Πειρατές, γεράκια και… θησαυροί

Πειρατές, γεράκια και… θησαυροί

4' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Εχεις ιδέα πώς μπορεί να έμοιαζε ένα μεσαιωνικό χωριό σε ένα νησί του Αιγαίου;», με ρώτησε ο Φρόντις, παρ’ όλο που γνώριζε την απάντηση. «Οχι, δεν έχω την παραμικρή ιδέα. Ξέρεις εσύ πώς έμοιαζε;», τον ρώτησα και εγώ με τη σειρά μου, παρ’ όλο που επίσης γνώριζα ότι γνώριζε. Εγειρα αναπαυτικά στο κάθισμα του σκάφους και περίμενα να ξεκινήσει άλλον έναν από τους γοητευτικούς πολύωρους μονολόγους του, με τους οποίους συνηθίζει να μου «ζωγραφίζει» με κάθε λεπτομέρεια την εικόνα, αλλά αντί γι’ αυτό μου απάντησε: «Πάμε να σου δείξω ένα τέτοιο χωριό. Διατηρείται σχεδόν άθικτο, και είναι πραγματικά εντυπωσιακό!».

Ετσι έφτασα για πρώτη φορά στη ζωή μου στη Σαρία, το μικρό νησί στη βόρεια άκρη της Καρπάθου.

«Στον χάρτη φαίνεται μικρό, αλλά όπως βλέπεις δεν είναι καθόλου μικρό», μου είπε ο καπετάνιος καθώς το πλησιάζαμε από τα βόρεια. «Το μήκος του είναι περίπου οκτώ χιλιόμετρα, και το πλάτος του πέντε. Η ψηλότερη κορυφή του, το Παχύ Βουνό, ορθώνεται στα 629 μέτρα. Στα 21 τετραγωνικά χιλιόμετρα της επιφάνειάς του, έχουν «χωρέσει» τα πάντα: ένα εντυπωσιακό φαράγγι με κάθετα τοιχώματα, μέσα στην κοίτη του οποίου περνάει μονοπάτι. Μια σπηλιά με ένα τεράστιο άνοιγμα όπου φωλιάζουν γεράκια. Ενα πυκνό πευκοδάσος. Πέντε κάτασπρα ξωκλήσια σκορπισμένα στις γωνιές και το κέντρο του νησιού. Κάθετοι βράχοι όπου φωλιάζουν μαυροπετρίτες (Falco eleonorae), πετρίτες (Falco peregrinus), και η σπανιότατη αετογερακίνα (Bufeo rufinus)».

«Παραλίες όμως δεν έχει», παρατήρησα καθώς περιπλέαμε τη δυτική ακτή. «Ναι, σε αυτή την πλευρά του νησιού η ακτή είναι απόκρημνη, βιότοπος των Αιγαιογλάρων και των γερακιών. Στην ανατολική ακτή, υπάρχουν πολλές μικρές βοτσαλένιες γωνιές και πολλές θαλασσοσπηλιές με βοτσαλένιους μυχούς, αλλά εκεί δεν θα πλησιάσουμε γιατί είναι οι φωλιές όπου ξεκουράζονται και μεγαλώνουν τα μικρά τους οι φώκιες Monachus monachus». «Και εμείς πού θα κολυμπήσουμε;», τον ρώτησα κοιτώντας τα πεντακάθαρα, διάφανα σαν κρύσταλλο νερά. «Στη βορειοανατολική γωνιά του νησιού, στον όρμο Παλάτια», μου απάντησε ο Φρόντις, δείχνοντάς μου το σημείο στον αδιάβροχο πεζοπορικό χάρτη της Terrain. «Εκεί έχει μια ωραία βοτσαλένια παραλία με μεγάλα αρμυρίκια για σκιά και έναν πολύ βολικό τσιμεντένιο μόλο για να δέσουμε το σκάφος μας».

Ενα άθικτο μεσαιωνικό χωριό, με μινωικές ρίζες!

Γλιστρώντας με χαμηλή ταχύτητα μέσα στον όρμο των Παλατιών, ξεδιπλώθηκε μπροστά στα μάτια μας μια μαγική εικόνα: τα κατάλευκα βότσαλα της παραλίας, τα κάθετα τοιχώματα του φαραγγιού πίσω της, και στους λόφους δεξιά και αριστερά δεκάδες κτίσματα με θολωτές στέγες και καμάρες, πολύ καλά διατηρημένα, σαν να κατοικούνταν. Ο Φρόντις πρόλαβε την ερώτησή μου. «Αυτό είναι το μεσαιωνικό χωριό που σου έλεγα. Το λένε Παλάτια. Τα κτίρια που βλέπεις είναι τα σπίτια όπου έμεναν οι κάτοικοι του χωριού, και είναι του 7ου – 10ου αιώνα. Πολλά από αυτά είναι θεμελιωμένα ή χτισμένα με υλικό του προγενέστερου οικισμού που υπήρχε εδώ από τα χρόνια των Μινωιτών, τον 15ο αιώνα π.Χ! Εκείνος ο οικισμός αναπτύχθηκε σιγά σιγά και κατέληξε να γίνει μια μεγάλη πόλη, η αρχαία Νίσυρος, με λαμπρά κτίρια και ιερά, όπως ο ναός του Πορθμείου Ποσειδώνος στο στενό Σαρίας-Καρπάθου. Η ζωή στην πόλη συνεχίστηκε αδιάκοπα ώς το έτος 647, οπότε τη λεηλάτησαν οι Σαρακηνοί πειρατές. Μετά τη λεηλασία, όμως, εγκαταστάθηκαν οι ίδιοι εδώ, αφού το μέρος ήταν ιδανικό λημέρι και ορμητήριο για τις πειρατείες τους. Κατοίκησαν σε αυτά τα σπίτια για τρεις αιώνες, ώς το έτος 961 που τους έδιωξε ο Νικηφόρος Φωκάς, ο Βυζαντινός στρατηγός».

Δέσαμε το σκάφος μας στον μόλο, φορέσαμε τα πεζοπορικά μας αρβυλάκια και βγήκαμε στην ξηρά. Στη σκιά κάτω από ένα αρμυρίκι συναντήσαμε δύο παιδιά που εργάζονται στον Φορέα Διαχείρισης Βόρειας Καρπάθου-Σαρίας, τη Βικτωρία Πακάκη και τον Ντίνο Πρωτόπαπα, να καταγράφουν κάποιες μετρήσεις. Καθίσαμε μαζί τους για λίγο, και μάθαμε ότι όλο το νησί, όπως και η βόρεια Κάρπαθος, είναι προστατευόμενη περιοχή ενταγμένη στο δίκτυο Natura 2000. «Αυτός ο σπάνιος βιότοπος φιλοξενεί 43 είδη πουλιών, 87 είδη φυτών πολλά από τα οποία είναι ενδημικά, και βέβαια τις φώκιες Monachus monachus», μας είπαν.

Αρωμα άλλων εποχών

Εχοντας μπροστά μας όλη τη μέρα, περπατήσαμε όλο το νησί από τη μια άκρη ώς την άλλη και πάλι πίσω, ακολουθώντας το βατό μονοπάτι. Από τα Παλάτια ανηφορίσαμε προς τα δυτικά, μέσα από την κοίτη του φαραγγιού, και βγήκαμε σ’ ένα οροπέδιο όπου υπάρχουν τα καλοδιατηρημένα σπίτια του εγκαταλειμμένου χωριού Αργος, τα χορταριασμένα χωράφια με τις πέτρινες πεζούλες και ένας εντυπωσιακός μικρός ανεμόμυλος με τον ξύλινο μηχανισμό του να διαλύεται σιγά σιγά… Από εκεί ανηφορίσαμε προς τα νότια, μέσα από τους φρυγανότοπους απ’ όπου ξεπετάγονταν κάθε τόσο κοπάδια από πέρδικες. Φτάνοντας στο διάσελο με τα κάθετα βράχια και τη μεγάλη σπηλιά, το μονοπάτι κατηφορίζει προς τα νότια. Διασχίσαμε το πυκνό πευκοδάσος, περάσαμε από οροπέδια με ελαιώνες και διάσπαρτες αγροικίες, διασχίσαμε βουνοπλαγιές σκεπασμένες με θυμάρια. Στο τέλος της πεζοπορίας μας, μαγεμένος από όλη αυτή την ομορφιά, ρώτησα τον Φρόντι: «Θα μπορούσες να μείνεις εδώ;». «Δεν είμαι πειρατής, ούτε γεράκι. Ο τόπος αυτός ανήκει στην ιστορία, στα πουλιά και στις φώκιες. Για εμάς, η ζωή είναι αλλού. Εδώ είμαστε απλώς ταπεινοί και προσεκτικοί προσκυνητές-επισκέπτες».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή