Σύγκρουση δύο γενεών

4' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«All you need is love» τραγούδησαν οι Beatles το 1967, συμπυκνώνοντας σε μερικές γραμμές το πνεύμα μιας ολόκληρης γενιάς. Μιας γενιάς που δήλωνε αποφασισμένη να κόψει κάθε δεσμό με τις προηγούμενες… και που ώς έναν βαθμό τα κατάφερε. Στο βραβευμένο έργο του «Love love love», ο Βρετανός συγγραφέας Μάικ Μπάρτλετ διερευνά την παρακαταθήκη -και τα συντρίμμια- που άφησαν πίσω τους το περίφημο «καλοκαίρι της αγάπης» και ο Μάης του ’68. Αντί για μεγάλα γεγονότα ή εξέχουσες προσωπικότητες, εστιάζει στα μέλη μιας μεσοαστικής αγγλικής οικογένειας, που εκ πρώτης όψεως απέχει έτη φωτός από την ελληνική πραγματικότητα. Εντούτοις, οι θεατές της παράστασης, που παρουσιάζεται στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη, δεν αργούν να εντοπίσουν τις ομοιότητες.

Η γνωριμία της Σάντρα (Αννα Κουτσαφτίκη) και του Κεν (Διαμαντής Καραναστάσης), το καλοκαίρι του ’67, εξελίσσεται σε κεραυνοβόλο έρωτα, τόσο έντονο, ώστε τα συναισθήματα του αδελφού του Κεν, Χένρι (Νέστορας Κοψίδας), για τη Σάντρα περνούν σε δεύτερη μοίρα. Αλλωστε, όπως υπενθυμίζουν ο ένας στον άλλο επηρεασμένοι από το πνεύμα της εποχής τους, «όλοι μας θα πεθάνουμε, γι’ αυτό δεν έχουμε δικαίωμα να χαραμίζουμε τη ζωή μας». Στις επόμενες πράξεις, που εκτυλίσσονται το 1990 και το 2011, ο έρωτας δίνει τη θέση του στη ρουτίνα, στους διαπληκτισμούς και στο χάσμα μεταξύ της γενιάς του ζευγαριού και εκείνης των παιδιών του (Ειρήνη Στρατηγοπούλου, Κώστας Συλβέστρος). Οι πρώτοι έκαναν την επανάστασή τους πριν αφοσιωθούν στην καριέρα τους, για να καταλήξουν ευκατάστατοι συνταξιούχοι με ήσυχη συνείδηση. Οι δεύτεροι μεγάλωσαν χορτάτοι και σίγουροι ότι μπορούν να ακολουθήσουν τα όνειρά τους, ώσπου η ενηλικίωση τους έφερε αντιμέτωπους με τη συνειδητοποίηση ότι πιθανότατα δεν θα απολαύσουν ποτέ το επίπεδο ζωής των γονέων τους.

Οταν έρχεται η στιγμή για την αναζήτηση ενόχων, τα παιδιά κατηγορούν τους γονείς τους ότι η γενιά τους «σκαρφάλωσε στη σκάλα και ανεβαίνοντας τη διέλυσε…», ομολογεί η 40χρονη Ρόζι στην πιο σπαρακτική σκηνή. «Εσείς δεν αλλάξατε τον κόσμο, απλώς τον αγοράσατε», συνεχίζει, για να εισπράξει την απάντηση: «Είχες τις ευκαιρίες σου. Εκανες τις επιλογές σου», μαζί με μια κυνική ερώτηση: «Γιατί πήρες κατά γράμμα ό, τι σου είπαμε; Ο δικός σου ρόλος είναι να επαναστατείς». Παραλληλίζοντας την εποχή της αφθονίας και της υπερβολής, που πλέον μοιάζει να έχει παρέλθει οριστικά, με μια ανεξέλεγκτη γιορτή, η σκηνοθέτις εξηγεί: «Οταν διάβασα το έργο, το μυαλό μου πήγε στη σκέψη ότι αυτά τα 45 χρόνια ήταν ένα πάρτι». Σταδιακά, ο συγγραφέας αποδομεί τα ιδανικά των «παιδιών των λουλουδιών», που διακήρυτταν την πίστη τους στην αγάπη αλλά δεν κατάλαβαν ότι η αγάπη απαιτεί συνειδητή προσπάθεια.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η δεκαετία του ’60 δεν έφερε σημαντικές κατακτήσεις, ιδιαίτερα σε επίπεδο ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Ωστόσο, η πρωτοφανής μαζικότητα του κινήματος ήταν ταυτόχρονα η αιτία της καταστροφής του. Οπως το θέτει ο Νέστορας Κοψιδάς, «μια επαναστατική ιδέα έγινε ποπ κουλτούρα. Ο, τι γίνεται ποπ, δημοφιλές, αυτομάτως αρχίζει να φθίνει». Η Μαριάννα Κάλμπαρη συμπληρώνει: «Κάτω από την ομπρέλα αυτού του κινήματος μπήκαν άνθρωποι που δεν το πίστευαν στ’ αλήθεια. Λένε «αλλάζουμε τον κόσμο» ενώ κάθονται στον καναπέ τους και βλέπουν τηλεόραση». Πράγματι, οι νεαροί πρωταγωνιστές της πρώτης πράξης δεν παρουσιάζονται να αγωνίζονται για να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά καθισμένοι σε έναν καναπέ, με την τηλεόραση να δείχνει την έναρξη της πρώτης παγκόσμιας εμβέλειας εκπομπής του BBC με τίτλο «Our world» – για τις ανάγκες της οποίας γράφτηκε το «All you need is love».

«Δεν είμαστε έτσι…»

Τι κοινά έχει η βρετανική γενιά του ’68 με την αντίστοιχη ηλικιακή ομάδα στην Ελλάδα; «Ακόμα και για τις αγγλικές οικογένειες, το βασικό ζευγάρι είναι γραμμένο ακραία», υποστηρίζει ο Διαμαντής Καραναστάσης. «Γι’ αυτό είναι πιο  εύκολο να ταυτιστούν οι νέοι με τους νέους του έργου, ενώ οι ηλικιωμένοι παίρνουν μια απόσταση. Φεύγουν με μια ανακούφιση ότι «εμείς δεν είμαστε έτσι» …». Φαίνεται όμως ότι τα κοινά στοιχεία είναι κάθε άλλο παρά αμελητέα. Η ελληνική γενιά του Πολυτεχνείου, «που κάποτε φώναζε «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία», είναι αυτή που έβγαλε τα περισσότερα χρήματα, που κινήθηκε προς την κατεύθυνση του χρήματος και της καλής ζωής», τονίζει η Αννα Κουτσαφτίκη. Αντίθετα, τα παιδιά της δεν είχαν την ευκαιρία και ενδεχομένως ούτε τη δύναμη να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα.

Η ευθύνη για την τρέχουσα κατάσταση στην Ευρώπη της κρίσης είναι δύσκολο να καταλογιστεί σε μία γενιά. «Είναι πολύ σκληρό να πω ότι φταίει η γενιά των γονιών μου, γιατί και αυτοί δεν ήξεραν. Θεωρούσαν ότι τα πράγματα θα ήταν πάντα όπως είναι», παραδέχεται το νεότερο μέλος της ομάδας, ο 23χρονος Κώστας Σιλβέστρος. Ισως αυτό που έχει σημασία δεν είναι η απαγγελία κατηγοριών, αλλά η προσπάθεια για τη δημιουργία ενός καλύτερου αύριο. Στην τελευταία σκηνή το έργο έχει τελειώσει, όμως ένα καινούργιο ξεκινάει. «Το θέμα είναι πώς συνεχίζουμε», υπογραμμίζει η σκηνοθέτις. «Δεν είναι αγάπη μόνο η ερωτική, είναι και η αγάπη γι’ αυτό που κάνουμε, η δημιουργία. Πρέπει να βρούμε τον τρόπο να δημιουργήσουμε κάτι καινούργιο».

Το σκηνικό της παράστασης συμπληρώνει η ανάλογη μουσική επένδυση: μια περιεκτική αναδρομή στα 45 χρόνια που μεσολάβησαν από το 1967 έως το 2013, σε επιλογές του Γιάννη Σορώτου. Οι στίχοι όλων ανεξαιρέτως των τραγουδιών περιέχουν τη λέξη «love».

Το έργο «Love love love» συνεχίζεται στο Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου 14).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή