Ταινίες με αιτία τη Βρετανία της Θάτσερ

Ταινίες με αιτία τη Βρετανία της Θάτσερ

5' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν χρειαζόταν να σχολιάσει ο Κεν Λόουτς τον θάνατο της Μάργκαρετ Θάτσερ για να αποκαλυφθεί η «σχέση» ανάμεσά τους. Η απέχθεια του Βρετανού σκηνοθέτη για την επί 12ετία πρωθυπουργό του αποτυπώθηκε πλήρως και στη σαρκαστική δήλωσή του, τις πρώτες ώρες μετά την αναγγελία του τέλους: «Πώς να την τιμήσουμε, όπως της αξίζει; Να ιδιωτικοποιήσουμε την κηδεία της». Ο Λόουτς δεν ήταν ο μόνος κινηματογραφιστής – πολέμιος της Μάργκαρετ Θάτσερ. Ενα μεγάλο και προβεβλημένο κομμάτι του αγγλικού σινεμά έχει τις χειρότερες αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο.

Ο Λόουτς, ιδεολογικά στρατευμένος στον χώρο της Αριστεράς –όχι άκριτα και χωρίς αιχμές– είχε πάντα και σε διάρκεια τον πρώτο λόγο, ντύνοντας με εικόνα την οικονομική κρίση και τον κοινωνικό αποκλεισμό της εργατικής τάξης, τη φτώχεια και την ανεργία. Στην τηλεταινία του «The view from the woodpile» (1989, «Η θέα απ’ το σωρό των ξύλων»), συνδυασμό ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, ένας νέος περιγράφει τη συνθήκη ζωής του: «Μας είπαν: “Πηγαίνετε στο σχολείο, περάστε τις εξετάσεις σας κι όταν βγείτε, θα βρείτε μια δουλειά”. Ετσι κι εγώ, πήγα σχολείο, μελέτησα σκληρά και πέρασα όλες τις εξετάσεις… Χαμένοι κόποι: κάθε δύο εβδομάδες υπογράφω και παίρνω το επίδομα ανεργίας, που ξοδεύω σε δύο ημέρες. Τις άλλες δώδεκα κάθομαι και περιμένω. Δεν έχει και πολύ νόημα αυτή η ζωή…». Μια πρώην φοιτήτρια ζωγραφικής εξηγεί τους φόβους της για τα παιδιά που θα γεννηθούν σ’ έναν κόσμο ο οποίος δεν τους προσφέρει καμιά ελπίδα: «Ελπίζω μόνο, όταν το παιδί μου μεγαλώσει, να μην πάει με τους Συντηρητικούς και να μη γίνει ρατσιστής ή φασίστας». Ηταν η δεκαετία (του ’80) κατά την οποία ο Λόουτς παρακολουθούσε και κατέγραφε τους αγώνες των λιμενεργατών, των ανθρακωρύχων, δημοσιογραφικές έρευνες, συζητήσεις, συνέδρια (των Εργατικών και των Συντηρητικών). Κινητό αρχείο γεγονότων, αποθήκευσε πολύτιμες μαρτυρίες μιας εποχής και των μεγάλων κοινωνικών ανακατατάξεών της.

Τρεις ιστορίες

Από την πλούσια φιλμογραφία του Λόουτς, τρεις κινηματογραφικές ταινίες συμπυκνώνουν ίσως πληρέστερα τη θέση του απέναντι στο κράτος της Θάτσερ, ακόμη και μετά το τέλος της θητείας της: «Ριφ – Ραφ» (1991), «Βροχή από πέτρες» (1993), «Ladybird, ladybird» (1994). Οικοδόμοι, άνεργοι οικογενειάρχες και μια γυναίκα που γεννάει σαν «κουνέλα», σε μια λυσσώδη αντιδικία με το αγγλικό κράτος πρόνοιας, που της παίρνει τα παιδιά για να τα σώσει από την απερίσκεπτη μάνα τους, είναι οι πρωταγωνιστές των τριών ιστοριών. Σε συνέντευξή του το 1993 με αφορμή την, δημοφιλή και στην Ελλάδα, «Βροχή από πέτρες», ο Λόουτς λέει: «Τα προβλήματα της αγγλικής κοινωνίας έχουν αλλάξει στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων του θατσερισμού. Το αδιέξοδο της σημερινής γενιάς είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι τη δεκαετία του ’60, που ήταν λιγότερο απελπισμένη. Παρ’ όλο που τότε ήμουν τριάντα χρόνων, ανήκα στη γενιά των Βρετανών κινηματογραφιστών που τους αποκαλούσαν angry young men. Η οργή δεν είναι μάταιο συναίσθημα, αλλά είναι το τελευταίο στάδιο πριν από την απελπισία…».

Ο κινηματογραφικός κόσμος του Στίβεν Φρίαρς είναι διαφορετικός από εκείνον του Κεν Λόουτς. Κινείται σε άλλα περιβάλλοντα (ιδεολογικά, σεξουαλικών συμπεριφορών, επιθυμιών και αιτημάτων ζωής), το έργο του έχει εύρος και ποικιλομορφία: το 2006 γύρισε τη «Βασίλισσα», μια εξαιρετική τοιχογραφία συναισθημάτων, εσωτερικού και εξωτερικού τελετουργικού, για το πιο εμβληματικό πρόσωπο της Βρετανίας, αλλά το 1988, στο «Ο Σάμι και η Ρόουζι κάνουν έρωτα», σκιαγραφεί το Λονδίνο της Θάτσερ με χρώματα ζοφερά, μαύρο χιούμορ, κυνισμό και οξύτητα. Μέσα από την ιστορία ενός σύγχρονου παντρεμένου ζευγαριού (του Πακιστανού Σάμι και της Αγγλίδας Ρόουζι), ο Φρίαρς μάς ξεναγεί σε ένα ανατρεπτικό και ετερόκλητο Λονδίνο, μεθυστικό ανακάτωμα διανοουμένων, ναρκομανών, επαναστατημένων μαύρων, ομοφυλοφίλων, όπου η μουσική, η βία (των νέων και η κρατική τρομοκρατία), το ιδεολογικό ανακάτεμα, η σύγχυση, η απελπισία συνθέτουν ένα πολυπρισματικό κινηματογραφικό, πολιτικό και κοινωνικό κάδρο.

Ο Μάικ Λι είναι ο σκηνοθέτης που αναδεικνύει την πολιτική διάσταση μέσα από τον μικρόκοσμο: την πυρηνική οικογένεια που νοσεί και τις σχέσεις που διαλύονται και ανασυντίθενται. Η εξονυχιστική παρατήρηση της καθημερινότητας, οι ανεπαίσθητες κινήσεις και αντιδράσεις, οι μικρές λεπτομέρειες είναι σαν κοφτές, αδρές πινελιές, που προβάλλουν ένα διαφορετικό πορτρέτο της κρίσης της βρετανικής κοινωνίας. Οι ήρωές του, οδηγοί ταξί, ταμίες σε σούπερ μάρκετ ή σε δημόσιους οργανισμούς, παιδιά υπέρβαρα, άνθρωποι βυθισμένοι σε ανεκπλήρωτα όνειρα και απογοητεύσεις.

Λαός και… Κολωνάκι

Σε μία από τις πρώτες επιτυχίες του, τις «Μεγάλες προσδοκίες» (1988, «High hopes») τα πρόσωπα της ταινία ανήκουν στην τάξη που πιθανόν να υπήρξε θύμα της πολιτικής της Θάτσερ, αλλά τίποτα δεν αποκλείει να ήταν και ψηφοφόροι της. Μέσα από ένα τυχαίο συμβάν με πρωταγωνίστρια μια γηραιά κυρία, ξετυλίγεται ένα περιβάλλον στο οποίο συνυπάρχουν οι αριστερές ευαισθησίες με τον θατσερικό νεοπλουτισμό. Η πολιτική οπτική του Μάικ Λι θα μπορούσε να συνοψίζεται και στη φράση του: «Η ανθρωπότητα είναι αυτή η στιγμιαία αφαίρεση που παίρνει πολύ σοβαρά τον εαυτό της».

Ο βρετανικός κινηματογράφος (και η μήτρα του η τηλεόραση) στα 12 χρόνια της θατσερικής εξουσίας, και μετέπειτα, ανέπτυξε, παρά τις πολλές δυσκολίες, μέθοδο, όξυνε τα ανακλαστικά του, τροφοδοτήθηκε από την πραγματικότητα (και την τροφοδότησε), δεν αγνόησε το κοινωνικό τραύμα, το κατέγραψε χωρίς να το δραματοποιήσει, με ειλικρίνεια και αμεσότητα. Αντεξε την «πολλή πραγματικότητα» με ισχυρές δόσεις χιούμορ, σαρκασμού και αυτοσαρκασμού.

Ο Κεν Λόουτς για την Ακροδεξιά

Στο Φεστιβάλ Καννών του 2002 είχαμε συναντήσει τον Κεν Λόουτς με τον σεναριογράφο του Πολ Λάβερτι. Ρωτήσαμε, τότε, αν ανησυχούσαν από την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη.

Απάντησαν: «Δύο πράγματα συμβαίνουν: Από τη μία, η κατάρρευση των σοσιαλδημοκρατικών προγραμμάτων.

Από την άλλη, το οικονομικό σύστημα έχει φτάσει στο σημείο όπου η ατζέντα των επιχειρηματιών απαιτεί όλα εκείνα που θα κάνουν τους φτωχούς φτωχότερους.

Ο Μπλερ και ο Ζοσπέν που βγήκαν μέσα από ένα σοσιαλδημοκρατικό σύστημα βρίσκουν τους εαυτούς τους απολύτως ενταγμένους στην ατζέντα των επιχειρηματιών. Ολα τα καθιερωμένα κόμματα είναι κόμματα στην υπηρεσία των επιχειρηματιών. Από την άλλη, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι σε απόγνωση, ανέχεια, δυστυχία, ανασφάλεια. Ετσι, εμφανίζεται το πολιτικό κίνημα που λέει ότι ο λόγος που είσαι φτωχός είναι επειδή ο γείτονάς σου είναι μαύρος ή μετανάστης. Σου παίρνει το κρεβάτι του νοσοκομείου, τη θέση του παιδιού σου στο σχολείο. Εύκολα, λοιπόν, καταλήγεις στην Ακροδεξιά, αλλά η ευθύνη είναι των κεντρώων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, που έχουν επιτρέψει να συμβεί αυτό».

​​Στοιχεία για τον Κεν Λόουτς αντλήθηκαν από τη μονογραφία του 39ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (επιμέλεια Ν. Σαββάτης, εκδ. Καστανιώτη).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή