Η «επιβίωση» είναι η λέξη που συνδέει τα δύο ντοκιμαντέρ: το «They glow in the dark» («Λάμπουν στο σκοτάδι») του Παναγιώτη Ευαγγελίδη και «Roughcut» της Ελιάνας Αμπραβανέλ. Και ακόμα η εξερεύνηση της μοναξιάς, η αξιοπρέπεια μέσα στην αγωνία της επόμενης μέρας, το βλέμμα οικειότητας και η τρυφερότητα που προκαλούν οι ιστορίες τους.
Οι ήρωες του Π. Ευαγγελίδη είναι ο Μάικλ και ο Τζιμ, δύο μεσήλικες γκέι φίλοι, οροθετικοί, πρώην εραστές, που αποφασίζουν ύστερα από 20 χρόνια -στη διάρκεια των οποίων είχαν χάσει ο ένας τα ίχνη του άλλου- να ζήσουν μαζί, στη Νέα Ορλεάνη μετά την «Κατρίνα». «Είμαστε συνέταιροι», λένε με χιούμορ, αντιμετωπίζοντας με γενναιότητα μια δύσκολη καθημερινότητα με τους πόνους από την ασθένεια και την οικονομική δυσπραγία. Ο Μάικλ παίρνει σύνταξη αναπηρίας, φτιάχνει μικρά κουκλάκια εμπνευσμένα από τους μύθους της Λουιζιάνα που πουλάει στη Γαλλική Αγορά της πόλης. Η Ν. Ορλεάνη είναι το τραυματισμένο πλαίσιο μιας τραυματισμένης ζωής. Σαν παράλληλες πορείες. Αλλοτε ωραίοι και δυνατοί, τώρα συντετριμμένοι, αλλαγμένοι αλλά με πείσμα και επιθυμία να μην εγκαταλείψουν την προσπάθεια. Η πόλη έχει κάτι απόκοσμο· ο Μάικλ και ο Τζιμ λες και είναι πρόσωπα μιας θεατρικής παράστασης. Σε ένα σκηνικό νοτισμένο από ζέστη και υγρασία. Με δύο γάτες, έναν πολυέλαιο να στολίζει τη βεράντα, ακαταστασία μέσα στο σπίτι, φτώχεια υπαρκτή, αλλά όχι ακριβώς ορατή. Ο σκηνοθέτης έμεινε τρεις εβδομάδες μαζί τους. Τον εμπιστεύτηκαν, θέλησαν να μοιραστούν τις ιστορίες τους. «Ηταν πρόθυμοι, ανοίχτηκαν, η ταινία ήταν μια θεραπευτική διαδικασία για τους ίδιους», σχολιάζει ο Π. Ευαγγελίδης. Το ντοκιμαντέρ ενεργοποιεί αισθήσεις· υπαινίσσεται, δεν αποκαλύπτει· είναι cinema direct αλλά με ένα ανεπαίσθητο φίλτρο, την αχλύ του τόπου, της αγάπης, της φιλίας.
Για την Ελιάνα Αμπραβανέλ το «Roughcut» είναι η πρώτη απόπειρά της στο ντοκιμαντέρ. «Πάνε τρία χρόνια που μετακόμισα στις Φιλιππίνες. Είναι δέκα λεπτά δρόμος από το σπίτι μου στην Αθήνα. Το μόνο που έχω να κάνω είναι να διασχίσω το κατώφλι της Babie και ξαφνικά βρίσκομαι σε μια άλλη ήπειρο. Από τότε που τη γνώρισα, η μεταμόρφωσή της σε μια σκληρά εργαζόμενη μητέρα, πιστή σύντροφο και υποδειγματική κόρη, έχει μεταμορφώσει κι εμένα την ίδια», σημειώνει η σκηνοθέτις. Η Babie είναι γύρω στα 40 και εργάζεται ως κομμώτρια στην Κυψέλη. Αλλαξε φύλο, «όταν συνειδητοποίησε ότι τα μόνα παντελόνια που ήθελε να φοράει ήταν αυτά με τα στρας…». Πίσω από την πολύ επιμελημένη εμφάνισή της (πάντα άψογα χτενισμένη και μακιγιαρισμένη), τις μίνι φούστες και τα ψηλά τακούνια, η Babie έχει μια αποστολή: να μη λείψει τίποτα στον θετό γιο της, στον σύντροφό της και στην απαιτητική μητέρα της. Εχει ανοιχτό κανάλι επικοινωνίας με τις Φιλιππίνες μέσω Skype. Παράλληλα χορεύει, οργανώνει καλλιστεία και εκδηλώσεις για την κοινότητα των Φιλιππινέζων της Αθήνας.
Η Ελιάνα Αμπραβανέλ δεν εξετάζει τη φύση της ηρωίδας αλλά την κοινωνική της υπόσταση. Η ειλικρίνεια είναι το σημείο συνάντησης ανάμεσα στην κάμερα και την Babie· τα κοντινά πλάνα στο πρόσωπο αποτυπώνουν ήρεμη δύναμη και ατσαλάκωτη επιμονή. Την ικανότητα της γυναίκας να πείθει ότι καμιά δυσκολία δεν οδηγεί στη μιζέρια, αρκεί να υπάρχει η έγνοια για τον άλλον. Η γενναιοδωρία της προσφοράς.
Τα δύο ντοκιμαντέρ προβάλλονται από τη Μ. Πέμπτη στον «Δαναό».