Στομφώδης ρητορεία και εντυπωσιασμός

Στομφώδης ρητορεία και εντυπωσιασμός

1' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Προσκεκλημένη για την επέτειο των είκοσι χρόνων του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, στις 21 και 22 Μαρτίου, η ορχήστρα της Εθνικής Ακαδημίας της Αγίας Καικιλίας της Ρώμης υπό τη διεύθυνση του Αντόνιο Παπάνο, παρουσίασε δύο διαφορετικά προγράμματα στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης».

Αρχιμουσικός που διευθύνει κυρίως μελοδράματα με προτίμηση στα ιταλικά, ο Παπάνο ξεκίνησε και τα δύο προγράμματα με μια εισαγωγή, την πρώτη βραδιά από την «Αΐντα» του Βέρντι, τη δεύτερη από τη «Σεμιράμιδα» του Ροσίνι. Στην περίπτωση της «Αΐντας» επέλεξε την πομπώδη εκδοχή που συνέθεσε ο Βέρντι για την πρώτη παρουσίαση της όπεράς του στο Μιλάνο, αλλά τελικά εγκατέλειψε προς όφελος του γνωστού, χαμηλόφωνου Πρελούδιου.

Η συγκεκριμένη επιλογή ήταν ενδεικτική του ποιοτικού στίγματος της συναυλίας. Ετσι, λίγο αργότερα, στην πρώτη Συμφωνία του Μάλερ, ο Παπάνο περιορίστηκε στα επιφαινόμενα. Στο πρώτο μέρος οι μελωδίες κυλούσαν με μεγάλη ρευστότητα, αποβαίνοντας κάποτε εις βάρος της σαφούς άρθρωσης. Το ρυθμικό δεύτερο μέρος ήταν ιδιαίτερα χαρούμενο αλλά χωρίς χαρακτήρα, το παιδικό τραγούδι του τρίτου μέρους τρυφερό αλλά διόλου πένθιμο, οι εντάσεις στο τέλος ηχούσαν απλώς εκκωφαντικές. Από πουθενά δεν πρόβαλε η αγωνία του συνθέτη. Τη θέση των έντονων συναισθημάτων είχε πάρει η μίμησή τους. Αμέσως μετά, εκτός προγράμματος, ο Παπάνο επανήλθε γεμάτος ενθουσιασμό στο αγαπημένο του ρεπερτόριο, επιβεβαιώνοντας ότι ο Μάλερ υπήρξε απλή παρένθεση: έλαμψε με το ιντερμέδιο από τη «Μανόν Λεσκώ» του Πουτσίνι και μ’ έναν κουτσουρεμένο «Χορό των Ωρών» από την «Τζοκόντα» του Πονκιέλι, σβήνοντας οριστικά κάθε ανάμνηση του Μάλερ.

Η δεύτερη συναυλία άφησε καλύτερες εντυπώσεις καθώς οι «Κρήνες» και τα «Πεύκα της Ρώμης» του Ρεσπίγκι που περιελάμβανε, είναι έργα περιγραφικά και ανήκουν πολύ περισσότερο στην παράδοση της συγκεκριμένης ορχήστρας. Η στομφώδης ρητορική και ο ενορχηστρωτικός ηδονισμός της μουσικής αποδόθηκαν με επιτυχία.

Αέρινος Μπερεζόφσκι

Κάθε βραδιά περιλάμβανε επίσης από ένα έργο για πιάνο και ορχήστρα. Σολίστ ήταν ο χαρισματικός Ρώσος Μπορίς Μπερεζόφσκι. Για το πρώτο Κοντσέρτο του Φραντς Λιστ (21 Μαρτίου) ο πιανίστας διέθετε την εκρηκτική δύναμη και το μέγεθος του ήχου, όπως επίσης τη διαφάνεια, την ακρίβεια και τη λεπτότητα για τα τρυφερά αργά μέρη με διάθεση νυκτερινού.

Την επομένη είχε σειρά η «Ραψωδία σε ένα θέμα του Παγκανίνι» του Ραχμάνινοφ. Ταχύτατος, αέρινος, ακριβής, ο Μπερεζόφσκι ήταν ανάλαφρος όποτε το έργο απαιτούσε διαφάνεια, αλλά στιβαρός όταν το πιάνο έπρεπε να ανταγωνιστεί τη μεγάλη συμφωνική ορχήστρα. Η διαμόρφωση των φράσεων χαρακτηρίστηκε από ρωμαλεότητα, γενναιοδωρία και απέφυγε τη συνήθη γλυκερότητα. Ο έλεγχος του πιάνου ήταν εντυπωσιακός, η ερμηνεία φανερά βιωμένη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή