Ατίθαση, παραβατική, παντοδύναμη αγάπη

Ατίθαση, παραβατική, παντοδύναμη αγάπη

7' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα νέα για την αγάπη -αν μπορεί να ειπωθεί κάτι νέο όσον αφορά την αγάπη- είναι ότι μας επηρεάζει πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζαμε. Ποιητές και καλλιτέχνες βλέπουν εδώ και πολύ καιρό την αγάπη σαν το πρωταρχικό κίνητρο, αλλά ήδη στις αρχές του περασμένου αιώνα επιστήμονες και φιλόσοφοι την παραμέρισαν ως κοινωνικά και επιστημονικά άσχετη. Η αγάπη περιορίστηκε στην ιδιωτική σφαίρα, όπου μόνο γυναίκες, μυθιστοριογράφοι και ψυχαναλυτές υποτίθεται ότι θα της έδιναν μεγάλη προσοχή. Επειτα, μισό αιώνα αργότερα, βιολόγοι, οικονομολόγοι και ψυχολόγοι αποφάσισαν ότι η αγάπη τελικά είναι σημαντική και άρχισαν να κάνουν πειράματα για να προσδιορίσουν πόσο.

Τα πρώτα βήματα της επιστήμης της αγάπης φαίνονται, εκ των υστέρων, λίγο τρομακτικά. Πειράματα με στόχο να αποδείξουν ότι τα θηλαστικά προσκολλώνται στη μητέρα επειδή έχουν ανάγκη από αγάπη, και όχι μόνο τροφή, συχνά απαιτούσαν πραγματικό βασανισμό των ζώων. Ερευνητές άρπαζαν μωρά ζώα από τις μητέρες τους και τα έκλειναν σε κλουβιά για να δέιξουν ότι η ζωή χωρίς αγάπη είναι θλιβερή και τραυματική. Η επιστήμη της σεξουαλικής έλξης χρησιμοποίησε πιο καλοήθεις μεθόδους, μέχρι όμως να μπουν περισσότερες γυναίκες στο πεδίο και να αρχίσουν να κάνουν διαφορετικές ερωτήσεις, οι έρευνες έτειναν να παράγουν επιβεβαιώσεις των δυτικών ανδροκρατικών στερεοτύπων.

Οποια και αν ήταν τα αποτελέσματα, πάντως, οι έρευνες αυτές έκαναν τους επιστήμονες να εκτιμήσουν την κεντρική σημασία της αγάπης στη ζωή. Η αγάπη ή η έλλειψή της αποδείχθηκε ότι επηρεάζει όχι μόνο την ψυχή, αλλά και το σώμα. Οχι μόνο τον εγκέφαλο και τα γεννητικά όργανα, αλλά επίσης τις ορμόνες και την έκφραση των γονιδίων. Οχι μόνο την ευτυχία των ατόμων, αλλά επίσης την ακμή των κοινωνιών.

Σήμερα, η βιολογία θεωρείται ότι ενδυναμώνεται από την αγάπη. Ενα ποντίκι θα μεγαλώσει παχουλό και ήρεμο αν το γλείφει καλά η μητέρα του, νευρικό και ασθενικό αν το γλείφει λίγο ή καθόλου. Ο πολιτισμός θεωρείται και αυτός ενίοτε χειροτέχνημα της αγάπης ή τουλάχιστον αυτού που ο Δαρβίνος αποκάλεσε σεξουαλική επιλογή. Οι αθλητικοί αγώνες ή οι καλλιτεχνικοί διαγωνισμοί, ανάμεσα σε άλλες δαπανηρές και φαινομενικά άχρηστες εκδηλώσεις, έχουν επανερμηνευθεί ως το ανθρώπινο ισοδύναμο της ουράς του παγωνιού, τρόποι να επισημανθεί η γενετική ανωτερότητα.

Στο βιβλίο της «All About Love», η Lisa Appignanesi, συγγραφέας που έχει ασχοληθεί εκτενώς με την ιστορία της ψυχανάλυσης, γυρνάει την πλάτη της στη συνεχώς αυξανόμενη επιστημονική φιλολογία πάνω στην αγάπη, εν μέρει λόγω δυσαρέσκειας για τον τρόπο που οι κοινωνιοβιολογικές θεωρίες συνηθίζουν να υπερασπίζονται μια συντηρητική κοινωνική κατάσταση: «Θα πιστέψω ίσως περισσότερο στην εξελικτική ψυχολογία όταν θα χρησιμοποιηθεί λιγότερο ως εξήγηση της πολυγαμικότητας των ανδρών και της γυναικείας τάσης για δημιουργία «φωλιάς»» γράφει. Εκείνο που θέλει να μάθει είναι πώς εμείς οι άνθρωποι βιώνουμε την αγάπη ατομικά, ψυχικά – την αγάπη που δεν είναι ούτε καθαρά σωματική ούτε καθαρά διανοητική, αλλά αναπόδραστα και τα δύο. Την αγάπη που, όπως είπε ο ψυχολόγος Ανταμ Φίλιπς, είναι «η φαντασιακή επεξεργασία σωματικών λειτουργιών».

Οψιμη ρομαντική, η συγγραφέας εκθειάζει τη βυρωνική δύναμη που έχει αυτό το «ατίθασο συναίσθημα» να αναστατώνει τη ζωή μας. «Η μέθη της αγάπης περιέχει στο βάθος της κάτι αντικοινωνικό, παραβατικό και το πάθος μπορεί πράγματι να τροφοδοτείται από το σπάσιμο των δεσμών, είτε αυτοί είναι δεσμοί της φυλής, της οικογένειας, της θρησκείας ή των κοινωνικών κανόνων», γράφει. Η αγάπη είναι μια ιστορία που λέμε στον εαυτό μας και που κάποτε μπορεί να είναι επικίνδυνη. Τα «σηματοδοτημένα στοιχεία» για την αγάπη, «συγκεντρωμένα από τα εργαστήρια των βιολόγων, των γνωστικών ψυχολόγων και των νευρολόγων», είναι, κατά τη γνώμη της, «ως επί το πλείστον τρόποι να ενισχυθούν οι κυρίαρχες κοινωνικές αφηγήσεις. Για να καταλάβεις πραγματικά την αγάπη, υποστηρίζει, πρέπει να απομυθοποιήσεις αυτές τις αφηγήσεις, είτε είναι φανταστικές είτε στηριγμένες σε γεγονότα είτε κάπου ενδιάμεσα.

Τα σκιρτήματα

Μπορεί να πει κανείς ότι η Λ. Απιγκνανέζι θέλει να παίξει την ψυχαναλύτρια, διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές των μονολόγων της κουλτούρας μας για την αγάπη και τον πόθο. Και είναι πράγματι μια συνειδητή θεραπεύτρια, που συναρμολογεί με επιμέλεια τη «βιογραφία της αγάπης», το τόξο της μέσα στη ζωή μας.

Πρώτα έρχεται η πρώτη αγάπη: οι τρελές, εφηβικές βουτιές μας στο πάθος, όταν «η σαρκική επιθυμία μεταφέρει τους εραστές σ’ έναν ανυψωμένο κόσμο και όλα στη ζωή αποκτούν ένα πανίσχυρο νέο νόημα». Κατόπιν έρχονται ο γάμος και η παρενέργειά του, η μοιχεία, όταν η ακυβέρνητη φύση της επιθυμίας κοντράρει στην κοινωνική προσμονή ενός ανέφελου μονογαμικού ρομάντσου. Προχωράει μετά στην ανατροφή των παιδιών, που σίγουρα είναι η πιο πολυσυζητημένη μορφή αγάπης σήμερα. Και ολοκληρώνει την επισκόπησή της με τη φιλία, η οποία «μας βγάζει από τη σφαίρα της συγγένειας και των δεσμών και μας συνδέει με τον κόσμο των άλλων». Η φιλία είναι σοφή, ήρεμη και συμπονετική και επομένως εκτιμάται καλύτερα στη μεγάλη ηλικία.

Για να εικονογραφήσει τα διάφορα στάδια της αγάπης, η Λ. Απιγκνανέζι χρησιμοποιεί αφηγήσεις από μυθιστορήματα, ποιήματα και όπερες. Αναλύει τη δημοτικότητα έργων που προκάλεσαν μεγάλη αίσθηση, όπως το βιβλίο «The Rules» (με συμβουλές προς γυναίκες για επιτυχία στους δεσμούς τους): η έλξη που ασκούν προδίδει ένα άγχος για την εξεύρεση κατάλληλων κανόνων στις σύγχρονες συναναστροφές. Ανατέμνει αφηγήσεις συναισθηματικών σχέσεων («Υπερηφάνεια και προκατάληψη», «Το ημερολόγιο της Μπρίτζετ Τζόουνς») και ιχνηλατεί την εξέλιξη του προτύπου της Σταχτοπούτας σε μυθιστορήματα υψηλού επιπέδου («Τζέιν Εϊρ») και σύγχρονα λαϊκά ρομάντσα (όπως το «ευφυώς εξωφρενικό» «Eat, Pray, Love»).

Χρησιμοποιεί φράσεις πολλών ψυχαναλυτών, από τον Φρόιντ και τον Λακάν μέχρι τον Ανταμ Φίλιπς. «Γιατί» αναρωτιέται η συγγραφέας, «η παθιασμένη αγάπη και η οδύνη της απώλειας να είναι τόσο στενά δεμένες;». Ολες η μεταγενέστερες αγάπες, απαντάει, στέκονται στη θέση εκείνης της πρώτης, απόλυτης αγάπης για τη μητέρα, που αναπόφευκτα μένει πίσω. Το να γίνεις ένα πλήρες, γλωσσικά αρθρωμένο «εγώ» σημαίνει ότι προδίδεις τη «συμβολική πληρότητα» της νηπιακής ηλικίας. ΄Η, όπως το θέτει η συγγραφέας, απηχώντας τον Λακάν, «Οταν λες «είμαι» έχεις ήδη πει «έχω χάσει»».

Η Λ. Απιγκνανέζι προσφέρει και μια σύντομη ιστορία του γάμου, ξεκινώντας από την αρχαία Ελλάδα και συνεχίζοντας με τη βικτωριανή εποχή, τη σεξουαλική επανάσταση και το σήμερα. Ιχνηλατεί τη λογοτεχνική ιστορία της αγάπης περνώντας από τον Δάντη και τους τροβαδούρους της Προβηγκίας. Στο κεφάλαιο για την αγάπη στο πλαίσιο της οικογένειας, δίνει ένα πολύ σύντομο νεύμα στη νέα επιστήμη της επιγενετικής, η οποία υποστηρίζει ότι οι εμπειρίες της μητέρας -το πώς τρώει, το στρες που βιώνει- μπορούν να επηρεάσουν τις ορμόνες του παιδιού, ακόμα και τα γονίδιά του.

Ωστόσο, η συγγραφέας κλείνει γρήγορα αυτή τη συναρπαστική διαδρομή έρευνας προειδοποιώντας ότι «η εκθετική ανάπτυξη των θεωριών για την πρώιμη παιδική ηλικία συνέπεσε παραδόξως με την άνοδο του φεμινισμού», σάμπως η επιστήμη να αναπτύσσεται αποκλειστικά για να επιτελέσει το έργο του κοινωνικού ελέγχου. Παραμερίζει το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, όχι μόνο επειδή το θέμα είναι πολύ μεγάλο αλλά και γιατί, όπως εξηγεί, θέλει να υπονομεύσει τις κατηγορίες του φύλου και του επιτρεπτού απέναντι στην μη επιτρεπτή σεξουαλικότητα στην οποία στηρίζεται η ίδια η αντίληψη περί ομοφυλοφιλίας.

Λεπτομέρειες

Η προσέγγισή της στην αγάπη είναι αφοριστική και ιδιότροπη. Της αρέσει να ανατρέπει κάποια θέσφατα συμβατικής σοφίας παρά να ρισκάρει να μας κουράσει με επιχειρήματα. Δεν υπάρχει ενοποιός θεωρία εδώ, μόνο μια απέραντη τοπογραφία. Περιπλανιόμαστε σε ένα δάσος αφηγήσεων και ιδεών άλλων ανθρώπων, με οδηγό κάποιες ελαφρώς κωμικές ιστορικές γενικολογίες («Στα αρχεία της αγάπης, η μοιχεία έπαιζε πάντα τον ρόλο του παράφωνου»).

Οι ιστορίες αγάπης, όπως και η ίδια η αγάπη, στηρίζονται λιγότερο σε πράγματα που είναι εύκολο να συνοψίσεις -καταστάσεις, πλοκές- και περισσότερο στις μικρές λεπτομέρειες που δίνουν σε μια αφήγηση ή σε μια συνάντηση την αναπάντεχη δύναμή της: έναν τόνο που μαγεύει, μια σπίθα πνεύματος, το απόκοσμο σαδιστικό ηχόχρωμα μιας ερωτικής εμμονής. Τέτοιοι τόνοι γοητείας σπανίως μπορούν να περάσουν μέσα σε περιλήψεις.

Κανένα είδος γραφής δεν έχει λιγότερους τόνους γοητείας από τα επιστημονικά κείμενα για την αγάπη, βεβαίως. Ωστόσο, στα καλύτερα από αυτά υπάρχει μια φρεσκάδα που λείπει από τούτο το βιβλίο. Υπάρχει κάτι διεγερτικό, με την καλύτερη έννοια, στην ασταμάτητη προσπάθεια της επιστήμης να μετρήσει το απροσμέτρητο, να δώσει συγκεκριμένες συνιστώσες στη γνώση.

Τώρα πλέον ο καθένας γνωρίζει ότι πρέπει να αγκαλιάζεις και να χαϊδεύεις το μωρό σου, ποιος όμως θα μπορούσε να προβλέψει ότι αν δεν το κάνεις, οι συνέπειες στη διανοητική υγεία του μπορεί να περάσουν μέχρι και σε τρεις γενιές; Ποιος θα μάντευε ότι, από χημική άποψη τουλάχιστον, οι άνθρωποι πράγματι είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο – ότι η επιτυχία ή η αποτυχία ενός φιλιού μπορεί να μην οφείλεται μόνο στα συναισθήματα και στην τεχνική, αλλά και στην ασυνείδητη οσφρητική αντίδραση στις φερομόνες του εραστή σου; Η αγάπη κόβει βαθιά, πολύ πιο βαθιά απ’ όσο και οι μεγαλύτεροι ποιητές μας έχουν μπορέσει να περιγράψουν. Μόλις τώρα αρχίζουμε να μαθαίνουμε σε πόσο βάθος φτάνει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή