Σιωπηλά περνούν οι επέτειοι σε σχέση με τον Μανώλη Καλομοίρη: το 2012 συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τον θάνατό του, φέτος τα 130 από τη γέννησή του. Η υποτονική προβολή είναι κάθε άλλο παρά ενδεικτική του αποτυπώματος που έχει αφήσει το ποικίλο και μεγάλο σε όγκο έργο του. Αντανακλά, μάλλον, τη θέση, την οποία έδωσε και εξακολουθεί να δίνει το ελληνικό κράτος στην έντεχνη μουσική από την περίοδο της Μεταπολίτευσης έως σήμερα: Καθώς μαίνεται η κρίση, η πολιτεία όχι μόνο δεν συνδράμει τους θεσμούς αλλά, αντίθετα, αποσύρει την υποστήριξή της με τρόπο που τους αφήνει ποικιλοτρόπως έκθετους.
Η πληθωρική προσωπικότητα του Μανώλη Καλομοίρη ως συνθέτη, παιδαγωγού, ακαδημαϊκού, κυριάρχησε στη μουσική ζωή της χώρας μέχρι τον θάνατό του, το 1962. Από το 1910, οπότε εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, ο γεννημένος στη Σμύρνη συνθέτης κατόρθωσε να βρει τρόπο συνεννόησης με όλο το φάσμα των κυβερνώντων. Θαύμασε τον Ελευθέριο Βενιζέλο και συνεργάστηκε με τον Ιωάννη Μεταξά, ασφαλώς προς όφελος των δικών του φιλοδοξιών, ταυτόχρονα όμως προς όφελος του μεγαλύτερου φάσματος της κλασικής μουσικής: μόνον ο μοντερνισμός παρέμεινε μέχρι το τέλος ανάθεμα, «αντεθνικός» αφού δεν είχε ρίζες στην «ψυχή» του λαού, την παραδοσιακή μουσική του. Βασιζόμενος σε όσα είχαν διατυπωθεί από τον Χέρντερ ήδη κατά τον 18ο αιώνα και στα οποία στηρίχθηκαν οι «εθνικές» μουσικές σχολές σε όλη την Ευρώπη κατά τον 19ο αιώνα, ο Καλομοίρης θέλησε να διαμορφώσει ανάλογα το τοπίο στη δική του πατρίδα. Ιδρυσε δύο ωδεία, το Ελληνικό (1919) και το Εθνικό (1926), με παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα αλλά και σε πόλεις του μείζονος ελληνισμού, σε Κύπρο και Αίγυπτο. Στόχος του υπήρξε η μουσική καλλιέργεια, η παροχή της θεμελιώδους μουσικής βάσης μέσα από σημαντικά μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία και έργα. Η ιδεολογία και το όραμα κυριαρχούσαν στη σκέψη του. Το επιβεβαιώνουν τα κείμενα που επέλεξε να μετατρέψει σε όπερες ή τα οποία βρίσκονται στη βάση των συμφωνικών του έργων.
Προθέσεις και έργα θα τον καθιστούσαν ούτως ή άλλως σημαντική προσωπικότητα για τη μουσική ιστορία της χώρας. Ωστόσο, η ποιότητα των συνθέσεών του σημαντική από μόνη της και σημαντικότερη ειδικά για την Ελλάδα, θα όφειλε να τον έχει καταστήσει οικείο όνομα στους περισσότερους.
Ανάγλυφο πορτρέτο
Μακριά από προθέσεις «αγιογραφίας», ο συλλογικός τόμος που εκδόθηκε με αφορμή τη διπλή επέτειο, περιλαμβάνει δοκίμια σημαντικών μουσικολόγων και μελετητών του έργου του, όπως ο πρόεδρος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Μαλιάρας και ο διευθυντής της μουσικής βιβλιοθήκης Ερολ Υτσέρ της Κωνσταντινούπολης Αλέξανδρος Χαρκιολάκης, οι οποίοι επιμελήθηκαν την έκδοση με κείμενα των Βύρωνα Φιδετζή, Φίλιππου Τσαλαχούρη, Αναστασίας Σιώψη, Καίτης Ρωμανού, Μάρκου Τσέτσου, Γιάννη Σαμπροβαλάκη και Μαρίας Χναράκη, Γιάννη Μπελώνη, Μυρτώς Οικονομίδου και Χρήστου Η. Κολοβού. Φωτίζονται οι ποικίλες όψεις του έργου και της προσωπικότητας του Καλομοίρη, το δημιουργικό και εκπαιδευτικό του έργο, τα οράματά του και οι διαψεύσεις τους, η σχέση του με τους πολιτικούς.
Ο τόμος δεν έχει στόχο να καλύψει την απουσία κριτικής βιογραφίας του συνθέτη, αλλά οι συχνά διεισδυτικές παρατηρήσεις των συγγραφέων στο αντικείμενο που πραγματεύεται καθένας, σχηματίζουν ένα εξαιρετικά ανάγλυφο πορτρέτο και εντάσσουν με επιτυχία τον Καλομοίρη και το έργο του στο ταραγμένο πολιτιστικό τοπίο της χώρας.
Ν. Μαλιάρας, Α. Χαρκιολάκης (επιμ.), Μανώλης Καλομοίρης, 50 χρόνια μετά, fagotto books 2013, 296 σελίδες.