Αναζητώντας τις ρίζες και τη γλώσσα που χάνεται

Αναζητώντας τις ρίζες και τη γλώσσα που χάνεται

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΠΕΡΝΑΝΤΟ ΑΤΣΑΓΑ

Ο γιος του ακορντεονίστα

μετ.: Στράτος Ιωαννίδης

εκδ. Εκκρεμές

Ο Μπερνάντο Ατσάγα είναι ο κατεξοχήν Βάσκος μυθιστοριογράφος –ένας συγγραφέας που εκπροσωπεί, στηρίζει και διαδίδει μιαν απειλούμενη κουλτούρα και μια γλώσσα που τείνει να εξαφανιστεί–, ένα ακόμη παράθυρο στο σπίτι των γλωσσών που πάει να κλείσει, αποκλείοντας έτσι, καθώς θα έγραφε και ο Τζορτζ Στάινερ, τη θέα σε «ένα διαφορετικό τοπίο και χρονικότητα, σε μια διαφορετική διάτμηση στο φάσμα της προσληφθείσας και ταξινομηθείσας εμπειρίας». Αυτήν την ξεχωριστή, τη μοναδική γωνία θέασης του κόσμου πασχίζει να διατηρήσει ο Ατσάγα, γράφοντας στα βασκικά κι ύστερα μεταφράζοντας ο ίδιος τα βιβλία του στα ισπανικά: όχι μόνο την αγροτική, «ανάδελφη» γλώσσα της παιδικής του ηλικίας, που στις δεκαετίες του πενήντα και του εξήντα τη μιλούσαν «το πολύ μισό εκατομμύριο άνθρωποι» ενάντια στις απαγορεύσεις του φρανκικού καθεστώτος, αλλά και έναν ιδιαίτερο τρόπο αντίληψης των αισθημάτων και των πραγμάτων.

Το βιβλίο του «Ο γιος του ακορντεονίστα» είναι ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης και ταυτόχρονα αποχωρισμού της βασκικής ενδοχώρας, της αγροτικής νιότης του συγγραφέα. Ομως, ανακαλώντας τη βασκική κληρονομιά, ο Ατσάγα αποφεύγει τη νοσταλγία, αυτό το παραπλανητικό «τραγούδι των σειρήνων», όπως το λέει, που εξωραΐζει το παρελθόν και διαγράφει τις αρνητικές πλευρές του. Αντίθετα, αποκαλύπτει τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις του αγροτικού μικρόκοσμου· και παρότι αρχίζει σαν λυρική, παρηγορητική εξιστόρηση ενός χαμένου παραδείσου στη φανταστική κωμόπολη Ομπάμπα (κάπου κοντά στο Σαν Σεμπαστιάν), το μυθιστόρημα εξελίσσεται σε μια άγρια ιστορία βίας, αγωνίας και ενοχής, που φτάνει μέχρι τη σύγχρονη τρομοκρατία της ΕΤΑ.

Το χειρόγραφο

Αφετηρία της αφήγησης αποτελεί η κηδεία του κεντρικού ήρωα, του Βάσκου Δαβίδ Ιμάθ, ο οποίος πεθαίνει πρόωρα στη βόρεια Καλιφόρνια, όπου και έχει εγκατασταθεί από χρόνια, αφήνοντας πίσω του μια σύζυγο, δύο μικρές κόρες και ένα πυκνογραμμένο απομνημόνευμα, «καμιά διακοσαριά σελίδες άψογα δεμένες», γραμμένο στην «παλιά γλώσσα», τη βασκική, την οποία κανένας από τους οικείους του δεν μπορεί να διαβάσει. Κι έτσι η σύζυγος του Δαβίδ το εμπιστεύεται στον Χοσέμπα, έναν από τους παιδικούς φίλους του Δαβίδ – κι εκείνος αποφασίζει να γράψει ένα βιβλίο βασισμένο στο κείμενο του εκλιπόντος, «όχι σαν αυτόν που γκρεμίζει ένα σπίτι και υψώνει στη θέση του ένα καινούργιο, αλλά με το πνεύμα εκείνου που βρίσκει το ξυλόγλυπτο ενός βοσκού που έχει πλέον φύγει, και αποφασίζει να χαράξει ξανά τις γραμμές, για να δώσει ένα καλύτερο φινίρισμα στο σκίτσο, στις φιγούρες».

Στο επίκεντρο της αφήγησης βρίσκονται η προσπάθεια του Δαβίδ να εξιχνιάσει το παρελθόν του πατέρα του, που τον υποπτεύεται ως συνεργάτη των φασιστών, η σταδιακή αποξένωσή του από το οικογενειακό του περιβάλλον, η σύνδεσή του με τους ορεσίβιους βοσκούς και αργότερα –όταν η άρνησή του να πλαισιώσει μουσικά, παίζοντας ακορντεόν, μια τιμητική τελετή εις μνήμην των φρανκιστών– η απόφασή του να βγει στην παρανομία, να προσχωρήσει σε μια ομάδα Βάσκων αυτονομιστών και να εμπλακεί σε μια σειρά ημι-τρομοκρατικών ενεργειών εναντίον της ισπανικής κυβέρνησης. Ομως, το βιβλίο κινείται και λειτουργεί τουλάχιστον σε τρία επίπεδα: ως περιπέτεια, ως αναδρομή στην ιστορία και την πολιτική της Χώρας των Βάσκων με επίκεντρο τον ισπανικό εμφύλιο και έκταμα ευρύ που φτάνει ώς τις μέρες μας, ως ανατομία των αισθημάτων και των διαθέσεων που γεννά τόσο η μεταβατική εποχή της εφηβείας και της πρώτης νιότης, όσο και η αποκάλυψη, στον ανυποψίαστο νεαρό πρωταγωνιστή, του διχαστικού παρελθόντος που εξακολουθεί να βαραίνει πάνω σε οικογένειες και κοινότητες.

Ωστόσο, παρά το επίμονο ανασκάλεμα της μνήμης, τα κυρίαρχα ερωτήματα δεν θα απαντηθούν: δεν θα διευκρινιστεί ο βαθμός συμμετοχής του πατέρα του στο φασιστικό καθεστώς ούτε του ίδιου του Δαβίδ στον αυτονομιστικό αγώνα των Βάσκων. Η μαρτυρία θα πεθάνει μαζί με τον μάρτυρα. Το ότι ο συγγραφέας κατορθώνει αυτήν την απουσία, αυτήν τη σιωπή, να τη μεταμορφώσει σε πηγή κίνησης, πηγή νοήματος, είναι και το μεγάλο επίτευγμα του βιβλίου του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή