Στα άδυτα της τέχνης των Αλταμούρα

Στα άδυτα της τέχνης των Αλταμούρα

5' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το γνωστό όνομα της οικογένειας είναι η Ελένη Αλταμούρα, η ζωγράφος που ντύθηκε άνδρας για να σπουδάσει στην Ιταλία. Ομως όλα τα μέλη αυτής της οικογένειας που έζησαν το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ο σύζυγος της Ελένης, Σαβέριο Αλταμούρα, και οι δύο γιοι της, ο Ιωάννης και ο Αλέξανδρος, ζωγράφιζαν. Στις 31 Μαρτίου (και μέχρι 22 Μαΐου) εγκαινιάστηκε στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς μια μεγάλη έκθεση που θέλει να ανασυστήσει -σχεδόν να αναστήσει- το περιβάλλον και τις σχέσεις αυτής της ιδιαίτερης όσο και ταλαντούχου οικογένειας. Κεντρικό πρόσωπο σ’ αυτή την έκθεση δεν θα είναι η Ελένη Αλταμούρα, αλλά ο γιος της Ιωάννης, που παρ’ ότι πέθανε μόλις στα 26 του χρόνια, πρόλαβε να αφήσει πίσω του πολλά έργα. Η επιμελήτρια της έκθεσης, Ελένη Κυπραίου, τα τελευταία δώδεκα χρόνια αναζητεί παντού έργα του Ιωάννη Αλταμούρα. Και κατάφερε να βρει πολλά. Ετσι, το μεγαλύτερο μέρος των έργων αλλά και των αντικειμένων που θα δούμε στο Μουσείο Μπενάκη εμφανίζονται για πρώτη φορά στο κοινό.

Μόνο που δεν πρόκειται για μια έκθεση παράθεσης έργων. Τα έργα των Αλταμούρα θα συνοδεύουν έγγραφα, επιστολές, φωτογραφίες, σχέδια, σημειωματάρια. Ολα προέρχονται από το σπίτι των Σπετσών.

«Προσπαθήσαμε να κάνουμε μία αναπαράσταση του σπιτιού των Σπετσών γιατί μόνο αν δει κανείς το σπίτι μπορεί να καταλάβει τι θα πει σπίτι των Αλταμούρα», λέει στην «Κ» η Ελένη Κυπραίου. «Είναι φορτωμένο από πάνω μέχρι κάτω με έργα τέχνης, είτε εκείνα που αντάλλασσε η Ελένη με άλλους ζωγράφους, είτε εκείνα που δίνονταν ως δώρα στον γιατρό Δημητριάδη (σ.σ. τον ανιψιό της οικογένειας, που συγκέντρωσε και διέσωσε αυτή την τεράστια κληρονομιά). Στους τοίχους αυτού του σπιτιού υπάρχει μια σημαντική συλλογή με χαρακτικά που έχουν θέμα την Επανάσταση του ’21 ή τα λιμάνια απ’ όπου πέρασε ο Ιωάννης. Σ’ αυτό το σπίτι, που είναι μαγικό εξωτερικά και μαγικό εσωτερικά και τίποτα δεν πειράχτηκε τα τελευταία 60 χρόνια, τα έργα είναι το ένα πάνω στ’ άλλο ή το ένα μέσα στ’ άλλο. Υπάρχουν εξαιρετικές φωτογραφίες με πολύ ενδιαφέρον υλικό και όλα τα πρόσωπα της οικογένειας, ξεκινώντας από τον Ιωάννη Μπούκουρα, τον πατέρα της Ελένης. Στους τοίχους κρέμεται το δίπλωμα του Οθωνα, που ονομάζει τον Ιωάννη Μπούκουρα πλοίαρχο του ελληνικού στόλου. Υπάρχει ένα θαυμάσιο μικρό πορτρέτο της Ελένης Αλταμούρα, που πρέπει να είναι το τελευταίο μικρό σχέδιο που απεικονίζει τον εαυτό της. Είναι μια οικογένεια ταυτισμένη με την Επανάσταση του ’21, με παρονομαστή τη θάλασσα».

Η Ελένη Κυπραίου μιλάει με ενθουσιασμό και συγκίνηση για τα πρόσωπα αυτής της οικογένειας, με την οποία συνδέθηκε τα 20 τελευταία χρόνια. Κυρίως είναι γοητευμένη από την προσωπικότητα της Ελένης και του Ιωάννη. «Εχουμε ελάχιστα έργα της Ελένης στα χέρια μας. Δεν ξέρουμε τι έκανε όταν έφυγε από την Ιταλία, πιθανότατα άφησε αρκετά πίσω της. Αυτό που δείχνει τον χαρακτήρα και τη δομή της είναι ότι πήρε πίσω βιβλία με φιλοσοφικό και φιλολογικό περιεχόμενο, με ιστορικό και φιλοσοφικό περιεχόμενο. Στήσαμε μια εικονική πραγματικότητα του σπιτιού με τα έργα της Ελένης μπαίνοντας στην έκθεση. Στη συνέχεια υπάρχουν λίγα έργα του Σαβέριο και ελάχιστα του Αλέξανδρου. Αυτό που αναβιώνει το κλίμα είναι οι φωτογραφίες, τα έγγραφα, οι επιστολές και η προσπάθεια να στήσουμε την αρχιτεκτονική του σπιτιού. Προσπαθήσαμε να δείξουμε στον κόσμο πώς έχει εξελιχθεί η οικογένεια, από τον Ιωάννη Μπούκουρα μέχρι σήμερα. Ακολουθεί η κυρίως αίθουσα όπου βρίσκονται τα έργα του Ιωάννη, 50 λάδια μεγάλου μεγέθους. Είναι έργα με θέμα τη Δανία όπου ο Ιωάννης βρέθηκε με υποτροφία του βασιλιά Γεωργίου του Α΄.

Η διαδρομή των έργων, των αντικειμένων, των φωτογραφιών και των επιστολών θα συμπληρώνεται από οθόνες: στη μία θα μιλούν οι δύο απόγονοι της Ελένης Αλταμούρα, μια άλλη θα δείχνει τα σημειωματάρια της Ελένης. «Δείχνουμε τα τετράδια της Ελένης με τα μαγικά και τις μαγγανείες. Θα δείξουμε ένα κοινό τετράδιο της Ελένης και του Ιωάννη όταν γύρισε από τη Δανία, το 1876. Μια εσωτερική αλληλογραφία αισθημάτων και καταστάσεων μάνας και γιου με κείμενα και ζωγραφιές», εξηγεί η Ελένη Κυπραίου. Ο Ιωάννης ήταν τότε 24 ετών και ήδη άρρωστος από φυματίωση. Πέθανε δύο χρόνια μετά…

Ζωγράφιζε από μνήμης πριν κοιμηθεί

Ο Ιωάννης Αλταμούρας ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος. «Ηταν όμορφος, καλός, ευγενής, ερωτεύσιμος, σπουδαίος καλλιτέχνης. Ετυχε να είναι καλός και ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης» περιγράφει η επιμελήτρια της έκθεσης. Και επιμένει ότι «δεν μπορεί κανείς να παρουσιάσει τον Ιωάννη χωρίς να παρουσιάσει την Ελένη. Η μοίρα τους, έτσι όπως εξελίχθηκε η ζωή του, ήταν αλληλένδετη». Ο Ιωάννης ακολούθησε τη μητέρα του όταν εκείνη εγκατέλειψε την Ιταλία και τον Σαβέριο. Τον πατέρα του και τον αδελφό του, Αλέξανδρο -που έμεινε με τον πατέρα του- τον είδε μία και μοναδική φορά, δύο χρόνια πριν πεθάνει.

Από τα περίπου 200 έργα της έκθεσης, τα 150 είναι του Ιωάννη, ο οποίος «δούλευε από μνήμης. Ταξίδευε πολύ και ζωγράφιζε τα βράδια πριν κοιμηθεί, ή όταν επέστρεψε στις Σπέτσες. Κυρίως σχεδίαζε όσα είχε δει τα χρόνια που έζησε και σπούδασε στη Δανία». Η διαδρομή της έκθεσης ολοκληρώνεται με τις ακουαρέλες και τα σχέδια του Ιωάννη, με τα έργα-«παραγγελίες» με θέμα τον Αγώνα και με την προβολή του δραματοποιημένου ντοκιμαντέρ της Κλεώνης Φλέσσα.

Τι γράφει η Ρέα Γαλανάκη

Την έκθεση θα συνοδεύει και μια έκδοση. «Δεν είναι ούτε καταλογος ούτε διατριβή, αλλά ένα βιβλίο που απευθύνεται στο ευρύ κοινό. Τίτλος του, «Ιωάννης Αλταμούρας, η ζωή και το έργο του». Είναι μια προσέγγιση επιστημονική και ανθρώπινη», λέει η Ελένη Κυπραίου. Στις σελίδες αυτού του βιβλίου φιλοξενείται κείμενο της συγγραφέως Ρέας Γαλανάκη, η οποία έχει καταπιαστεί με τη ζωή της Ελένης Αλταμούρα στο βιβλίο της «Ελένη ή ο Κανένας» και σ’ αυτή την έκδοση εξιστορεί την ιστορία της Ελένης, αλλά και ξένων μελετητών του έργου της οικογένειας Αλταμούρα. Κείμενα που μας δίνουν την ευκαιρία να προσεγγίσουμε το περιβάλλον, την εποχή, τους ανθρώπους:

«Πατέρας της υπήρξε ο Σπετσιώτης Γιάννης Χρυσίνης, γνωστός σαν Γιάννης Μπούκουρας ή Μπούκουρης. Η επίσης Σπετσιώτισσα μάνα της Ελένης, η Μαρία Κυριακού, προερχόταν από τις επιφανείς στον Αγώνα, και στο νεοελληνικό κατόπιν κράτος, οικογένειες Κυριακού και Μπόταση. Πλοιοκτήτης, φιλικός και ναυμάχος του 1821, ο Γιάννης Μπούκουρας δεν δίστασε να θυσιάσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του υπέρ του Αγώνα. Αυτός ο άντρας, ο αγράμματος, πλην όμως φωτισμένος, αποφάσισε να γίνει το 1844 ο θεατρώνης του πρώτου, και μοναδικού τότε, λιθόκτιστου θεάτρου της Αθήνας, του γνωστού ως «Θεάτρου Μπούκουρα» ή «Θεάτρου των Αθηνών». Κατά την οικογενειακή παράδοση ο Γιάννης Μπούκουρας εξοικονόμησε τα χρήματα για την αγορά -σε πλειστηριασμό- του θεάτρου το 1844 από τον Ιταλό ιδιοκτήτη του Σανσόνι, που το είχε κτίσει και το λειτουργήσει πέντε μόλις χρόνια, με την πώληση του τελευταίου κανονιοφόρου πλοίου του, του «Θαλάσσιου Ιππου»», γράφει η Ρέα Γαλανάκη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή