Αυθεντικός σε κάθε του βήμα

Αυθεντικός σε κάθε του βήμα

4' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Δεν έχω αποσυρθεί», απαντάει ευγενικά όταν τον ρωτάω αν γράφει καινούργια τραγούδια, «είμαι παρών». «Και αν τα τραγούδια μου φαίνονται πολλά δεν είναι, απλώς τα περισσότερα άντεξαν στον χρόνο».

Στον νου όλων μας, βέβαια, ο Γιάννης Σπανός θεωρείται ένας από τους πολυγραφότατους και πιο τραγουδισμένους συνθέτες. Από εκείνους που σφράγισαν με το αίσθημά τους τη δεκαετία του ’70 με τραγούδια σαν το «Μια αγάπη για το καλοκαίρι», «Εκείνο το καλοκαίρι» κι ας έγινε ύμνος των ερωτευμένων το «Σαν με κοιτάς» δημιουργώντας πρότυπα και καίγοντας καρδιές με τα κινηματογραφικά είδωλα της εποχής: την Ελενα Ναθαναήλ στα ντουζένια της και τον Λάκη Κομνηνό. Και ύστερα το ένα καλύτερο από το άλλο. «Βροχή και σήμερα», «Οδός Αριστοτέλους», «Σπασμένο καράβι», «Μαρκίζα», «Θα με θυμηθείς», «Πες πως μ’ αντάμωσες», «Μια φορά μονάχα φτάνει», «Φταίμε κι οι δυο», «Σαν με κοιτάς», «Κίτρινη πόλη» κ.ά.

Και όμως, αυτός ο χαμογελαστός και πάντα ευγενικός δημιουργός που ξεκίνησε την καριέρα του στο Παρίσι, δίπλα σε Γάλλους μουσικούς και ηθοποιούς συνοδεύοντάς τους στο πιάνο, μύθους όπως η Μπριζίτ Μπαρντό και η Ζιλιέτ Γκρεκό, τα θυμάται όλα αυτά μάλλον ύστερα από δημοσιογραφική πίεση, παρά από διάθεση να κομπάσει.

Ο Καβάφης

Στέκεται περισσότερο στην αγάπη του για την ποίηση (έχει μελοποιήσει ποιήματα των: Γεωργίου Βιζυηνού, Μυρτιώτισσας, Νίκου Καββαδία, Μίλτου Σαχτούρη, Κώστα Βάρναλη, Βασίλη Ρώτα κ.ά.) και στον Καβάφη. Ενας δίσκος με τον Μανώλη Μητσιά που θα κυκλοφορήσει τα Χριστούγεννα. Ρίσκο για την εποχή μας, δεν το αρνείται, αλλά «θέλω Καβάφη που να τραγουδιέται, όχι μουσική υπόκρουση». Αυτά δουλεύει εντατικά καιρό τώρα, κάνοντας ένα διάλειμμα στο «Βεάκειο» στις 26 του μηνός. Ημέρα και των γενεθλίων του (στα 70 πια) και ας προτιμά τις γιορτές. Μια συναυλία με παλιούς και νέους φίλους όπως οι: Αρλέτα, Τάνια Τσανακλίδου, Σταμάτης Κραουνάκης, Μανώλης Μητσιάς, Μιχάλης Βιολάρης, Ελένη Δήμου, Κατερίνα Κούκα, Εμιγκρέ, Κώστας Καράλης, Ηλίας Ασβεστόπουλος, Κώστας Καραφώτης, Πένυ Ξενάκη κ.ά. «Οταν έπεσε η ιδέα για το Βεάκειο απόρησα, γιατί δεν μου προτείνουν μεγάλα πράγματα. Και το Ηρώδειο που ζήτησα, τρεις φορές μου το αρνήθηκαν».

Ετσι, θα αφήσει για λίγο το σπίτι στο Κιάτο, τον κήπο και τα 1.600 είδη φυτών για τα οποία καμαρώνει όλα αυτά τα χρόνια που προτιμά να μένει εκεί από το σπίτι της οδού Μοσχονησίων στην πλατεία Αμερικής. «Δεν είναι ότι γέμισε Σενεγαλέζους, μάθαμε να συνυπάρχουμε, απλώς προτιμώ τη γη και τη φύση».

Μη φανταστείτε ότι εκεί κάθεται και αναπολεί τα παλιά. Το κέφι, η διάθεση και το χιούμορ δεν τον κρατούν στους τέσσερις τοίχους. «Εχω παρέες, φίλους, πηγαίνω στα καφέ, τα μπαρ και τα κλαμπ. Μου αρέσει ότι τα παιδιά σε αυτούς τους χώρους δεν σκλαβώνονται από φίρμες και μύθους, πρώην και νυν. Επίσης ότι δεν θέλουν τις ετικέτες που βάζαμε εμείς».

Ο ίδιος απεχθανόταν πάντα τους διαχωρισμούς. Φαίνεται και από την ευελιξία του να κινείται στους πιο ετερόκλητους μουσικά χώρους. «Εγραφα «νέο κύμα», λαϊκά και ό,τι ήθελα. Επαιρνα την αυθεντικότητα κάθε χώρου. Οταν έβγαλα το «Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο» με την Κατερίνα Κούκα όλοι νόμισαν πως το έγραψε ο Χρήστος Νικολόπουλος. Μου αρέσει να αιφνιδιάζω, όχι από επίδειξη αλλά με διάθεση παιχνιδιού. Δεν λειτουργώ με παραγγελία, το αίσθημα με παρακινεί κάθε φορά».

Τραγούδια του έχουν τραγουδήσει πολλοί: Αρλέτα, Κώστας Καράλης, Καίτη Χωματά, Γιάννης Πάριος, Ελένη Δήμου, Χάρις Αλεξίου, Σταμάτης Κόκοτας, Γιάννης Πουλόπουλος κ.ά. Ομως ο ίδιος στέκεται κυρίως στους νέους. «Αυτοί θέλουν υποστήριξη». Παιδιά που ξεχώρισαν στα ριάλιτι, όπως οι: Καραφώτης, Ραλλία, Θαλασσοχωρίτης και άλλα που χάθηκαν στην πορεία. «Δεν είναι εύκολος ο δρόμος τους, ας μην είμαστε αυστηροί. Στην αρχή τους θέλουν όλοι και ύστερα χάνονται, γιατί τα κανάλια έβαλαν στόχο τον επόμενο. Εγώ είμαι υπέρ της ευκαιρίας. Το δικό τους βάρος είναι μεγαλύτερο από εκείνο των δικών μας χρόνων».

Ο Γιάννης Σπανός ξεκίνησε τέλη του 1959. Εκανε το χατίρι στον οδοντίατρο πατέρα του να μπει στη Νομική, αλλά τελικά επέλεξε το Παρίσι και την αριστερή όχθη. Ηταν η εποχή των Αζναβούρ, Μπεκό, Μπρελ, Μπρασένς. «Γνώρισα και συμμετείχα στην ατμόσφαιρα των γαλλικών μπουάτ που αργότερα μετέφερα για λίγο στην Πλάκα». Δεκαπέντε χρόνια έμεινε εκεί (μόνο για διακοπές ερχόταν στην Ελλάδα) συνοδεύοντας τους τραγουδιστές με ένα πιάνο. Αρχισε να μελοποιεί Γάλλους ποιητές και στιχουργούς, γνωρίστηκε και έγραψε τραγούδια για την Μπριζίτ Μπαρντό και την Γκρεκό, έγινε φίλος με την Μπαρμπαρά, την Πία Κολόμπο και όχι μόνο. «Εμείς εύκολα ξεχνάμε, στη Γαλλία δεν ξεχνούν ποτέ».

Τελικά τον κέρδισε η Αθήνα και η γνωριμία του -μέσω του Γιώργου Παπαστεφάνου- με τον Γιώργο Πατσιφά. «Ψάχνοντας να βρει νέους ανθρώπους ο Πατσιφάς επένδυσε στον Μαρουδή, σε μένα και άλλους τότε δημιουργούς. Ακούγοντας οι δημοσιογράφοι τα τραγούδια μας, έγραφαν για τη φρεσκάδα που διέκριναν κάνοντας λόγο για ένα νέο ρεύμα. Πώς να το πούμε αναρωτιόταν ο Πατσιφάς, κι εγώ πέταξα την ιδέα: «Νέο κύμα», επειδή εκείνη την εποχή στο Παρίσι ήταν μόδα η Νουβέλ Βαγκ».

«Ολοι παλέψαμε»

Λέει πως δεν χαρίστηκε τίποτε στη γενιά του. «Ολοι παλέψαμε και δεν αντιγράφαμε ο ένας τον άλλον. Καμαρώναμε για το καλό τραγούδι του συναδέλφου. Ετσι είχαμε δημιουργικές παρέες γιατί ήταν δημιουργικές και οι εποχές». Και τώρα; «Η δεκαετία του ’60 ήρθε μετά από καταστροφικά χρόνια. Τώρα ζούμε μια νέα καταστροφή η οποία ευτυχώς πήρε μαζί της όλη αυτή την ψεύτικη ατμόσφαιρα, το γκλάμουρ, τα ονόματα που δεν συγκινούν κανέναν, τα πρώτα τραπέζια στα οποία κι εγώ πήγαινα, δεν το αρνούμαι. Μετά τον πάτο του πηγαδιού θα ανεβούμε, είμαι σίγουρος. Καταλάβαμε ότι δανεικό ήταν και το αίσθημα που ζούσαμε. Ας κοιτάξουμε δίπλα μας στα μικρά μαγαζιά, τα μεζεδοπωλεία, τις παρέες. Αυτό ήταν πάντα η Ελλάδα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή