Η ανέχεια θα κάνει τον κόσμο ρουφιάνο

Η ανέχεια θα κάνει τον κόσμο ρουφιάνο

9' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από τους πιστούς θεριακλήδες τραγουδιστές δεκαετίες τώρα, ο Δημήτρης Μητροπάνος κάθεται απέναντί μου χωρίς το αγαπημένο του τσιγάρο. Το έκοψε τον περασμένο Αύγουστο, όπως και η Βένια, η σύζυγός του. Παρά τις παλιές θεωρίες του για τους καπνιστές, φαίνεται πως δεν του λείπει. Ή τουλάχιστον αντέχει. «Είπα θα το κόψω, τελείωσε», λέει με αποφασιστικότητα.

Οταν όμως η κουβέντα έρχεται σε όσα άδικα μας ταλαιπωρούν, ο τραγουδιστής δεν βάζει φρένο. Αν και τέσσερις και πλέον δεκαετίες επιτυχημένης καριέρας επιτρέπουν να μην ανησυχεί όσο οι περισσότεροι, το άχτι απέναντι στο άδικο, το νιώθει όπως όλοι. «Οταν βλέπω τον Βενιζέλο, έναν πολιτικό με τέτοια ευφράδεια, να χάνει τα λόγια του ανακοινώνοντας τα οικονομικά μέτρα, καταλαβαίνω ότι είμαστε ακόμη στην αρχή».

– Φέτος το καλοκαίρι με τον Γιάννη Κότσιρα και τον Δημήτρη Μπάση γυρίσατε την Ελλάδα τραγουδώντας. Νιώσατε κάτι διαφορετικό στη σχέση με τον κόσμο απ’ ό, τι πριν από την κρίση; Νιώθατε την απογοήτευσή του στον τρόπο που σιγοτραγουδούσε ή χόρευε;

– Οταν ο κόσμος βγαίνει για να διασκεδάσει δύο ώρες σε μια συναυλία ή ένα πρόγραμμα, βάζει στην άκρη τα προβλήματά του, μη γελιόμαστε. Οσο για μένα, η δουλειά μου δεν είναι να περνάω μηνύματα από την πίστα. Οι διαφορές που είδα δεν ήταν στο κοινό, αλλά στις πόλεις. Οσα παιδιά είναι αγρότες και έχουν κάνει το κουμάντο τους, έστω 1.100 ευρώ τον μήνα, θα τα βολέψουν. Εκείνοι που είναι του τραλαλά θα πεινάσουν, ενώ η Αθήνα θα δυστυχήσει. Η επαρχία αντέχει, γιατί έχει και την οικονομία της ανταλλαγής. Το πρόβλημα θα το αποκτήσει όταν θα αναγκαστεί να δεχτεί όσους θα φεύγουν από την πρωτεύουσα.

– Λένε πως θα γυρίσουμε δεκαετίες πίσω, στα χρόνια του ’60.

– Νομίζω ότι θα γυρίσουμε σε μια μετεμφυλιακή Ελλάδα, που θα είναι χειρότερη κι από εκείνα τα χρόνια. Η ανέχεια θα κάνει τον κόσμο να καρφώνει ο ένας τον άλλον. Λένε μερικοί: «Υπάρχει πια μεγάλος ανταγωνισμός». Ο ανταγωνισμός είναι σταράτη συμπεριφορά. Το κάρφωμα και η ρουφιανιά θα είναι τα καθημερινά πρόσωπα της επιβίωσης.

– Πολύ μαύρα τα περιγράφετε.

– Σε λίγο δεν θα βγαίνουμε έξω. Οχι γιατί θα λείπουν τα χρήματα, ο κόσμος αυτό το ξέρει, αλλά επειδή υπάρχει μια απίστευτη ασυδοσία στο κέντρο της Αθήνας και κανείς από τους υπευθύνους δεν κάνει κάτι να το αλλάξει. Αν τώρα έχουμε ορισμένα περιστατικά στην πλατεία Βικτωρίας, στο Μεταξουργείο ή στην Αχαρνών, σε λίγους μήνες εξ αιτίας της πείνας των ξένων θα σφαζόμαστε από το πρωί. Στην Αχαρνών έμενα κι εγώ όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα από τα Τρίκαλα. Τότε ήταν θέρετρο και η Φιλαδέλφεια η εξοχή της πόλης. Τώρα δεν μπορείς να πλησιάσεις τον Αγιο Παντελεήμονα.

«Οταν ζητάς την ανυπακοή, πρέπει να έχεις και ανάλογη πρόταση»

Είναι φανερό, η πολιτική τού αρέσει, όσο για άποψη, περισσεύει. «Λένε για εκλογές. Μα, αυτό είναι που χρειαζόμαστε; Δηλαδή, θα βγει ο Αντώνης Σαμαράς να πει με τη σειρά του, τι; Λες και δεν γνωρίζει τι γινόταν στη δική του κυβέρνηση. Μερικοί επιμένουν: να τα βρουν τα κόμματα. Τι να βρουν; Πόσα έκλεψε ο καθένας; Δεν νομίζω ότι η πολιτική καθαρίζει στην Ελλάδα. Αφήσαμε τη Βουλή να γίνει αυτό που βλέπουμε σήμερα». Η φωνή του ανεβαίνει, αν και όλη την ώρα μιλάει σιγά, τα χέρια του ξεσπούν όταν μιλάει για «ένα κράτος δικαίου». «Αν ο πολίτης φάει λεφτά και τιμωρηθεί με 10 χρόνια, αυτοί που είναι εξουσία να φάνε τα διπλάσια. Και κυρίως να παρουσιάζουν τα περιουσιακά τους στοιχεία όταν μπαίνουν κι όταν βγαίνουν από την πολιτική».

– Λέτε πολλά για τους μεγάλους, αλλά γι’ αυτούς που πιστέψατε, την Αριστερά, δεν μου είπατε τι ευθύνη έχει.

– Η Αριστερά μια ζωή ήταν διασπασμένη. Τώρα θυμήθηκε να τιμήσει τον Ζαχαριάδη. Σε αυτόν το χώρο είμαι, αλλά θυμώνω, είναι γελοίο.

– Και από την άλλη, «επαναστατικό είναι σήμερα να κάνεις σωστά τη δουλειά σου», είχε πει ο Νίκος Πορτοκάλογλου στην «Κ». Πώς ακούγεται αυτό στ’ αφτιά σας;

– Αμα την κάναμε όλοι, δεν θα χρειαζόμασταν καμία επανάσταση. Θα λειτουργούσαν όλα ρολόι. Δεν έχω αντίρρηση στο να πληρώνουμε, αλλά όχι οι πολλοί για να πλουτίζουν οι λίγοι, και μάλιστα οι πολιτικοί. Αυτούς τους φόρους δεν θέλω να τους πληρώνω, θέλω δικαιοσύνη σε όλα για όλους.

– Πώς σας φαίνεται η πρόσκληση του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ για αντίδραση, για ανυπακοή στους νέους φόρους, σε οτιδήποτε επιβάλλεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο; Πού οδηγεί αυτό;

– Οταν ζητάς την ανυπακοή, πρέπει να έχεις και πρόταση. Το ΚΚΕ θα μπορούσε να έχει ποσοστά σήμερα, ακόμη και 20%. Για να έχεις όμως τέτοιο νούμερο απαιτείται πρόταση. Αντίθετα, βγαίνει ο Καρατζαφέρης και έχει θέσεις και προτάσεις. Το «δεν πληρώνω» δεν είναι λύση. Ενα κράτος για να στηριχτεί πρέπει να έχει τους φόρους, τα έσοδά του. Αλλά να πληρώνουμε όλοι. Υπάρχει καναλάρχης που χρωστάει ένα δισ. ευρώ. Κανείς δεν τον αγγίζει, όμως όλοι τον ξέρουν. Η κυβέρνηση, ωστόσο, ψάχνοντας ένα δισ. έκοψε τη σύνταξη χιλιάδων ασφαλισμένων και τους μισθούς εργαζομένων. Είναι να τρελαίνεσαι. Πού ακούστηκε να ομολογείς την ενοχή σου και να μη σε πειράζουν; Ο Μαντέλης, ο πρώην υπουργός, παραδέχτηκε ότι «τα πήρε», τον καταδίκασαν τρία χρόνια και βγήκε με αναστολή. Μήπως είναι δικαιοσύνη να αφήνεις ελεύθερο τον Μάκη Ψωμιάδη; Αυτός έχει τους δικούς του νόμους.

– Με την κρίση, τι συμβουλεύετε τις κόρες σας;

– Δεν θέλω να συμβουλεύω. Προτιμώ τον αντίλογο και να ακούω τις σκέψεις τους. Είναι διαφορετικά παιδιά. Η Αναστασία πάει σε πορείες, στο Σύνταγμα, ενώ η Μυρσίνη, η μικρότερη, είναι καλλιτεχνική φύση, αφοσιωμένη στο πιάνο. Ο, τι κι αν κάνουν στη ζωή τους θέλω να υπερασπίζονται τις απόψεις τους, να ατσαλώσουν.

Η φωνή μόνο δεν φτάνει

– Οταν σας φέρνουν να ακούσετε τραγούδια, τι προσέχετε πρώτα;

– Αν μου αρέσει η μελωδία, δεν θα μου αρέσει ο στίχος. Κι αν σταθώ σε αυτόν, δεν θα μου ταιριάζει η μουσική. Γι’ αυτό θέλω το τραγούδι να το ακούω όπως το έγραψε ο δημιουργός του. Θέλω το δικό του αίσθημα. Εχω «κλέψει» πολλά πράγματα από τους συνθέτες την ώρα που μου τραγουδούσαν ένα κομμάτι. Επειδή είναι δημιούργημά τους, βάζουν την ψυχή τους. Ο κόσμος δεν το φαντάζεται, αλλά κάνουν καταπληκτικά πράγματα την ώρα που τραγουδούν. Από τον Τάκη Μουσαφίρη, ο οποίος τραγουδάει και πολύ καλά έκλεψα πολλά, επίσης από τον Μικρούτσικο, αλλά και τον Κραουνάκη. Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι που είναι να μην τους ακούς.

– Πού στράβωσε η δισκογραφία και φτάσαμε ώς εδώ;

– Από τον καιρό που το τραγούδι έφυγε από τα χέρια των δημιουργών και πήγε σε εκείνα των τραγουδιστών άρχισε το κακό. Νόμιζαν ότι θα κάνουν την επανάστασή τους. Αλλά με ποια όπλα; H φωνή μόνο δεν φθάνει.

Το καλό, ό,τι κι αν κάνεις, φαίνεται

Αγαπητός τραγουδιστής, ταλαιπωρημένος από μικρός πριν ακόμη αρχίσει το τραγούδι, δεν απασχόλησε ποτέ τον κόσμο με επικοινωνιακά καμώματα. Μετρημένος αλλά γελαστός και ανοιχτός σαν άνθρωπος, ο Μήτσος, όπως τον λένε κάποιοι παλιοί που έχουν την οικειότητα του χρόνου, είναι «σπαθί» κατά τα λόγια του Γιώργου Ζαμπέτα. Κι αν κάποιοι λαχτάρησαν μαζί του, ήταν πριν από λίγα χρόνια όταν μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία, βιώνοντας την περιπέτεια της αιμοκάθαρσης. Ωσπου έκανε μεταμόσχευση με το νεφρό που του έδωσε η αδελφή του. «Πάνε αυτά», ξεφεύγει. Τώρα «Εδώ είμαστε», όπως λέει και ο τελευταίος του δίσκος, που έκανε με τον Σταμάτη Κραουνάκη· όσο για την «Κατσαρόλα», που τόσο συζητήθηκε, έκανε τη δική της ανεξάρτητη καριέρα στις συγκεντρώσεις των «Αγανακτισμένων».

Στο στούντιο

– Η συνεργασία σας με τον Κραουνάκη ξάφνιασε. Εκείνος πληθωρικός, εσείς ακριβώς το αντίθετο. Πώς τα βρήκατε και ειδικά στο στούντιο, που δεν είναι η αδυναμία σας;

– Δεν είχαμε να χωρίσουμε τίποτα. Ο Σταμάτης δεν είναι κολλητός, έχει τη ζωή του, εγώ τη δική μου, όμως όταν συναντιόμαστε περνάω καλά. Στο στούντιο μάλιστα, παρότι δεν είναι το φόρτε μου, έπιασα τον εαυτό μου να χαλαρώνει.

– Προκάλεσε πολλή συζήτηση, όπως η «Εθνική μας μοναξιά» χρόνια πριν. Τότε έλεγαν ότι το τραγούδι εκείνο χρησιμοποίησε το μακεδονικό ζήτημα, τώρα ότι η «Κατσαρόλα» φλέρταρε με τους «Αγανακτισμένους».

– Και όμως γράφτηκε πριν από ενάμιση χρόνο. Ο καθένας έχει δικαίωμα να πει ό, τι θέλει. Εγώ έχω την πορεία μου ως απάντηση. Οταν ο Μάριος Τόκας μού έπαιξε την «Εθνική μας μοναξιά», μου είπε ότι το τραγούδι είχε παρουσιαστεί στο φεστιβάλ που έκανε ο Μάνος Χατζιδάκις στην Κέρκυρα. Αλλά, επειδή τα λόγια ήταν πολλά και τα νοήματα δύσκολα στους τραγουδιστές που δόθηκε τότε, και ήταν πολλοί αυτοί, κάποιοι φοβήθηκαν. Αυτό το τραγούδι πέρασε από πολύ μεγάλα ονόματα και το αρνήθηκαν, εγώ δεν είχα πρόβλημα. Η «Κατσαρόλα» συνέπεσε με τα γεγονότα των «Αγανακτισμένων» και όσων διαμαρτύρονταν στις πλατείες και στο Σύνταγμα. Δεν είχα πει ανάλογο τραγούδι, συνεργαζόμενος όμως με τον Σταμάτη, μια πληθωρική και δυνατή προσωπικότητα, γνώριζα ότι θα τραγουδήσω και κάτι που δεν είχα δοκιμάσει. Ομως, γιατί δεν μένουμε στην αλήθεια των στίχων: «Φάγανε ρωγμή οι μηχανισμοί / δούλοι αφεντικά / ψάχνουν δανεικά…». Δεν έχω στεγανά στο τραγούδι.

Χωρίς «ταμπέλες»

– Η αλήθεια είναι πως συνεργαστήκατε με τον Θεοδωράκη, τον Μούτση, τον Καλδάρα, τον Νικολόπουλο, τον Σπανό, αλλά και με τον Τάκη Μουσαφίρη, κάνοντας επιτυχίες που τραγούδησε όλη η χώρα, και ύστερα με τραγουδοποιούς που περισσότερο φλέρταραν με τη ροκ μουσική όπως τον Λάκη Παπαδόπουλο ή τον Πορτοκάλογλου. Σε μια εποχή μάλιστα που οι ταμπέλες ήταν αυστηρές.

– Το καλό τραγούδι ό, τι κι αν κάνεις φαίνεται. Και το κακό, όσο και αν το καλύψεις με δανεικό κατασκευασμένο λόγο, θα αποκαλυφθεί. Οι φωνές δεν μας έλειψαν ποτέ, από δημιουργούς πάσχουμε. Από την ώρα που οι νεότεροι κλείστηκαν στα χόουμ στούντιο για να εμπνευστούν, στέρεψαν.

Σήμερα δεν υπάρχει λαϊκό τραγούδι

Η συζήτηση στρέφεται στο τραγούδι. «Το δικό μου είδος περνάει μεγαλύτερη κρίση. Εννοώ το λαϊκό όχι το καραγκιοζ-λαϊκό». Σε λίγες ημέρες αρχίζει στο «Κέντρο Αθηνών» με τον Γιάννη Κότσιρα και τον Δημήτρη Μπάση που ήταν μαζί κι όλο το καλοκαίρι. Από τους κερδισμένους της σεζόν που πέρασε, ποιος ξέρει τι θα επιφυλάξει ο χειμώνας: «οι δυσκολίες είναι για όλους».

Τον ρωτάω για εκείνη τη συνεργασία με την Πέγκυ Ζήνα που ξάφνιασε πολλούς. «Το κοινό δεν κάνει διαχωρισμούς» απαντά κοφτά. «Παλιά τα διαχωρίζαμε, πράγματι, αλλά τότε είχαμε Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Μαρκόπουλο, Μούτση, Ξαρχάκο, Σπανό, Λεοντή, πώς να το κάνουμε, είχαν διαφορά τα τραγούδια. Τώρα δεν υπάρχει διαφορά. Η συγκεκριμένη τραγουδίστρια μου αρέσει. Θα μπορούσε να έχει άλλο ρεπερτόριο. Αλλά πού να το βρει; Σήμερα δεν υπάρχει λαϊκό τραγούδι. Βέβαια δεν το λες και ελαφρύ. Πώς να το γράψουν αν δεν έχουν βιώσει δυσκολίες. Το ζόρι πάντως και η κοινωνική αγωνία γεννά το καινούργιο. Οι δημιουργικές παρέες έφτιαξαν τα αριστουργήματα, όχι η απομόνωση. Τώρα τα αποτελέσματα συνήθως είναι κλινικά χωρίς συναίσθημα». Και η λαϊκοπόπ; Ξεφουσκώνει μαζί με τον νεοπλουτισμό που τη συντήρησε; «Ξεπεράστηκε η εποχή τους» απαντά και σαν να είχαμε ώρα να μπερδέψουμε την πολιτική σε όσα λέμε: «Αυτό το είδος συνδέθηκε με την εποχή της φιγούρας. Είναι σαν τα χρόνια με τους Ολυμπιακούς. Τα χρόνια του Σημίτη. Λέγανε ορισμένοι τότε: «ήρθε και αναγέννησε την Ελλάδα» επειδή έκανε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Δεν κοιτάγαμε τις ελλείψεις μας, καταξοδευτήκατε για κτίρια που δεν είχαμε ανάγκη να κατασκευάσουμε και τώρα ρημάζουν ένα ένα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή