαρρείς, με μια κίνηση γεμάτη λύπη.
Ανάμεσα στις γλαφυρές καμπύλες της θηλυκότητας και το διογκωμένο στέρνο του ανδρός η γραφίδα του εξπρεσιονιστή έχει εκδηλώσει με πολλά σκοτεινά σημάδια όσα δεν βρίσκονται λέξεις για να ειπωθούν. Ωστόσο, η θλίψη της γυναίκας δεν φανερώνει κακία ούτε απελπισία. Με καρτερία μοιάζει να έχει αποδεχθεί το προφανές: ότι πάντα θ’ ανήκει εδώ, στον κόσμο αυτό, τον δικό μας, όπου η ουρίτσα του σατύρου, και γενικότερα του διαβόλου, δεν παύει να εικονίζεται εμφαντικά…
Στο σχέδιο αυτό, το μόνο που ξεφεύγει απ’ τη μελωδική απεικόνιση μιας συναισθηματικής αντιπαράθεσης, το μόνο που επιστρέφει στην πεζή πραγματικότητα είναι η υπογραφή του Καλλιτέχνη που μας πείθει ότι στη μεγάλη ανάγκη ξέρει κι αυτός, όταν δεν μελωδεί αλύπητα με τις γραμμές του, να καταφύγει στη γραφή με αυτοπειθαρχία.
* Η Νέλλη Ανδρικοπούλου είναι συγγραφέας. Το κείμενο που δημοσιεύεται σήμερα στην «Κ» είναι απόσπασμα ομιλίας που έδωσε στις 10 Φεβρουαρίου 2011, στο βιβλιοπωλείο της Εστίας.