Ατελείς και τέλειες μεταμορφώσεις

Ατελείς και τέλειες μεταμορφώσεις

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΕΛΠΩ ΑΞΙΩΤΗ
Η μεταμόρφωση της χρυσαλλίδας
σκην.: Νίκος Χατζόπουλος
Φεστιβάλ Αθηνών

ΘΟΔΩΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ
Το Παρτάλι
σκην.: Στέλιος Κρασανάκης
Φεστιβάλ Αθηνών

Την περιμέναμε πολύ και πολλοί αυτή την Αξιώτη. Με άξιο, ευαίσθητο σκηνοθέτη, «μεταποιητή» κι ενορχηστρωτή της βραδιάς τον Νίκο Χατζόπουλο. Με την ξεχωριστή, ευρείας γκάμας κι εμπειρίας ηθοποιό Σοφία Σεϊρλή να ερμηνεύει τη συνέχεια αυτού, που μας είχε συναρπάσει 18 χρόνια πριν, συνυπεύθυνη και στην επιλογή – σύνθεση του υλικού της παράστασης. Με τη Μαγιού Τρικεριώτη να προσθέτει το ταλέντο της στα σκηνικά και κοστούμια, τον Νίκο Μαστοράκη να αναλαμβάνει τη μουσική επιμέλεια, κι ένα εκλεκτό επιτελείο να πλαισιώνει την προσπάθεια. Μην ξεχνάμε, οι «Δύσκολες νύχτες» της Μ. Αξιώτη το 1993, μεγάλη επιτυχία της Σεϊρλή σε σκηνοθεσία και δραματοποίηση του μύστη των μονολόγων Γιάννη Ρήγα, είχε συμβάλει στην καθιέρωση των μονοπρόσωπων, δραματοποιημένων κειμένων της λογοτεχνίας μας, που κατέκτησαν τα επόμενα χρόνια σκηνές και συνειδήσεις.

Τι να φταίει λοιπόν που η Χρυσαλλίδα δεν βγήκε καν από το κουκούλι της; Μήπως η επιλογή και σύνθεση του υλικού (άνευρη μείξη, συχνά αδιάφορη, ανιδεολόγητη για τα βιογραφικά δεδομένα της συγγραφέως); Μήπως έφταιξε η τόση χρονική, υφολογική, ψυχολογική απόσταση ανάμεσα στο πρώτο και τελευταίο της βιβλίο, απ’ όπου προήλθε το κείμενο; Μήπως ο διπλός μονόλογος, ζωντανός και ηχογραφημένος, που ποτέ δεν συνάντησε ο ένας τον άλλον, που δεν έγινε ποτέ διάλογος, παιχνίδι, δράση μεταξύ τους; Μήπως έφταιξε η σεμνότητα των σκηνοθετικών ιδεών και η εμπιστοσύνη σε μια ουσία που έμεινε όμως αμετουσίωτη; Μήπως έφταιξε το σκηνικό με τα λευκά καλύμματα στα σωρευμένα, ογκώδη έπιπλα -ως αέναη μετακόμιση – μετανάστευση μιας ζωής- που έπνιξε ερμηνεύτρια και λόγο καθιστώντας τους κουρασμένους και κουραστικούς; Μήπως η τόσο πετυχημένη -και εμφανισιακά- μεταμόρφωση της Σεϊρλή σε γηράσκουσα Αξιώτη συμπαρέσυρε την ερμηνευτική της ορμή σ’ ένα πέταγμα παραίτησης ενώ θα χρειαζόταν διαφορετική δυναμική – αν όχι αεροδυναμική;

Ο,τι κι αν έφταιξε, επιβεβαιώνει το αστάθμητο του θεατρικού αποτελέσματος. Οπου μπορεί να είναι όλα εκεί, αλλά να λείπει το ένα: που το λένε μαγεία, έμπνευση, και που μπορεί μόνο του να μεταμορφώσει κάθε νύμφη λεπιδόπτερου εντόμου σε θεατρική πεταλούδα υπέροχων σταθμών και πτήσεων.

«Το Παρτάλι»

Ποιος καταλληλότερος από έναν ψυχίατρο – δραματοθεραπευτή και έμπειρο πια σκηνοθέτη κειμένων, παρακείμενων στην ιατρική του ιδιότητα, σαν τον Στέλιο Κρασανάκη θα μπορούσε να αναλάβει ένα «Παρτάλι» (παλιόρουχο) και να το σώσει από την ευτέλεια και τη χλεύη; Και ποιος ερμηνευτής καταλληλότερος από τον, έμφυτης ευγένειας και σκηνικής λεπτότητας, αλλά δυναμικών τόνων και κωμικοτραγικών αποχρώσεων, Χρήστο Στέργιογλου θα μπορούσε να το ερμηνεύσει; Η πρώτη προϋπόθεση ευτυχούς συνεργασίας πάνω στο κείμενο του Θόδωρου Γρηγοριάδη που «ακροβατεί στην επικίνδυνη κορυφογραμμή της έμφυλης ταυτότητας» ήταν εξαρχής δεδομένη και εδώ. Μόνο που εδώ, το αποτέλεσμα υπερέβη τις προϋποθέσεις και τις προσδοκίες.

Η γενικότερη ματιά του μονολόγου από τον Κρασανάκη, μινιμαλιστική ως προς τον σκηνικό χώρο και ηθοποιο-κεντρική ως προς το εύρος και την εκτίναξη του κειμένου, καθοριστικής σημασίας. Το κείμενο μιλάει για ένα χωριατόπαιδο αναγκασμένο από τη μάνα του να ντύνεται σαν κορίτσι και για τη σταδιακή μεταμόρφωση αυτής της ακούσιας μεταμφίεσης σε εκούσια παρενδυσία. Πλάι και μέσα από τη προσωπική περιπέτεια του αγοριού, η βουλγαρική κατοχή της ανατολικής Μακεδονίας, οι αντάρτες του Παγγαίου και από κοντά η κοινωνία και η μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας έως το 1991. Ηταν υπαρκτό πρόσωπο το Παρτάλι ή χύμευση στοιχείων άλλων προσώπων, καταστάσεων και περιστατικών; Σ’ ένα βίντεο (του Χρήστου Δήμα) που προβάλλεται πριν από την παράσταση, μαρτυρίες γνωστών προσωπικοτήτων του θεάματος επιμένουν σε περιστατικά και λεπτομέρειες από τη γνωριμία τους με το Παρτάλι τόσο γοητευτικές και πειστικά εξιστορημένες, που λες, εγώ πού ήμουν και δεν το γνώρισα; Σημασία λοιπόν δεν έχει η ύπαρξή του αλλά η γοητεία του μύθου του. Η μετάβαση από τη στενότερη στην ευρύτερη έννοια της μεταμφίεσης, της αλλαγής ρόλων, της παραλλαγής ρούχων, διαθέσεων και φύσεων.

Το μέτρο, η ακρίβεια, ο οίστρος, οι αστραπιαίες, μπρεχτικές μεταπτώσεις του Στέργιογλου, οι πονηρές σιωπές, τα υπονοούμενα, οι υπαινικτικές προεκτάσεις του από το ιδιωτικό στο ιστορικό, από το φυσικό στο μεταφυσικό, από τη φθορά και τη διαφθορά στη λάμψη και την αναγνώριση, του προσδίδουν εκτός από τον ερμηνευτικό του θρίαμβο και διαστάσεις προσωποποίησης της πολυκύμαντης ελληνικής πραγματικότητας. Ωρα λαμπρή. Μια ιαματική σφήνα τέχνης ανάμεσα σε έρωτα, θάνατο, φόβο, φθορά, διαφθορά, σκηνή, ζωή, κρίση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή