Το ανθρώπινο θραύσμα

2' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κωστής Αντωνιάδης

«Χρησιμοποιημένες φωτογραφίες, 1985-2013»

Κείμενο:Ηρακλής Παπαϊωάννου

Εκδοση Μουσείου Μπενάκη, σελ. 160

Τιμή 28 ευρώ

Για έναν φωτογράφο με τη διαδρομή του Κωστή Αντωνιάδη, ένα αφιέρωμα στο έργο του στο Μουσείο Μπενάκη είναι μια δημόσια αναγνώριση. Η έκθεση λήγει αύριο, μένει όμως η έκδοση που παίρνει τον ρόλο μιας κιβωτού.

Ο Κωστής Αντωνιάδης έχει ένα ιδιαίτερο και αναγνωρίσιμο αποτύπωμα ως φωτογράφος. Δημιουργεί «αφηγήσεις» με ρίζες που σκάβουν έναν βυθό υποσυνείδητου και με κλώνους που απλώνονται πέρα από το γεγονός του θανάτου. Επί της ουσίας, μας παραδίδει με τις φωτογραφίες του μικρές ή μεγάλες σπουδές πάνω στον χρόνο, πάνω στην ίδια την αναίρεσή του μέσα από μια διαδικασία σύμπλευσης της θνητότητας και της αθανασίας.

Η αναδρομική του έκθεση, που συμπυκνώνεται σε αυτόν τον εύχυμο κατάλογο, παρακολουθεί έναν χρονικό κύκλο 28 ετών (1985-2013), αλλά oι διάφορες «εποχές» και οι θεματικές ενότητες αλληλοτέμνονται και αλληλοσυμπληρώνονται σαν ένα υγρό στοιχείο σε κενά στερεού.

Το βασικό νήμα του κόσμου του Κωστή Αντωνιάδη μοιάζει να είναι το ίδιο το ανθρώπινο θραύσμα ακόμη και όταν μας ξεδιπλώνει τα σιωπηλά, μαυρόασπρα αστικά τοπία της δεκαετίας του ’80.

Ο άνθρωπος ελλοχεύει, εκτίθεται και κοιτάζει πλαγίως ή κατά μέτωπο, πεπεισμένος για την ανταλλαγή φωτός και σκότους.

Αν και οι φωτογραφίες του Κωστή Αντωνιάδη θυμίζουν ενίοτε αναθηματικές πλάκες, τάματα, μενταγιόν μνήμης ή ηρώα πεσόντων, τα βλέμματα των προσώπων του ευθυγραμμίζονται σε ένα νικηφόρο νήμα ζωής.

Στην ενότητα «Αλήθειες και ψέματα», ο Κωστής Αντωνιάδης επιχειρεί μια τομή στον οικογενειακό χρόνο τοποθετώντας τον εαυτό σε διάλογο με τη μητέρα ή τον πατέρα, ή με δικές του «εποχές». Στην «Αμερικανή νύχτα», δίνει το μπλε του σκότους και το γκρι της πέτρας σε ελληνικά τοπία-γλυπτά με το σμίλεμα της Αγριας Δύσης.

Στους «Χάρτες», παίρνει θραύσματα από φύλλα ή πέτρες και αναπτύσσει μεγα-μικρόκοσμους. Στη «Συλλογή», τα σέπια γυμνά του με παραπέμπουν σε βικτωριανές πόζες του 1870.

Στα «Μυστικά», την πιο εικαστική του ενότητα, οργανώνει το σώμα ως θρυμματισμένο παλίμψηστο, υβριδικό αποτύπωμα μνήμης που φευγαλέα μου θύμισαν εικαστικά έργα της Ειρήνης Γκόνου και του Μίλτου Παντελιά.

Στους «Ηρωες & Ηρωίδες», κεφαλές ανδρών και γυναικών, σαν σε στήλες Ερμού, κοιτάζουν κατάματα τον θεατή. Στους «Διαδρόμους» συνθέτει ανθρώπινες πομπές και στo «Photo Set», τα πανό της τυπολογίας ανθρώπινης συμπεριφοράς με παραπέμπουν στον βαθύ 20ό αιώνα και στον καυστικό Νόρμαν Ρόκγουελ.

Οι «Αφίσες» και οι«Τοιχογραφίες», η πρώτη, χρονικά, ενότητα, με μαυρόασπρες φωτογραφίες από τα χρόνια 1985-1989, περιλαμβάνουν μερικές από τις πιο δυνατές αθηναϊκές αλληγορίες με τους ερειπωμένους τοίχους κατεδαφίσεων και μεσοτοιχιών, με γιγαντοαφίσες και παρεμβολές της ανθρώπινης σιλουέτας σε ένα σύνολο που θα μπορούσε να είναι «μπανάλ» (με τα σημερινά μάτια) αλλά που φθάνει στο σήμερα με καθαρότητα, εντιμότητα και καλαισθησία που ξαφνιάζει.

Φαντάσματα μνήμης σε άδεια σπίτια μοιάζουν με προνύμφες γι’ αυτό που θα ακολουθούσε στη φωτογραφική διαδρομή του Κωστή Αντωνιάδη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή