Οι ζωγράφοι αυτο-αποκαλύπτονται

Οι ζωγράφοι αυτο-αποκαλύπτονται

5' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οδηγώντας προς την Εθνική Γλυπτοθήκη: στρίβεις δεξιά από τη Μιχαλακοπούλου στην Κατεχάκη. Στο τέταρτο φανάρι, στην είσοδο για το Αλσος του Στρατού, στρίβεις ξανά δεξιά. Ακολουθείς τις πινακίδες που γράφουν «Προς Εθνική Γλυπτοθήκη», οι οποίες όμως κάποια στιγμή σταματούν. Αν έπειτα από περίπου πενήντα μέτρα δεν δεις στο βάθος δεξιά, τα γλυπτά στον εξωτερικό χώρο, θα καταλήξεις στο Badmninton, προσπαθώντας ακόμα να βρεις την Εθνική Γλυπτοθήκη. Η σήμανση είναι ένα κλασικό πρόβλημα στη χώρα μας και οι υπεύθυνοι της Εθνικής Πινακοθήκης, και του παραρτήματός της, της Εθνικής Γλυπτοθήκης, μπορούν να το διορθώσουν άμεσα.

Ο ιστορικός και όμορφος αυτός χώρος όμως προσφέρεται για τέχνη: άπλα ουρανού, μια απέραντη πράσινη έκταση τριγύρω και το απαραίτητο σκηνικό παρακμής από τα εκπληκτικά, παλαιά κτίσματα του Στρατού – κατά τόπους, το σκηνικό, υπό βροχή, γίνεται έντονα αγγελοπουλικό.

Η αλήθεια είναι ότι την ημέρα που επισκεφθήκαμε την Εθνική Γλυπτοθήκη, την περασμένη Κυριακή, όλα ήταν εναντίον μας: η βροχή ήταν συνεχής, ενώ δεν υπήρχε άλλη συζήτηση στα χείλη όλων παρά η επικείμενη ψηφοφορία στη Βουλή και η απογευματινή συγκέντρωση στο Σύνταγμα (αμφότερες ξέρουμε πώς εξελίχθηκαν).

Ωστόσο, ένα μικρό πλήθος είχε συγκεντρωθεί για μία από τις καθιερωμένες ξεναγήσεις στη Γλυπτοθήκη και αυτή τη φορά, η ξενάγηση είχε μιαν ιδιαιτερότητα: θα ήταν παρόντες τρεις καλλιτέχνες, έργα των οποίων περιλαμβάνονται στην έκθεση «Στα άδυτα της Εθνικής Πινακοθήκης – Αγνωστοι θησαυροί από τις συλλογές της – Μεταπολεμική και σύγχρονη τέχνη».

«Οι αποθήκες της Εθνικής Πινακοθήκης έχουν ακόμα άγνωστους, ανεξερεύνητους θησαυρούς», μας είπε η Λ. Τσίκουτα στο περιθώριο της βόλτας μας στη Γλυπτοθήκη. «Οταν η κ. Λαμπράκη-Πλάκα μού πρότεινε να συγκεντρώσω μερικά από τα μεταπολεμικά έργα που διαθέτουμε, και τα οποία δεν υπάρχει χώρος να εκτεθούν όπως πρέπει στο κεντρικό κτίριο της Πινακοθήκης, άρπαξα την ευκαιρία. Το πιο συναρπαστικό όμως ήταν η ίδια η διαδικασία επιλογής των έργων, η έρευνα και, βέβαια, η σχολαστική συντήρηση των έργων από ειδικούς, τα πράγματα που ανακαλύψαμε στην πορεία. Ο βασικός άξονας ήταν τα ίδια τα έργα, αυτά μας έδειξαν τον δρόμο για το πώς θα έπρεπε να στηθεί η έκθεση. Και, δυστυχώς, και πάλι έπρεπε να κάνω μια επιλογή: καταλήξαμε σε ογδόντα επτά έργα, αφήνοντας απ’ έξω, προς το παρόν, άλλα εξήντα πέντε».

Σύμφωνα και με το σκεπτικό, «η έκθεση αντανακλά τη γοητευτική, μοναχική διαδικασία διερεύνησης, αναζήτησης και επιλογής του επιμελητή ενός μουσείου». Επίσης, όπως σημειώνεται, «η επιλογή των συγκεκριμένων έργων στο Γουδί αποτελεί μόνο μία εκδοχή. Πολλοί και σημαντικοί σύγχρονοι Ελληνες καλλιτέχνες απαρτίζουν αυτή την ξεχωριστή εκδοχή από τις συλλογές του Μουσείου. Στη μεγαλύτερη πλειοψηφία πρόκειται, είτε για άγνωστα έργα είτε για έργα που ενδεχομένως έχουν εκτεθεί πολύ παλαιότερα είτε για σημαντικά, αντιπροσωπευτικά έργα, τα οποία εκτέθηκαν, την τελευταία πενταετία, στο πλαίσιο των διαφορετικών εκθέσεων των Νέων Αποκτημάτων».

Σε ό,τι αφορά τα γλυπτά που παρουσιάζονται στην έκθεση, πρόκειται για άγνωστους θησαυρούς που προέρχονται από τις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης. Καλύπτουν τον 19ο, κυρίως όμως τον 20ό αιώνα και αποτυπώνουν τις πιο χαρακτηριστικές τάσεις, συμπληρώνοντας έτσι την εικόνα και της νεοελληνικής γλυπτικής και της πλούσιας συλλογής του μουσείου.

«Πατροκτονία», υπεροψία, σοκ

Από την εξαιρετική «Ζωγραφική» του Γιάννη Γαΐτη, έργο του 1958, με τη γόνιμη επιρροή του Πικάσο, την εκπληκτική «Νέα Υόρκη» (1959) του Θάνου Τσίγκου και την εγκατάσταση «Κουρτίνες» (1968) του Παύλου (Διονυσσόπουλου), έως το υποβλητικό «Ερωτικό» (1981) του Νίκου Κεσσανλή, τη «Ζωγραφική» του Ντίκου Βυζάντιου (αυτό το «ποίημα βελούδινα ανάγλυφης πινελιάς») και τη «Σταύρωση» του Κώστα Τσόκλη, ένα αφαιρετικό έργο από το οποίο λείπει ο σταυρός αλλά κυριαρχεί το αίμα και ο ιδρώτας πάνω σε σκοτεινό φόντο, η ξενάγηση στην Εθνική Γλυπτοθήκη είχε, όπως είπαμε, το ειδικό ενδιαφέρον της παρουσίας τριών Ελλήνων καλλιτεχνών, οι οποίοι, φτάνοντας μπροστά στο έργο του ο καθένας, πήραν τον λόγο.

Αγγελος Σκούρτης

Πρώτος μίλησε ο Αγγελος Σκούρτης, το έργο του οποίου «Μετα-Γραφή» (τρίπτυχο, 1984 – 86) περιλαμβάνεται στην έκθεση. Ο καλλιτέχνης, αφού στην αρχή τόνισε το γεγονός ότι δεν περίμενε, δεν φανταζόταν ότι όλος αυτός ο πλούτος της νεώτερης ελληνικής τέχνης ήταν κρυμμένος τόσο καιρό, στάθηκε στο κοίταγμα προς τα πίσω όχι σαν οπισθοδρόμηση αλλά σαν αναζήτηση του καινούργιου μέσα στην παράδοση. «Νεώτερος έλεγα πρέπει να «σκοτώσω» τον πατέρα μου για να προχωρήσω. Τώρα λέω πού είσαι πατέρα. Η καταστροφή δεν θα μας φέρει στο καινούργιο, αλλά η φρέσκια ματιά πάνω στο παλαιό». Ο Αγγελος Σκούρτης υπογράμμισε επίσης ότι όλα αυτά τα έργα της έκθεσης αναδεικνύουν το ότι στην ελληνική τέχνη «δεν έχει χώρο το αποτρόπαιο. Η πιο τρομακτική εικόνα της αρχαιότητας είναι η κεφαλή της Μέδουσας – που δεν είναι καν αποκρουστική. Και ο Πλούταρχος, θεός του Αδη, είναι ένας πολύ όμορφος άνδρας. Βλέπω αυτή τη συνέχεια μέσα από τις ωραίες, απαλές μορφές σε όλα αυτά τα σύγχρονα έργα γύρω μας».

Γιώργος Διβάρης

Φτάνοντας στην εγκατάσταση «Υπεροψία» (2006), του Γιώργου Διβάρη, τον λόγο πήρε ο δημιουργός, ο οποίος, αφού εξέφρασε τη δική του ανάγκη όχι να μιλήσει ο ίδιος αλλά να αφήσει το κοινό να μιλήσει, «θα μάθαινα περισσότερα έτσι», εξήγησε ότι μέσα από το έργο αυτό θέλησε να αποδώσει εικαστικά την έννοια της υπεροψίας, μέσα από ένα κοίταγμα στα πράγματα «κυριολεκτικά από πάνω προς τα κάτω» – με αποκορύφωμα το βίντεο από τις κάμερες των βομβαρδιστικών τη στιγμή που χτυπούν τον στόχο. Επίσης, ο Γ. Διβάρης στάθηκε πολύ σε ένα άτιτλο έργο του Αλέξη Ακριθάκη, για τη δυσκολία στην επιλογή και τον συνδυασμό των υλικών, μια διεργασία που στον αμύητο μοιάζει «εύκολη, ότι μπορεί και αυτός να το κάνει. Αλλά δεν είναι καθόλου έτσι».

Γιώργος Γκολφίνος

Με αφορμή το έργο του «Νεκρόπολις Α΄» (1988), ο Γιώργος Γκολφίνος συνέχισε από εκεί που σταμάτησε ο Αγγ. Σκούρτης. Εκανε λόγο περί εντοπιότητας και εθνικού χρώματος και ότι με το έργο αυτό αποπειράθηκε να απεικονίσει το σοκ που υπέστη ο ίδιος με τη φυσική καταστροφή της χώρας – «όχι από μια σκοπιά οικολογική, αλλά με την έννοια ότι η φύση, το ποτάμι, ήταν ένα κομμάτι της ζωής μου, της παιδικής μου ηλικίας». Δεν παρέλειψε ακόμα να αναφέρει ότι δοκίμασε και ένα «μικρό σοκ» από τα έργα που είδε στην έκθεση της Γλυπτοθήκης. «Ο μύθος περί συντηρητισμού της Εθνικής Πινακοθήκης πέφτει με αυτή την έκθεση», είπε χαρακτηριστικά.

Παρόντες σήμερα άλλοι πέντε καλλιτέχνες

Οι τρεις καλλιτέχνες που ήταν παρόντες στην ξενάγηση της περασμένης Κυριακής ήταν οι Γιώργος Γκολφίνος, Γιώργος Διβάρης και Αγγελος Σκούρτης. Σήμερα, στον ίδιο χώρο, στις 12 μ., πραγματοποιείται μια ανάλογη ξενάγηση, παρουσία των: Γιάννη Αδαμάκου, Στέφανου Δασκαλάκη, Κυριάκου Κατζουράκη, Χρόνη Μπότσογλου και Γιώργου Ρόρρη.

Παρούσα ήταν και η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης κ. Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, η οποία υπερασπίστηκε με σθένος τη σύγχρονη ελληνική τέχνη, ξεκινώντας από τη γενιά του ’30 και δηλώνοντας ότι όχι μόνο στον χώρο της ζωγραφικής και των καλών τεχνών, αλλά και στη λογοτεχνία, υπήρξε μια από τις πιο «ενήμερες γενιές πάνω στα καλλιτεχνικά και πνευματικά πράγματα της εποχής της» και ότι η καταφυγή στην παράδοση δεν ήταν μια οπισθοδρόμηση αλλά μια «επιστροφή στο κλασικό». Την επιμέλεια της έκθεσης έχει η ιστορικός τέχνης δρ Λίνα Τσίκουτα-Δεϊμέζη, ενώ την επιμέλεια της έκθεσης γλυπτικής έχουν οι ιστορικοί τέχνης, δρ Τώνια Γιαννουδάκη και Αρτεμις Ζερβού.

Η έκθεση στην Εθνική Γλυπτοθήκη θα κρατήσει έως τις 30 Απριλίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή