«Χρειάζεται μια σάλπιγγα να ηχήσει»

«Χρειάζεται μια σάλπιγγα να ηχήσει»

6' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στους δρόμους της Αθήνας θα συναντήσετε συχνά τον Γιώργο Κοτανίδη. Του αρέσουν οι βόλτες στην πόλη. H ακτίνα του ήταν πάντα από τα Εξάρχεια ώς τα Ιλίσια που μένει τώρα. Κι εκεί, από την οδό Αιγινήτου, δυο βήματα από το Μετρό, μπορεί να πηγαίνει τα βράδια στο Εθνικό Θέατρο όπου παίζει στον «Περικλή» του Σαίξπηρ, κάποια πρωινά για καφέ στο «Φίλιον», σημείο συνάντησης παλιών φίλων, αλλά και στα αγαπημένα του βιβλιοπωλεία. Αλλωστε το τέταρτο βιβλίο του «Ολοι μαζί τώρα!» (εκδ. Καστανιώτη) βρίσκεται ήδη στα ράφια, κερδίζοντας όλο και περισσότερους αναγνώστες που θυμούνται ή ανακαλύπτουν πόσο δυναμικά μπήκε στο θεατρικό προσκήνιο το «Ελεύθερο Θέατρο». Ενα αφήγημα του ηθοποιού για τη δημιουργία αυτού του πρωτοποριακού θιάσου που πίστεψε στην απόλυτη ομαδοποίηση αλλά και για τη δράση του ίδιου στο ΕΚΚΕ και σε άλλες επαναστατικές οργανώσεις την περίοδο της χούντας.

Αλισβερίσια με την ασφάλεια και τις φυλακές Κορυδαλλού ο Γ. Κοτανίδης είχε από το 1973. Με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έγινε πάλι στόχος, έμαθε καλά τι σημαίνει 116 μέρες απομόνωση, αλλά και βασανιστήρια από τον Μπάμπαλη και τον Μάλλιο. Κι όταν τον ρωτάμε αν άξιζαν τόσες θυσίες, παρότι διαψεύστηκε ό, τι πίστευε, απαντά με σιγουριά: «έμαθα να βλέπω καλύτερα». Οδηγός του άλλωστε είναι τα λόγια του Μπρεχτ: «Αλλάζοντας τον κόσμο αλλάξτε εσείς οι ίδιοι, εγκαταλείψτε τους εαυτούς σας».

Καταστάλαγμα

Ευθυτενής, με μια παλιομοδίτικη αυστηρότητα, μιλάει ήρεμα, χωρίς συναισθηματικές υπερβολές. «Πονάει» με όσα συμβαίνουν στη χώρα «γιατί αριστερά δεν σημαίνει καταστροφή αλλά δημιουργία. Σκεφτείτε τους παλιούς αριστερούς, τον Βάρναλη ή τον Γληνό».

Το «Ολοι μαζί τώρα!» ανάμεσα σε πολλά άλλα ημιτελή κείμενα που περιμένουν τη σειρά τους «ήταν μέσα μου και με πίεζε να βγει. Ηταν ανάγκη μου να τακτοποιήσω το παρελθόν». Τα 35 χρόνια που μεσολάβησαν, «δημιούργησαν ένα καταστάλαγμα και αποφεύχθηκαν υπερβολές». Συναισθηματικά δεν ήταν πάντα εύκολο. «Οπως όταν έγραφα για τον Νίκο Σκυλοδήμο που χάθηκε, το μεγαλύτερο ταλέντο της γενιάς μας, τον Γιώργο Σαμπάνη, τον Καμπερίδη, τον Κανελλάκη».

Δεκαετία του ’60. Εποχή των επιλογών, της συμμετοχής, της δράσης. Στα 16 του στη Θεσσαλονίκη διάβασε το πρώτο φιλοσοφικό βιβλίο, το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Νίτσε, όταν άρχισε να αμφισβητεί τη θρησκεία και τις χριστιανικές μαθητικές ομάδες όπου ανήκε μικρός. Συνέχιζε να ψέλνει στην Αχειροποίητο, αλλά ο φίλος του Κώστας Ιορδανίδης του έδωσε να διαβάσει Λένιν: «Προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι», που αν και δεν κατάλαβε τίποτα γοητεύθηκε από το ύφος και τις αναφορές στον Μαρξ.

«Ενα χαστούκι»

Γρήγορα «το πάνθεον αγίων αντικαταστάθηκε από το πάνθεον των επαναστατών», ενώ η σκηνή που έζησε κοντά στην Καρόλου Ντηλ, στην παραμονή των 18 του χρόνων, ήταν καθοριστική. Μάρτυρας στην προετοιμασία της δολοφονίας του Λαμπράκη και στη σύλληψη του δολοφόνου, ξύπνησαν τη συνείδησή του, «ένα χαστούκι» όπως λέει σήμερα, πόσω μάλλον που γρήγορα έγινε και φοιτητής μπαίνοντας στην Κτηνιατρική του ΑΠΘ.

Δυο χρόνια έμεινε γιατί η δημιουργία του φοιτητικού θεάτρου και της κινηματογραφικής λέσχης ΦΟΘΚ ήταν το απωθημένο του, ενώ με την επιβολή της δικτατορίας έβαλε πλώρη για την Αθήνα και τη σχολή του Εθνικού. «Ο πατέρας μου, δικαστικός γραμματεύς, ήταν κεντρώος αλλά δεχόταν αδιαμαρτύρητα όλες μου τις επιλογές. Συντηρητικός αλλά ανοιχτόμυαλος επί της ουσίας».

Τελειώνοντας συμμετείχε στη δημιουργία του «Ελεύθερου Θεάτρου». Ενα θέατρο ριζικά διαφορετικό, όπου ανακάλυψαν τη φόρμα, το σχήμα, τον υπαινιγμό, την απόσταση και τη συμμετοχή του μυαλού στο χτίσιμο του ρόλου. Οσοι έζησαν τις παραστάσεις έχουν να το λένε: έβαλαν ψηλά τον πήχυ. «Ηταν ανατρεπτικές», λέει ο ίδιος. Σε μια εποχή που τα πρωινά εργαζόταν σερβιτόρος, μπογιατζής, οικοδόμος, «η ζωή δεν ήταν εύκολη αλλά όχι στερημένη» με διορθώνει και μου μιλάει για τις δυσκολίες των παππούδων του που ήρθαν από τον Πόντο και την Ανατ. Θράκη, τους γονείς του που μεγάλωσαν σαν πρόσφυγες, τον πόλεμο που οδήγησε τον πατέρα του στο μέτωπο όπου πιάστηκε αιχμάλωτος. «Η δικιά μας δυσκολία ήταν η Χούντα, αρνούμαι ωστόσο να δεχτώ ότι αυτή είναι η πιο δύσκολη εποχή μας από την έννοια των πραγμάτων. Είναι η πιο δύσκολη περίοδός μας με την έννοια των αξιών. Αυτό χάσαμε. Οταν παίρναμε στη συνέχεια, ένα τρίτο δάνειο για να αγοράσουμε ένα επιπλέον αυτοκίνητο σημαίνει ότι χάσαμε το μέτρο».

Το δικό μας έγκλημα

Η μεγάλη πληγή σήμερα είναι το: «δεν χρωστάω, δεν πουλάω, δεν πληρώνω». Γιατί πίσω απ’ αυτό το τρίπτυχο «κρύβεται ότι αρνιόμαστε να δούμε το δικό μας έγκλημα σε βάρος του εαυτού μας και της χώρας μας». Για τον Γιώργο Παπανδρέου λέει με συμπάθεια: «την πλήρωσε όταν του έσκασε η βόμβα στα χέρια». Για τον πατέρα του ωστόσο δεν είναι επιεικής: «Το μαχαίρι πρέπει να μπει στη δεκαετία του ’80, εγκληματικές εποχές, με τον Ανδρέα. Σκεφτείτε ότι φτάσαμε μια περίοδο να μας κυβερνάει η Δήμητρα Λιάνη». Από τον δικό του χώρο, την αριστερά «αισθάνομαι προδομένος». Ενα από τα όνειρά του είναι να κάνει ένα θεατρικό με ήρωα τον Νίκο Ζαχαριάδη στην τελευταία του μέρα. «Θύμα πραγμάτων που ο ίδιος δόξασε». Μια αντίφαση που τον συγκλονίζει. Οσο για το σήμερα λέει πως «το πτώμα της μεταπολίτευσης πρέπει να ενταφιαστεί, γιατί μολύνει. Οποιος θεωρεί τον εαυτό του αριστερό πρέπει να αναρωτηθεί τι θα πει αριστερά. Οποιος θεωρεί τον εαυτό του πατριώτη και Ελληνα πρέπει να αναρωτηθεί τι πρέπει να κάνουμε. Δεν μπορούμε να λέμε ότι όταν γίνει κομμουνισμός θα γίνουν όλα καλά και τώρα που είμαστε στον καπιταλισμό να τα γκρεμίσουμε όλα, γιατί αν είμαστε τώρα κακοί πολίτες θα είμαστε και τότε».

Την εποχή που αψηφούσε και έτρεχε για όσα πίστευε, ο εχθρός ήταν ορατός. «Τώρα ο εχθρός έχει εισχωρήσει μέσα μας, αλλοίωσε τις αξίες μας, παραδοθήκαμε σε αυτό που τότε αηδίαζε κάθε αριστερό, τον καταναλωτισμό». Χάσαμε, όπως λέει και στο αφήγημά του, το πολύτιμο «εμείς» που είχαμε βρει επί Χούντας, το εμείς του Μακρυγιάννη, «που μας οδήγησε σε ό, τι καλό πετύχαμε, και ξεπέσαμε στο θλιβερό «εγώ» που οδήγησε στη σημερινή χρεοκοπία των αξιών, των ιδεών και της χώρας ολόκληρης.

Το βόλεμα και οι μανιέρες

«Να είμαστε καλοί πολίτες είναι ο σημερινός τρόπος διαμαρτυρίας. Η πιο επαναστατική πράξη σήμερα είναι ένας νέος να σταματήσει τους γονείς του που χτίζουν αυθαίρετο στα καμένα. Να αρνηθεί την κουλτούρα της καταστροφής». Κι όμως δεν είναι απαισιόδοξος, ούτε μίζερος. Κι ευτυχώς δεν έχει το σύνδρομο να εξιδανικεύει όσα διάψευσε η ζωή. Είναι βέβαιος ότι «μπορούμε να αλλάξουμε». «Μια σάλπιγγα χρειάζεται να ηχήσει με καινούργιο όραμα» κλείνει την κουβέντα μας με ελπίδα.

Μου χαρίζει τα δυο πρώτα βιβλία του, «Περί Μαιάνδρου» ένα χαμένο χειρόγραφο του Κ. Καρυωτάκη και το μυθιστόρημα «Απρόσμενα αισθήματα», ενώ από τη βιβλιοθήκη απέναντι η αγέλαστη εικόνα του Μάο σε φωτιστικό και πιο κει σε ματριόσκες οι ατσαλάκωτες μορφές του Μαρξ, του Λένιν και του Στάλιν παρακολουθούν στη σκιά. «Δώρα από φίλους» απαντά στο βλέμμα μου ο Γιώργος Κοτανίδης πριν κλείσει την πόρτα πίσω μου.

Βλέποντας το επίπεδο των νέων στο θέατρο νιώθει ευτυχής, «γιατί ο σπόρος που ρίξαμε με το Ε.Θ. πέτυχε». «Πιστεύαμε πως θέατρο χωρίς ηθοποιό δεν γίνεται, όπως ότι καθορίζουμε εμείς τη μοίρα αυτού που παρουσιάζουμε». Για τις επιχορηγήσεις έχει άποψη. «Το κράτος πρέπει να βοηθάει την τέχνη όταν μπορεί, δεν πιστεύω όμως στη μονιμότητα των επιχορηγήσεων.

Το βόλεμα δημιούργησε μανιέρες ακόμη και από ικανούς».

Αυτό το διάστημα παίζει στον «Περικλή» του Σαίξπηρ που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Χουβαρδάς (θα παρουσιαστεί και στην ολυμπιάδα Σαίξπηρ στο Λονδίνο), ενώ όπου να ‘ναι αρχίζει πρόβες για τον «Τρωίλο και τη Χρυσηίδα». Δύο παραγωγές που τον έφεραν για πρώτη φορά στα 66 του στο Εθνικό Θέατρο, στα 41 χρόνια της καριέρας του!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή