Ο «Βασιλιάς» ήταν πείραμα

6' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ισως να φαίνεται αδιανόητο σήμερα, όμως στις αρχές του ’90 στην Ντίσνεϊ ο «Βασιλιάς των Λιονταριών» ήταν το δευτεροκλασάτο σχέδιο στη λίστα παραγωγών του στούντιο. Οι σχεδιαστές της εταιρείας δούλευαν παράλληλα στην «Ποκαχόντας» και θεωρούσαν ότι αυτή η ταινία ήταν η βασική, καθώς ακολουθούσε τη μόδα προηγούμενων επιτυχιών της Ντίσνεϊ, ρομαντικών – κωμικών ταινιών με τραγούδια, όπως η «Μικρή γοργόνα», ο «Αλαντίν» και η «Πεντάμορφη και το τέρας». Ελάχιστοι ήθελαν να δουλέψουν στον «Βασιλιά των Λιονταριών», τον οποίο αποκαλούσαν κοροϊδευτικά «Μπάμπι στην Αφρική».

Ομως ο παραγωγός Ντον Χον κατάφερε να συγκεντρώσει μια δεμένη ομάδα και όταν η ταινία βγήκε στις αίθουσες, το 1994, εξελίχθηκε σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Επειτα από 17 χρόνια ο «Βασιλιάς των Λιονταριών» ξαναβγήκε στις αίθουσες (από την περασμένη Πέμπτη και στην Ελλάδα), αυτή τη φορά σε τρισδιάστατη κόπια και έγινε και πάλι φαινόμενο. Για δύο εβδομάδες έμεινε στην πρώτη θέση του αμερικανικού box office, ξεπερνώντας νέες παραγωγές, κάτι αδιανόητο για επανέκδοση. Ο «Βασιλιάς των Λιονταριών», ωστόσο, παραμένει μια εμβληματική ταινία στην ιστορία του animation, επειδή έφερε την Αφρική σε μια ταινία της Ντίσνεϊ, επειδή βασίστηκε σε μια ιστορία που ξεπερνάει τον χρόνο και βασίζεται στον Αμλετ, επειδή είναι η τελευταία ταινία παραδοσιακού χειροποίητου animation που έγινε μεγάλη επιτυχία, πριν από την απόλυτη κυριαρχία του ψηφιακού σχεδίου.

Ο Ντον Χον, «παιδί» της Ντίσνεϊ και υπεύθυνος για την παραγωγή ταινιών όπως οι «Ποιος παγίδεψε τον Ρότζερ Ράμπιτ», «Η πεντάμορφη και το τέρας», «Η Παναγία των Παρισίων» και «Τα καινούργια ρούχα του βασιλιά», είναι από τους πιο κατάλληλους ανθρώπους για να μιλήσει όχι μόνο για την ιστορία του «Βασιλιά των Λιονταριών», αλλά και για τη θεαματική εξέλιξη του animation.

– Αν κάνατε τον «Βασιλιά των Λιονταριών» σήμερα, αντί για 17 χρόνια πριν, θα ήταν μια διαφορετική ταινία;

– Εχουν υπάρξει τεράστιες τεχνικές εξελίξεις στο animation από το 1994, έτσι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα είχαμε προσεγγίσει την ταινία με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Αμφιβάλλω ότι αυτό θα είχε επηρεάσει την ιστορία, όμως η εκτέλεση θα ήταν διαφορετική. Δεν είμαι καν σίγουρος ότι θα επιλέγαμε το ψηφιακό animation. Η Αφρική είναι ένας τόσο μεγάλος καμβάς άγριας ζωής και χρώματος, που το να σχεδιάσει και να ζωγραφίσει κανείς με το χέρι τους χαρακτήρες και τα τοπία έμοιαζε πάντα η ιδανική επιλογή.

– Ποια ήταν η αντίδρασή σας όταν είδατε για πρώτη φορά την τελική βερσιόν σε 3D;

– Εχω δει την ταινία εκατοντάδες φορές από τότε που την τελειώσαμε. Την ξαναείδα μαζί με τους σκηνοθέτες όταν ολοκληρώσαμε τη μετατροπή σε 3D και πραγματικά εντυπωσιάστηκα από το πόσο δυνατό είναι το αποτέλεσμα. Αυτό οφείλεται στο πόσο πιο έντονη είναι η εικόνα στην τρισδιάστατη εκδοχή και το άλλο είναι ότι ο ήχος ξανασχεδιάστηκε γι’ αυτή τη βερσιόν. Η εμπειρία είναι εκπληκτική ακόμη και για εμάς τους δημιουργούς της ταινίας.

– Ποιο είναι το δυσκολότερο κομμάτι στη μετατροπή μιας παραδοσιακής ταινίας σε 3D;

– Μια ταινία σχεδιασμένη με το χέρι, όπως ο «Βασιλιάς των Λιονταριών», είναι από τη φύση της μια καρικατούρα της ζωής, φτιαγμένη με επίπεδα σχέδια. Το δύσκολο ήταν να πάρουμε αυτά τα επίπεδα σχέδια και να δημιουργήσουμε κάποια γεωμετρία πίσω τους, ώστε να υπάρξει μια επιπλέον διάσταση. Το ψηφιακό animation έχει από μόνο του μια τρισδιάστατη ποιότητα, έτσι εκεί η διαδικασία είναι πολύ απλούστερη. Η μετατροπή του «Βασιλιά των Λιονταριών» ήταν ουσιαστικά ένα πείραμα.

– Τι νομίζετε ότι έκανε τόσο μεγάλη επιτυχία τον «Βασιλιά των Λιονταριών»; Σκεφτήκατε ποτέ το ενδεχόμενο ενός ψηφιακού σίκουελ;

– Η ιστορία, η ιστορία, η ιστορία. Αν έχουμε κάνει τη δουλειά μας σωστά, ξεχνάς ότι βλέπεις σχέδια και ζωγραφιές και απλώς μπαίνεις μέσα στην ταινία και βυθίζεσαι στην ιστορία. Με τρομάζει λίγο η ιδέα του ψηφιακού σίκουελ. Μου αρέσει πολύ η ψηφιακή τεχνική. Είναι ένα σύχρονο θαύμα. Ομως η ιστορία του «Βασιλιά των Λιονταριών» είναι μια αλληγορία πολύ ανθρώπινων συναισθημάτων για τους πατέρες μας, τα παιδιά μας και το θαύμα που είναι η Αφρική. Το χειροποίητο σχέδιο πάντα έμοιαζε το κατάλληλο γι’ αυτήν την ιδέα. Είναι κυριολεκτικά μια χειροποίητη ταινία. Ακόμη και η μουσική μπορεί να χαρακτηριστεί χειροποίητη, με πολλά κρουστά και αφρικανικές φωνές.

– Σε ό,τι αφορά την αφήγηση και την ανάπτυξη χαρακτήρων, ποια είναι η διαφορά του animation σε σχέση με τις ταινίες ζωντανής δράσης;

– Το animation επιτρέπει στον δημιουργό να πει και να δείξει πράγματα που με ηθοποιούς θα φαίνονταν υπερβολικά ή γλυκερά. Αφού το animation είναι μια καρικατούρα της ζωής, μπορείς να μετατρέψεις και τον διάλογο σε καρικατούρα ή ακόμη και να τον αντικαταστήσεις με ένα τραγούδι. Είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο να κάνεις σε μια ταινία με ηθοποιούς, χωρίς το αποτέλεσμα να φανεί παλιό ή γλυκανάλατο. Μπορείς να μεταφέρεις το κοινό σε φανταστικούς κόσμους που δεν θα λειτουργούσαν το ίδιο σε μια κανονική ταινία. Μπορείς να βάλεις έναν γέρο και έναν πρόσκοπο σε ένα ιπτάμενο σπίτι και να τους στείλεις στη Νότια Αμερική, όμως δεν πιστεύω ότι θα μπορούσε ποτέ να γίνει με τόσο θαυμαστό αποτέλεσμα και στυλ, όπως στο «Ψηλά στον ουρανό». Μερικές ιστορίες απλώς χρειάζονται το φανταστικό στοιχείο που μόνο το animation μπορεί να προσφέρει.

– Ως παραγωγός απέχετε από το animation εδώ και δέκα χρόνια. Γιατί αυτή η απουσία;

– Μου αρέσουν οι αλλαγές, όπως και σε κάθε άνθρωπο της τέχνης. Αρχισα να δουλεύω περισσότερο σε ταινίες ζωντανής δράσης, κυρίως στα ντοκιμαντέρ φύσης της Ντίσνεϊ. Ο Γουόλτ Ντίσνεϊ ήταν ένα κορυφαίο πρότυπο για μένα και καθώς ωρίμαζε στην καριέρα του απομακρύνθηκε από το animation και ασχολήθηκε περισσότερο με τα θεματικά πάρκα, την τηλεόραση, τις ταινίες ζωντανής δράσης και τα ντοκιμαντέρ. Ισως να ακολουθώ τα βήματά του. Κρατάω όμως ακόμη και την επαφή μου με το animation. Εδώ και αρκετά χρόνια δουλεύουμε μαζί με τον Τιμ Μπάρτον για το «Frankenweenie» και είναι μια εκπληκτική εμπειρία.

– Εχετε δουλέψει για πολλά χρόνια στην Ντίσνεϊ. Πώς είναι το δημιουργικό κλίμα εκεί;

– Υπάρχει ένα πνεύμα απόλυτης αξιοκρατίας. Η καλύτερη ιδέα κερδίζει. Δεν έχει σημασία αν είναι ιδέα του σκηνοθέτη, του φύλακα ή της κυρίας που φτιάχνει τον καφέ. Η καλύτερη ιδέα είναι αυτή που θα κερδίσει. Αυτό το περιβάλλον με έκανε να πάρω περισσότερα ρίσκα, να προσπαθήσω να επεκτείνω τα όρια της τέχνης και της τεχνολογίας σε κάθε ταινία. Ηρθα εδώ στα είκοσί μου χρόνια και έχω κάνει τα πάντα στο στούντιο, από το να σκουπίζω μέχρι να κάνω παραγωγές με παγκόσμια επιτυχία στο box office. Είναι ένα περιβάλλον που μου το επέτρεψε, όπως και το να συνεργαστώ με ιδιοφυΐες του χώρου.

Μοιάζουμε πολύ με τη βιομηχανία μόδας

– Πώς έχει αλλάξει ο χώρος του animation από την εποχή του «Βασιλιά των Λιονταριών»;

– Η βιομηχανία του κινηματογράφου είναι σαν τη βιομηχανία της μόδας. Υπάρχουν πράγματα που ξαφνικά είναι της μόδας και μετά ντεμοντέ. Είναι όμως πραγματικά δύσκολο να κυνηγάς τις δημοφιλείς τάσεις όταν φτιάχνεις μια ταινία animation. Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να τελειώσουμε τον «Βασιλιά των Λιονταριών». Σε τέτοιες παραγωγές πρέπει να βασίζεσαι σε θέματα πέρα από την εποχή, τα οποία να έχουν απήχηση σε ένα διεθνές κοινό.

– Τι θα πρέπει να περιμένουμε από το animation στο κοντινό μέλλον;

– Στον χώρο του animation συμβαίνει μια έκρηξη αυτή τη στιγμή. Είναι μια συναρπαστική εποχή και σπουδαίες ταινίες γυρίζονται διαρκώς. Βλέπουμε σκηνοθέτες σαν τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και τον Πίτερ Τζάκσον να χρησιμοποιούν την τεχνική motion capture κάνοντας animation. Ολα αυτά είναι πολύ καλά για την τέχνη μας. Αυτό που χαρακτήριζε πάντα τις ταινίες animation ήταν η καλή ιστορία μαζί με καταπληκτικές τεχνικές. Φαίνεται λοιπόν ότι θα συνεχίσουμε να το βλέπουμε αυτό και στο μέλλον.

– Πιστεύετε ότι υπάρχει κάποιο μέλλον για το παραδοσιακό animation;

– Νομίζω ότι εδώ και αρκετό καιρό ζούμε σε έναν ψηφιακό κόσμο και έτσι θα παραμείνει κυρίως. Ομως πιστεύω ότι υπάρχει μέλλον και για το χειροποίητο animation, όπως και για όλες τις τεχνικές του. Ο Τιμ Μπάρτον φτιάχνει το «Frankenweenie» με stop motion. Οι ταινίες του Χαγιάο Μιγιαζάκι είναι αριστουργήματα δημιουργημένα με χρώμα και μολύβι. Για μένα, το κοινό δεν πάει στον κινηματογράφο για να δει μια τεχνική. Πηγαίνει για να διασκεδάσει, ανεξάρτητα αν αυτό γίνεται με μαριονέτες, μολύβια ή πίξελ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή